Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

17 Ιαν 2022

ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ

 


Η τραγωδία προήλθε καθ’ όμοιον τρόπον από τας μιμικάς παραστάσεις χορού και άσματος Διονυσιακών οργιαστών με αμφίεσιν τράγου. Αυτά τα σατιρικά έργα παρέμειναν ουσιαστικόν μέρος του Διονυσιακού δράματος μέχρι του Ευριπίδου. Έκαστος συνθέτης τραγικής τριλογίας έπρεπε να κάμη μίαν παραχώρησιν εις την παλαιάν παράδοσιν προσφέρων, ως τέταρτον μέρος της παραστάσεώς του, ένα σατιρικόν έργον προς τιμήν του Διονύσου...

«Επειδή ήτο εξέλιξις του σατιρικού έργου, λέγει ο Αριστοτέλης, επέρασε πολύς καιρός προτού η τραγωδία εξυψωθή από την βραχείαν πλοκήν και την κωμικήν άρθρωσιν εις την πλήρη της αξιοπρέπειαν». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ωρίμασαν και άλλοι σπόροι δια την γέννησιν της τραγωδίας. Ίσως να εδανείσθη κάτι από την τελετουργικήν λατρείαν της εξιλεώσεως των νεκρών. Αλλ’ ουσιαστικώς αι πηγαί της ήσαν αι μιμητικαί θρησκευτικαί τελεταί, όπως η αναπαράστασις της γεννήσεως του Διός εις την Κρήτην ή ο συμβολικός του γάμος με την Ήραν εις το Άργος και την Σάμον, ή τα ιερά μυστήρια της Δήμητρος και της Περσεφόνης εις την Ελευσίνα και αλλού και προ παντός το πένθος και η χαρά διά τον θάνατον και την ανάστασιν του Διονύσου εις την Αττικήν και την Πελοπόνησσον. Αυταί αι παραστάσεις εκαλούντο δρώμενα – τελούμενα πράγματα. Το δράμα είναι συγγενική λέξις και σημαίνει, ως ώφειλε, δράσιν.

Εις την Σικυώνα μέχρι των ημερών του τυράννου (δικτάτορος) Κλεισθένους, οι τραγικοί χοροί λέγεται ότι ανεφέροντο εις τα «πάθη του Αδράστου», του αρχαίου βασιλέως. Εις την Ικαρίαν (της Αττικής), όπου εμεγάλωσεν ο Θέσπις, εθυσιάζετο τράγος εις τον Διόνυσον. Ίσως το «άσμα του τράγου», από το οποίον έλαβε το όνομά της η τραγωδία, να ήτο ψαλμός του διαμελισμένου συμβόλου ή ενσάρκωσις του μεθυσμένου θεού. Το ελληνικόν δράμα, όπως και το ιδικόν μας, προήλθεν από την θρησκευτικήν τελετουργίαν.

Ως εκ τούτου το αθηναϊκόν δράμα, τραγικόν και κωμικόν, επαίζετο ως μέρος της εορτής του Διονύσου, υπό την εποπτείαν των ιερέων του, εις θέατρον που έφερε το όνομά του και υπό ηθοποιών που απεκαλούντο «Διονυσιακοί καλλιτέχναι». Το άγαλμα του Διονύσου εκομίζετο εις το θέατρον προ της σκηνής διά να απολαμβάνη το θέαμα. Της παραστάσεως προηγείτο θυσία ζώου προς τον θεόν. Το θέατρον είχε την ιερότητα ναού και παραβάσεις γενόμεναι εκεί ετιμωρούντο αυστηρώς ως ιεροσυλία μάλλον παρά ως εγκλήματα.

Ακριβώς όπως η τραγωδία κατείχε την τιμητικήν θέσιν επί της σκηνής κατά τα Διονύσια, ούτω και η κωμωδία κατείχε τα σκήπτρα κατά την εορτήν των Ληναίων. Αλλά και αυτή η εορτή ήταν επίσης Διονυσιακή. Ίσως αρχικώς το θέμα, όπως εις το δράμα της χριστιανικής λειτουργίας, να ήσαν τα πάθη και ο θάνατος του θεού. Βαθμηδόν επετράπει εις τους ποιητάς να τα αντικαταστήσουν με τα πάθη και το θάνατον ενός ήρωος της ελληνικής μυθολογίας. Ίσως μάλιστα κατά τας πρώτας του μορφάς το δράμα να ήτο μαγική τελετουργία σκοπούσα να αποτρέψη τας τραγωδίας που παρίστανε και να εξαγνίση το ακροατήριον. Εν μέρει αυτή η θρησκευτική βάσις εκράτησε την Ελληνικήν τραγωδίαν εις υψηλότερον επίπεδον από το επίπεδον της Ελισαβετιανής σκηνής.

Ο χορός, όπως τον διεμόρφωσαν διά μιμητικήν δράσιν ο Αρίων και άλλοι, έγινε το θεμέλιον της δραματικής συγκροτήσεως και παρέμεινεν ουσιαστικόν μέρος της Ελληνικής τραγωδίας μέχρι των τελευταίων έργων του Ευριπίδου. Οι αρχαιότεροι δραματουργοί εκαλούντο χορευταί, διότι τα έργα τους ήταν κυρίως χορική ποίησις – και πράγματι οι ίδιοι ήσαν διδάσκαλοι του χορού. Μόνον ένα πράγμα εχρειάζετο, διά να μετατραπούν αυταί αι χορικαί παραστάσεις εις δράματα, και αυτό ήτο η αντιπαράθεσις ενός ηθοποιού προς τον χορόν με διάλογον και δράσιν.

Αυτή η έμπνευσις ήλθεν εις ένα από τους χοροδιδασκάλους, τον Θέσπιν τον εκ της Ικαρίας – πόλεως παρά τα Μέγαρα της Μεγαρίδος, όπου η λατρεία του Διονύσου ήτο δημοφιλής, και όχι μακράν της Ελευσίνος, όπου το τελετουργικόν δράμα της Δήμητρος, της Περσεφόνης και του Διονύσου Ζαγρέως ελάμβανε χώραν καθ’ έκαστον έτος. Βοηθούμενος αναμφιβόλως από τον εγωισμόν, που προωθεί τον κόσμον, ο Θέσπις εχωρίσθη από τον χορόν, απήγγελεν ατομικώς στίχους, ανέπτυξε την έννοιαν της αντιθέσεως και της συγκρούσεως και πρόσφερε το δράμα στην ιστορίαν. Έπαιζε διάφορους ρόλους με τοιαύτην αληθοφάνειαν, ώστε όταν ο θίασός του έδωσε παραστάσεις εις τας Αθήνας, ο Σόλων το εθεώρησε ως δημοσίαν απάτη και κατήγγειλε την νέαν τέχνην ως ανήθικον – κατηγορία η οποία επαναλαμβάνεται εις κάθε αιώνα. Ο Πεισίστρατος ήτο πλέον ευφάνταστος και ενεθάρρυνε διαγωνισμούς δραματικών παραστάσεων κατά την εορτήν των Διονυσίων. Το 534 π.Χ. ενίκησεν εις ένα τοιούτον διαγωνισμόν. Η νέα μορφή ανεπτύχθη τόσον ταχέως ώστε ο Χοιρίλος ύστερα από μίαν μόνον γενεάν παρήγαγεν 160 έργα. Όταν 50 έτη μετά τον Θέσπιν ο Αισχύλος και οι Αθηναίοι επέστρεψαν νικηταί από την ναυμαχίαν της Σαλαμίνος, η σκηνή ήτο έτοιμη διά την μεγάλην περίοδον της ιστορίας του ελληνικού δράματος.      

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ WILL DURANT «Ο ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΒΙΒΛΟΣ»


ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΡΘΡΟΥ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΕΦ. ΤΣΕΚΟΥΡΑΣ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου