Είναι πλατιά
διαδεδομένη η άποψη πως μια αληθινά επιστημονική ή φιλοσοφική στάση απέναντι
στην πολιτική και μια βαθύτερη κατανόηση της κοινωνικής ζωής γενικά πρέπει να
βασίζεται πάνω σε μια θεώρηση και ερμηνεία της ανθρώπινης ιστορίας. Λέγεται
δηλαδή πως, ενώ ο κοινός άνθρωπος δέχεται ανεξέταστα ως δεδομένο το πλαίσιο της
ζωής του και τη σημασία των προσωπικών εμπειριών και των μικροαγώνων του, ο
κοινωνικός επιστήμονας ή ο φιλόσοφος πρέπει να εποπτεύει τα πράγματα από ένα
υψηλότερο επίπεδο...
Αυτός βλέπει
το άτομο σαν ένα πιόνι, σαν ένα κάπως ασήμαντο όργανο στη γενική εξελικτική
πορεία της ανθρωπότητας˙ και θεωρεί πως οι πραγματικά σπουδαίοι παίκτες στη
Σκηνή της Ιστορίας είναι ή τα Μεγάλα Έθνη και οι Μεγάλοι Ηγέτες τους ή, ίσως,
οι Μεγάλες Τάξεις ή οι Μεγάλες Ιδέες. Όπως κι αν έχει το πράγμα, αυτός θα
προσπαθήσει να συλλάβει το νόημα του έργου που παίζεται πάνω στην Ιστορική
Σκηνή˙ θα προσπαθήσει να κατανοήσει τους νόμους της ιστορικής ανάπτυξης. Αν το
καταφέρει, θα είναι ασφαλώς σε θέση να προλέγει τις μελλοντικές αναπτύξεις. Θα
μπορούσε, τότε, να θέσει την πολιτική πάνω σε μια στερεά βάση και να μας δώσει
πρακτικές συμβουλές λέγοντάς μας ποιες πολιτικές ενέργειες είναι ενδεχόμενο να
πετύχουν και ποιες να αποτύχουν.
Αυτή είναι μια
σύντομη περιγραφή της στάσης που ονομάζω ιστορικισμό.
Πρόκειται για μια πολύ παλιά ιδέα ή, μάλλον, για ένα χαλαρά συνδεόμενο σύνολο
ιδεών, που έχει γίνει, δυστυχώς σε τέτοιο βαθμό, μέρος της πνευματικής μας
ατμόσφαιρας, ώστε συνήθως γίνεται δεκτό ως δεδομένο και πολύ σπάνια τίθεται υπό
αμφισβήτηση.
Προσπάθησα
αλλού να δείξω πως η ιστορικιστική προσέγγιση στις κοινωνικές επιστήμες δίνει
πενιχρά αποτελέσματα. Προσπάθησα επίσης, να διαγράψω μια μέθοδο που, πιστεύω,
θα απέφερε καλύτερα αποτελέσματα.
Αλλά, αν ο
ιστορικισμός είναι μια εσφαλμένη μέθοδος που παράγει αποτελέσματα χωρίς αξία,
μπορεί για το λόγο αυτό να είναι χρήσιμο να δούμε πως προέκυψε και πως κατάφερε
να εδραιωθεί με τόση επιτυχία. Ένα ιστορικό διάγραμμα που θα εξυπηρετεί αυτό το
σκοπό μπορεί, ταυτόχρονα, να μας βοηθήσει να αναλύσουμε τις ποικίλες ιδέες που
σταδιακά συσσωρεύτηκαν γύρω από το κεντρικό ιστορικιστικό δόγμα – το δόγμα πως
η ιστορία διακαθορίζεται από ειδικούς ιστορικούς ή εξελικτικούς νόμους, η
ανακάλυψη των οποίων θα μας καθιστούσε ικανούς να προφητεύουμε το πεπρωμένο του
ανθρώπου.
Ο
ιστορικισμός, τον οποίο ως τώρα χαρακτήρισα μ’ ένα μάλλον αφαιρετικό τρόπο
μόνο, μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί παραστατικά με μια από τις πιο απλές μορφές
του, με το δόγμα δηλαδή του εκλεκτού λαού. Το δόγμα αυτό είναι μια από τις
προσπάθειες να γίνει κατανοητή η ιστορία μέσω μιας θεϊστικής ερμηνείας, με την
αναγνώριση δηλαδή του Θεού ως του συγγραφέα του έργου που παίζεται στην
Ιστορική Σκηνή. Η θεωρία του εκλεκτού λαού, ειδικότερα, δέχεται ότι ο Θεός έχει
διαλέξει ένα λαό για να λειτουργήσει ως το επιλεγμένο όργανο της βούλησής Του
και ότι αυτός ο λαός θα κληρονομήσει τη γη.
Σ’ αυτό το
δόγμα, ο νόμος της ιστορικής ανάπτυξης ορίζεται από τη Βούληση του Θεού. Αυτή
είναι και η ειδοποιός διαφορά που διακρίνει τη θεϊστική από άλλες μορφές του
ιστορικισμού. Ένας νατουραλιστικός ιστορικισμός, για παράδειγμα, θα μπορούσε να
θεωρήσει τον αναπτυξιακό νόμο ως ένα νόμο της φύσης˙ ένας πνευματικός
ιστορικισμός θα τον θεωρούσε ως ένα νόμο πνευματικής ανάπτυξης˙ ένας οικονομικός ιστορικισμός, πάλι, ως ένα
νόμο οικονομικής ανάπτυξης. Ο θεϊστικός ιστορικισμός έχει κοινό με τις άλλες
μορφές ιστορικισμού το δόγμα ότι υπάρχουν ειδικοί ιστορικοί νόμοι που μπορούν
να ανακαλυφθούν και πάνω στους οποίους μπορούν να βασιστούν προρρήσεις για το
μέλλον της ανθρωπότητας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία
ότι το δόγμα του εκλεκτού λαού γεννήθηκε μέσα από τη φυλετική μορφή της
κοινωνικής ζωής. Ο φυλετισμός [tribalism], η έμφαση
δηλαδή στην ύψιστη σπουδαιότητα της φυλής, χωρίς την οποία το άτομο δεν είναι
τίποτα απολύτως, αποτελεί ένα στοιχείο που θα συναντήσουμε σε πολλές μορφές
ιστορικιστικών θεωριών. Άλλες μορφές, που δεν είναι πια φυλετιστικές, μπορεί
και πάλι να διατηρούν ένα στοιχείο κολεκτιβισμού˙
μπορεί δηλαδή και αυτές να τονίζουν τη σημασία κάποιας ομάδας ή συνόλου – για
παράδειγμα, μιας τάξης – χωρίς την οποία το άτομο δεν είναι απολύτως τίποτα.
Μια άλλη πλευρά του δόγματος του εκλεκτού λαού είναι το απόμακρο εκείνου που
προβάλλει ως έσχατο στόχο της ιστορίας. Γιατί μπορεί, βέβαια, να περιγράφει
αυτό το στόχο με κάποιο βαθμό οριστικότητας˙ όμως θα χρειαστεί να διανύσουμε
μακρύ δρόμο ώσπου να φτάσουμε. Και ο δρόμος δεν είναι μόνο μακρύς, αλλά και
γεμάτος περίπλοκους ελιγμούς, οδηγώντας πάνω και κάτω, δεξιά και αριστερά.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, οποιοδήποτε ιστορικό γεγονός θα είναι δυνατό να
ενταχθεί κατάλληλα στο ερμηνευτικό σχήμα. Καμιά νοητή εμπειρία δεν μπορεί να το
αναιρέσει. Αλλά σ’ αυτούς που το πιστεύουν δίνει βεβαιότητα για ό,τι αφορά την έσχατη έκβαση της ανθρώπινης ιστορίας.
Θα
επιχειρήσουμε μια κριτική της θεϊστικής ερμηνείας της ιστορίας στο τελευταίο
κεφάλαιο αυτού του βιβλίου, όπου επίσης θα δείξουμε ότι ορισμένοι από τους
μεγαλύτερους χριστιανούς διανοητές έχουν αποκηρύξει αυτή τη θεωρία ως
ειδωλολατρεία. Μια επίθεση επομένως κατ’ αυτής της μορφής του ιστορικισμού, δεν
θα ’πρεπε να ερμηνεύεται ως επίθεση κατά της θρησκείας. Σ’ αυτό εδώ το κεφάλαιο
το δόγμα του εκλεκτού λαού αναφέρεται μόνον ως ενδεικτική περίπτωση. Η αξία της
επιλογής του μπορεί να φανεί από το γεγονός ότι τα κύρια χαρακτηριστικά του
είναι κοινά και στις δυο, τις σημαντικότερες, παραλλαγές του ιστορικισμού, η
ανάλυση των οποίων θα αποτελέσει το μεγαλύτερο μέρος αυτού του βιβλίου – δηλαδή
στην ιστορική φιλοσοφία του ρατσισμού [racialism] ή
φασισμού, από τη μια (τη δεξιά) μεριά, και στη μαρξιστική ιστορική φιλοσοφία,
από την άλλη (την αριστερή) μεριά. Ο ρατσισμός υποκαθιστά στη θέση του εκλεκτού
λαού την εκλεκτή φυλή (αυτήν προτιμά ο Gobineau) επιλεγμένη
για να λειτουργήσει ως το όργανο του πεπρωμένου, με έσχατο προορισμό της να
κληρονομήσει τη γη. Η ιστορική φιλοσοφία του Marx
υποκαθιστά στη θέση του εκλεκτού λαού την εκλεκτή τάξη, το όργανο για τη
δημιουργία της αταξικής κοινωνίας και, συγχρόνως, την τάξη που είναι
προορισμένη να κληρονομήσει τη γη. Και οι δυο θεωρίες βασίζουν τις προβλέψεις
τους σε μια ερμηνεία της ιστορίας που οδηγεί στην ανακάλυψη ενός νόμου
ανάπτυξής της. Στην περίπτωση του ρατσισμού, αυτός εκλαμβάνεται ως ένα είδος
φυσικού νόμου˙ η βιολογική υπεροχή του αίματος της εκλεκτής φυλής εξηγεί την
πορεία της ιστορίας, περασμένης, τωρινής και μελλοντικής˙ αυτή δεν είναι τίποτε
άλλο παρά ο αγώνας των φυλών για κυριαρχία. Στην περίπτωση της φιλοσοφίας της
ιστορίας του Marx, ο νόμος
είναι οικονομικός˙ όλη η ιστορία πρέπει να ερμηνευθεί ως ένας αγώνας τάξεων για
οικονομική υπεροχή.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΚΑΡΛ ΠΟΠΠΕΡ «Η ΑΝΟΙΧΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΩΔΩΝΗ»,
1980
ΚΑΡΛ ΠΟΠΠΕΡ
Ο Καρλ Πόπερ ήταν Αυστριακός φιλόσοφος και καθηγητής, που,
μεταξύ των άλλων, άσκησε κριτική στον ιστορικισμό και στις νεομαρξιστικές
τοποθετήσεις.
Γονείς: Τζέννυ Σκίφ, Simon Siegmund
Carl Popper
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου