Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

3 Νοε 2020

Ιστορίες από την Εθνική Αντίσταση

 ανέκδοτα επεισόδια από τη δράση του Ιωσήφ Μπλέχιγκερ (Ηλία Κόκκινου)

Του Γιάννη Στεφ. Τσεκούρα

 


Πηγή εικόνας, http://hkoinoniamas.blogspot.com/2017/10/blog-post_27.html

 

Επιστρατευμένος από τα στρατεύματα κατοχής του Χίτλερ, ο Αυστριακός στην καταγωγή Ιωσήφ Μπλέχιγκερ, την περίοδο του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, βρέθηκε να υπηρετεί στην Ελλάδα στις υπηρεσίες των σιδηροδρόμων.

Από τις αρχές τού πολέμου μετέτρεψε τις αντιρρήσεις του κατά του φασιστικού καθεστώτος, σε υπηρεσίες αρωγής προς τους υπόδουλους Έλληνες.

Αρκετά χρόνια αργότερα από τη λήξη αυτού του πολέμου και συγκεκριμένα την περίοδο της πρώιμης μεταπολίτευσης, όταν οι άνθρωποι άρχισαν να απελευθερώνονται από τους φόβους τής κατοχής, του εμφυλίου και της δικτατορίας τών συνταγματαρχών, ξεσκέπαζαν δειλά – δειλά τις μέχρι τότε σκοτεινές μνήμες σε κάθε ευκαιρία που παρουσιαζόταν...

Μιας τέτοιας κατοχικής ιστορίας υπήρξα μάρτυρας ακούγοντάς την από τον αδελφό τού πατέρα μου Αθανάσιο Τσεκούρα του Ιωάννη και της Γεωργίας, που γεννήθηκε στη Ροδίτσα της Φθιώτιδας το έτος 1916. Καθώς λοιπόν ξεδιπλώνει το κουβάρι της ιστορίας, αναφέρει πως πήρε εντολή από το τοπικό ΕΛΑΣ να παραλάβει ανατολικά τού στρατοπέδου Τσαλτάκη, κάποιον Γερμανό στρατιώτη και να τον οδηγήσει στην Οργάνωση τής Αγίας Μαρίνας. Για να γίνουν όμως κατανοητά τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν, θα τα περιγράψω από την αρχή.

Ο Ιωσήφ Μπλέχιγκερ υπηρετούσε στον Γερμανικό στρατό επιστρατευμένος, αλλά ήταν αντιφασίστας. Όλη του η πορεία την περίοδο τής κατοχής στην Ελλάδα, ήταν γεμάτη με πράξεις συμπαράστασης και έμπρακτης βοήθειας προς τον δοκιμαζόμενο Ελληνικό λαό με την παροχή τροφίμων, υπηρεσιών ή και πληροφοριών.

Παίρνοντας ένα τέτοιο ρίσκο, κάτω από τα ρουθούνια και μέσα στις τάξεις τών κατακτητών, είχε δημιουργήσει ένα δίκτυο γνωριμιών και επαφών με Έλληνες πατριώτες που του έδινε τη δυνατότητα να ενεργεί διακριτικά αλλά και αποτελεσματικά.

Απ’ ότι φαίνεται στο Λεύκωμα «Στυλίδος ενθυμήματα», ο Josef H. Blechinger (Ηλίας Κόκκινος) εργάστηκε σαν κλειδούχος στον σιδηροδρομικό σταθμό. Την ίδια περίοδο Έλληνας κλειδούχος ήταν ο Βασίλειος Μπαλντής, σταθμάρχης ο Ανδρέας Βούλγαρης και ένας ακόμη Γερμανός σταθμάρχης· διασταυρώνονται έτσι πολλές μαρτυρίες για την φιλελληνική στάση του Ηλία Κόκκινου. Τα παρακάτω τρία επεισόδια είναι αψευδείς μάρτυρες για αυτή του τη στάση:

I. Μια μέρα ο Θ.Κ. έκλεψε ένα μπιτόνι βενζίνη από τις Γερμανικές αποθήκες εφοδίων· τον συνέλαβαν τα SS και τον πήγαν στα γραφεία τους για ανάκριση, τα οποία στεγάζονταν τότε στο σπίτι τού Δημήτρη Χατζηβασιλείου στην οδό Ν.Κ. Κωστορίζου.

Μαθεύτηκε το γεγονός και κάποιοι αναστατωμένοι κάτοικοι τής Στυλίδας έτρεξαν στον Josef να τον ενημερώσουν. Αμέσως εκείνος έτρεξε στην έδρα τών SS και μόλις αντίκρισε τον Θ.Κ. τον χαστούκισε μπροστά στους Γερμανούς, λέγοντάς του: «Πού σ’ έστειλα εγώ; Δεν σου είπα να μου φέρεις γρήγορα τη βενζίνη για να πλύνω τις ρόδες τού τρένου;»

Μ’ αυτή την ακαριαία του ενέργεια οι Γερμανοί πείστηκαν για την αθωότητα τού Θ.Κ. και έτσι γλίτωσε από τα χειρότερα.

IΙ. Κάποτε ο Μιχάλης Τσακίρης ζήτησε από τον Josef δύο τσουβάλια κριθάρι. Το άλλο πρωί έκθαμβος αντίκρισε τριάντα τσουβάλια κριθάρι μέσα στην παράγκα του, δηλαδή περίπου τρεις τόνους. Μέσα στη νύχτα ο Μιχάλης Τσακίρης, ο Γιάννης Λογαράς και ο Θανάσης Μπαξεβάνος, φόρτωσαν στη βάρκα τους τη μισή ποσότητα κριθαριού και μετά από πολλές περιπέτειες έφθασαν στη Γλύφα, όπου αντάλλαξαν το κριθάρι με λάδι.

Την άλλη μισή ποσότητα κριθαριού, ένα άλλο βράδυ την μετέφεραν για πώληση και ανταλλαγή με πεπόνια στους Ωρεούς, όπου η βάρκα τους δέχθηκε πυρά από Γερμανικό περιπολικό σκάφος. Μετά από περιπετειώδες ταξίδι επέστρεψαν στη Στυλίδα και πούλησαν σταδιακά τα πεπόνια. Ένας Στυλιδιώτης ονόματι Κώστας παραπονέθηκε ότι μέσα στο πεπόνι του βρήκε ένα βλήμα!

IΙΙ. Και τέλος, ένα άλλο περιστατικό συνέβη στην παράγκα τού Μιχάλη Τσακίρη, όταν μια μέρα μπήκε ένας Ιταλός υπαξιωματικός με έναν στρατιώτη. Εκείνη την ώρα ο Τσακίρης με τον γιό του Παναγιώτη, συσκεύαζαν σουπιές, με πάγο στα τελάρα. Ο υπαξιωματικός με τον στρατιώτη, με χειρονομίες και απειλές ζήτησαν από τον Τσακίρη να τους δώσει δωρεάν τελάρα με σουπιές.

Κάποιοι διπλανοί θαμώνες άκουσαν τις φωνές μέσα στην παράγκα και ένας από αυτούς έτρεξε στο σιδηροδρομικό σταθμό και ειδοποίησε τον Josef, ο οποίος έτρεξε αμέσως στην παράγκα, χαστούκισε τον υπαξιωματικό και έδιωξε τους Ιταλούς με τις κλωτσιές.

Τις παραμονές τής αποχώρησης τών Γερμανικών στρατευμάτων από τη Λαμία, ο Ιωσήφ είχε επισκεφτεί ένα οίκο ανοχής στην Πλατεία Λαού – μόνιμο στέκι Γερμανών και Ιταλών αξιωματικών – για να συναντήσει κάποια Μαρία αγνώστων λοιπών στοιχείων, η οποία είχε ιδιαίτερη σχέση με κάποιον Ιταλό ο οποίος άκουγε στο όνομα Μάριο. Σημειωτέον η Μαρία συνεργαζόταν με την αντίσταση, δίνοντας διάφορες πληροφορίες στον Ιωσήφ και έχοντας φέρει αυτόν σε επαφή με το Μάριο.

Το βράδυ τής 17ης Οκτωβρίου ο Ιωσήφ Μπλέχιγκερ είχε απογευματινή υπηρεσία στο σιδηροδρομικό σταθμό τής Λαμίας· βρίσκοντας κάποια πρόφαση, επισκέπτεται ένα μικρό ταβερνάκι, που ήταν απέναντι από τον σταθμό, δίπλα στο Ορφανοτροφείο Αρρένων.

Ενδεχομένως στη ταβέρνα, κάποιος σύνδεσμος να του επιβεβαίωσε τις πληροφορίες που είχε, για την επικείμενη ανατίταξη τής πόλης από τεράστιο όγκο πυρομαχικών που είχαν συγκεντρωθεί στο χώρο τού στρατοπέδου Τσαλτάκη. Έχοντας στο μυαλό του, την κρισιμότητα του κινδύνου για την πόλη τής Λαμίας και ενώ ο γερμανικός στρατός και οι «συνάδελφοί του» ασχολούνταν με τις ετοιμασίες τής αναχώρησης τους, ο Ιωσήφ προετοιμάζεται να υλοποιήσει το σχέδιό του.

Φεύγοντας από το μικρό ταβερνάκι και ενώ έχουν ενημερωθεί οι σύνδεσμοι που θα συνδράμουν σ’ αυτή την αντιστασιακή ενέργεια και στην περαιτέρω απόδρασή του, με την βοήθεια τού Μάριο εισέρχεται στο στρατόπεδο· η ώρα είναι περασμένες έντεκα και το σκοτάδι είναι σύμμαχός του.

Αφού τελείωσε τις ενέργειες του, δηλαδή την αποσύνδεση και το κόψιμο των καλωδίων, δεν επιστρέφει στο σιδηροδρομικό σταθμό, αλλά κατευθύνεται ανατολικά τού στρατοπέδου και κοντά στη σιδερένια γέφυρα του τρένου όπου τον περίμενε ο άνθρωπος που θα τον μετέφερε μέχρι την Μαυρομαντίλα, περιοχή νότια τού χωριού Αυλάκι.

Ο Αθανάσιος Τσεκούρας με το ψευδώνυμο «Νίκος» τον παραλαμβάνει και τον συνοδεύει στο σπίτι του στη Ροδίτσα με ασφάλεια. Εκεί γευματίζουν πρόχειρα, ο Ιωσήφ αποχωρίζεται τη γερμανική στολή και ντύνεται με τα ρούχα ενός Έλληνα πατριώτη που είχε πρόσφατα εκτελεστεί, μάλιστα δε τα συγκεκριμένα ρούχα τον στένευαν καθώς ήταν εύσωμος.

Χωρίς χρονοτριβή μέσα στο απόλυτο σκοτάδι τού Οκτώβρη, οι δύο άντρες κατευθύνονται ανατολικά με προορισμό τήν Αγία Μαρίνα. Με την έξοδό τους από το χωριό Ροδίτσα, τροχιοδεικτικές βολές των γερμανικών όπλων σχίζουν το σκοτάδι όπου σε πολλές περιπτώσεις η νύχτα γίνεται μέρα για εκφοβισμό ή για να αποτρέψουν κάποιες κινήσεις των αντάρτικων ομάδων, οι οποίες πιθανόν θα επιθυμούσαν να παρεμποδίσουν την αποχώρησή τους. Στην προσπάθειά τους να αποφύγουν να γίνουν κινούμενοι στόχοι, οι δύο συναγωνιστές και ενώ βρίσκονται μέσα σε αμπελώνα πέφτουν μπρούμυτα και κινούνται πρηνηδόν μέσα στα κλήματα.

Το σύρσιμό τους κράτησε κάμποσα λεπτά ώσπου να απομακρυνθούν από τις βολές των γερμανών· κατόπιν σηκώθηκαν όρθιοι και συνέχισαν όρθιοι πλέον με ταχύ βήμα την πορεία τους μέσα στη νύχτα.

Στο συγκεκριμένο σημείο κοντά στις ψαρόβαρκες – πιθανόν στον χώρο που βρίσκεται σήμερα το εργοστάσιο ΑΚΜΗ – τους περιμένει κάποιος σύνδεσμος, ο οποίος υποδέχτηκε τον Ιωσήφ, ώστε να μπορέσει ο «Νίκος» να επιστρέψει στο σπίτι του στη Ροδίτσα.

Πριν αποχωριστούν, αγκαλιάζονται, φιλιούνται και ο «Νίκος» ρωτάει τον Ιωσήφ αν είναι όλα εντάξει. Ο Ιωσήφ κάνει μια κίνηση, πιάνοντας με το δεξί του χέρι τα δάχτυλα τού αριστερού και με απογοήτευση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του λέει: «όλα καλά, μόνο που με το σύρσιμο μέσα στα αμπέλια, πρέπει να έχασα το δαχτυλίδι μου».

Στεναχωρήθηκαν και οι δύο, αλλά δεν είχαν τι άλλο να κάνουν παρά να αποχαιρετιστούν.

Ξημέρωσε η 18η Οκτωβρίου, ημέρα που γιόρταζε ο Ευαγγελιστής Λουκάς (μετέπειτα πολιούχος τής Λαμίας), και η δουλειά που είχε κάνει ο Ιωσήφ έπιασε τόπο· ελάχιστα από τα εκρηκτικά ενεργοποιήθηκαν και η πόλη σώθηκε από μεγάλη καταστροφή, χάρις στην σωτήρια επέμβαση ενός Αυστριακού.

Μετά από δύο ή τρεις ημέρες ο Καπετάνιος τού ΕΛΑΣ Άρης Βελουχιώτης εισέρχονταν στη Λαμία επευφημούμενος από ένα τεράστιο σε όγκο ενθουσιώδες πλήθος.

Σ’ αυτή τη συγκέντρωση βρέθηκαν άνθρωποι που οι συνθήκες τής κατοχής τούς είχαν χωρίσει, αλλά να, που ξανασυναντιούνταν και η χαρά και ο ενθουσιασμός για την ελευθερία έριχνε τον ένα στην αγκαλιά τού άλλου. Εκεί μέσα σ’ αυτή την κοσμοσυρροή ο «Νίκος» συναντιέται με τον Ιωσήφ όπου αγκαλιάζονται ενθουσιασμένοι, και ο πρώτος με μια κίνηση τού χεριού του βγάζει από την τσέπη του ένα δαχτυλίδι και το κρατάει μπρος στα έκπληκτα και γεμάτα συγκίνηση μάτια τού Ιωσήφ.

Το είχε βρει την άλλη μέρα ψάχνοντας μέσα στα αμπέλι. Εδώ η παροιμία «ψύλλοι στ’ άχυρα» έπιασε τόπο. Έκτοτε οι δύο σύντροφοι της ιστορίας μας, έχασαν ο ένας τα ίχνη τού άλλου.

Αυτή την ιστορία μού τη διηγήθηκε ο Θανάσης Τσεκούρας ή «Νίκος» όπως προανέφερα κατά την περίοδο τής μεταπολίτευσης.

Ήταν ιδιαίτερα χαρούμενος και πάντα το ανέφερε, πως την άλλη μέρα της νυχτερινής τους πορείας δηλαδή στις 18 του μήνα, με το που χάραξε, βρέθηκε μέσα στα αμπέλια, εκεί όπου πέρασε με τον Ιωσήφ και έψαξε για το δαχτυλίδι και πράγματι η τύχη τον βοήθησε να το βρει.

Πέρασαν τα χρόνια και το 1982 βρέθηκα με απόσπαση από την υπηρεσία μου στη Νομαρχία Φθιώτιδας. Ένα από τα καθήκοντά μου ήταν και η τοποθέτησή μου σε γραμματέα τής επιτροπής για την αναγνώριση τής Εθνικής Αντίστασης με την 27567/16 – 11 – 83 απόφαση Νομάρχη Φθιώτιδας.

Κάποια μέρα στο γραφείο μου, παρουσιάστηκε ένας ψηλός γεροδεμένος και κάποιας ηλικίας άνδρας, ο οποίος μου είπε πως λεγόταν Ηλίας Κόκκινος και πρώην Ιωσήφ Μπλέχιγκερ. Μου εξήγησε την περίπτωσή του και μου παρέδωσε μια αίτηση για αναγνώριση αντιστασιακού.

Όταν το αίτημά του συζητήθηκε στη συνεδρίαση τής επιτροπής, εκεί άκουσα από όλους τους αντιστασιακούς που αποτελούσαν τήν επιτροπή το θαυμασμό τους και την ικανοποίησή τους προς το πρόσωπο τού Ηλία Κόκκινου. Ο καπετάν Περικλής ή Γιώργος Χουλιάρας αναφέρθηκε και σε κάποιες άλλες λεπτομέρειες από τις δραστηριότητες τού Ηλία Κόκκινου. Μου εξιστόρησε γεγονότα στα οποία ο ήρωάς μας λειτούργησε σαν Έλληνας πατριώτης, όπου μέσα στη λαίλαπα του πολέμου και της κατοχής συμπεριφέρθηκε σαν γνήσιος απόγονος τού Ομήρου, παρότι φορούσε γερμανική στολή.

Η πράξη αυτή αποτελεί μέσα στη συνείδηση του Ιωσήφ, την έμπρακτη συγγνώμη τού Γερμανικού Έθνους, απέναντι στη χώρα που έδωσε τα φώτα τού πολιτισμού στους πρώην πατριώτες του. Είναι η απόλυτη τεκμηρίωση στις επιταγές τού πνεύματος των Γκαίτε και Σίλλερ που ασπάσθηκαν και ύμνησαν το Ελληνικό ιδεώδες.

Πρέπει δε να αναφερθεί πως μετονομάστηκε από Ιωσήφ Μπλέχιγκερ σε Ηλία Κόκκινο, παίρνοντας το όνομα ενός από τους πρώτους Λαμιώτες πεσόντες στο Αλβανικό μέτωπο.

 

Πηγές

1. Επιτροπές Εθνικής Αντίστασης

2. Λεύκωμα «Στυλίδος Ενθυμήματα»

3. Αφήγηση Αθανασίου Τσεκούρα

4. Αφήγηση Νικολάου Κόκκινου


1 σχόλιο:

  1. Πρεπει να αποτελεσει κομματι της τοπικης ιστοριας που διδασκεται στην εκπαιδευση...

    ΑπάντησηΔιαγραφή