Το ποιος
είναι και ποιος δεν είναι καλλιτέχνης, είναι ένα δύσκολο και δυσεπίλυτο
πρόβλημα. Και, βέβαια, για να είσαι καλλιτέχνης δεν αρκεί να το δηλώσεις, γιατί
κινδυνεύεις να γίνεις καταγέλαστος με τέτοιου είδους δηλώσεις. Παρά το γεγονός
πως γράφεις ποιήματα (δηλαδή στίχους που εσύ θεωρείς ποιήματα), παρά το γεγονός
πως γυρίζεις ταινίες (άλλοι χάνουν τα λεφτά τους), παρά το γεγονός πως γράφεις
μουσική (δηλαδή, τραγουδάκια που τα εκλαμβάνεις ως μουσική) ενδέχεται να μην
κάνεις τίποτα απ’ όλα αυτά, ή να είσαι μόνο ένας καλός επαγγελματίας και τίποτα
περισσότερο.
Πάντως,
αποκλείεται να υπάρξει κατηγορηματική απάντηση στο ερώτημα αν κάποιος είναι ή
δεν είναι πράγματι καλλιτέχνης. Την οριστική απάντηση εδώ θα τη δώσει τελικά ο
χρόνος. Όσων καλλιτεχνών το έργο επιβιώσει, ήταν όντως καλλιτέχνες όσο ζούσαν.
Οι άλλοι, απλώς κορόιδευαν τον εαυτό τους όσο ζούσαν. Ενώ αν ήταν καλοί στις
δημόσιες σχέσεις, εκτός από τον εαυτό τους κορόιδευαν και τους ανίκανους να διακρίνουν
στοιχειωδώς την ποιότητα μέσα σ’ ένα έργο τέχνης.
Το έργο
τέχνης που νίκησε και τον χρόνο και το χώρο, λέγεται κλασσικό. Για να είναι
κλασσικό ένα έργο τέχνης πρέπει να είναι και «αιώνιο» και παγκόσμιας εμβέλειας,
όπως ή αρχαία ελληνική, ή η σεξπηρική τραγωδία, για παράδειγμα. Επειδή όμως ο
καλλιτέχνης, και κυρίως αυτός που περνιέται σαν τέτοιος γιατί έτσι θέλει, κατά
κανόνα πεθαίνει πριν προλάβει να δει αν έγινε ή δεν έγινε κλασσικός,
εγκαταλείπει τον μάταιο τούτο κόσμο με την παρηγοριά πως ενδέχεται κάποτε να
γίνει κλασσικός. Έτσι κι αλλιώς, δεν θα ζει για να το διαπιστώσει, και συνεπώς
μπορεί να νομίζει ό,τι θέλει για τον εαυτό του.
Κάποιος
μελετητής υπολόγισε πως ένας στους δέκα χιλιάδες καλλιτέχνες κερδίζουν τη μάχη
πρώτα με το χώρο και ύστερα με το χρόνο. Είναι, βέβαια, μια πάρα πολύ μεγάλη
επιτυχία αν σήμερα είσαι παγκοσμίως γνωστός σαν καλλιτέχνης, αλλά κανείς δεν
μπορεί να σου εγγυηθεί πως δεν θα σε ξεχάσουν όλοι ύστερα από δέκα ή πενήντα
χρόνια, ας πούμε. Έτσι κι αλλιώς, η μάχη με το χρόνο είναι πάντα περισσότερο
δύσκολη απ’ τη μάχη με το χώρο. Ο σήμερα διεθνής καλλιτέχνης, δεν σημαίνει πως
κέρδισε και την αιωνιότητα για μόνο το λόγο πως κέρδισε την παγκοσμιότητα.
Όμως, περί
ποίας αθανασίας του έργου τέχνης ομιλούμε, όταν κοντεύει να πεθάνει και ο
Προυστ; Όταν ο ουσιαστικός δημιουργός της τέχνης του κινηματογράφου, ο
Αϊζενστάιν, προβάλλεται πλέον μόνο για ειδικούς και ειδικά ενδιαφερόμενους στις
κινηματογραφικές λέσχες; Όταν η αρχαία ελληνική τραγωδία ξεχάστηκε για πάνω από
χίλια χρόνια απ’ την εμφάνισή της, ανασύρθηκε απ’ την αφάνεια κατά την
Αναγέννηση και σήμερα φαίνεται να βαδίζει προς τον δεύτερο θάνατό της;
Λοιπόν, ας
το πάρουμε απόφαση. Όλοι πεθαίνουν, ακόμα και τα «αθάνατα» έργα τέχνης. (Και τα αγάλματα πεθαίνουν, λέει ο Αλέν
Ρενέ). Δικαιούμαστε, βέβαια, να μιλούμε για μακρόβια έργα τέχνης, όχι όμως για
αθάνατα. Και η νεκρολογική επωδός που ακούγεται κάθε τόσο στις κηδείες των
καλλιτεχνών «πέθανες, αλλά το έργο σου θα ζει αιώνια», το μόνο που δείχνει
είναι πως η μωρία είναι όντως αιώνια.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗ «ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΗΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ», 1992
ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης ήταν Έλληνας
δημοσιογράφος, συγγραφέας, δοκιμιογράφος και κριτικός κινηματογράφου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου