Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

20 Δεκ 2020

ΜΕΣΩ ΛΑΜΙΑΣ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1821 ΩΣ 1899

 

ΜΙΑ «ΔΕΥΤΕΡΗ» ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΙΣ  ΖΩΕΣ ΟΣΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗ          

 

    ΛΑΜΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821


ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ & ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

 


  

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

Η επανάσταση του 1821 και η δυσχερής θέση του Ζητουνίου

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν η ένοπλη εξέγερση την οποία διεξήγαγαν επαναστατημένοι  Έλληνες εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με σκοπό την αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους.

Τον Φεβρουάριο του 1821 ο  Αλέξανδρος Υψηλάντης, εισέβαλε στη Μολδοβλαχία, ενώ τον επόμενο μήνα οι Φιλικοί δημιούργησαν επαναστατικές εστίες από τη Μακεδονία ως την Κρήτη...

Αν και οι επαναστάτες αφορίστηκαν (λόγω του φόβου των αντιποίνων εναντίον των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης) από τη σύνοδο του  Πατριαρχείου, οι οθωμανικές αρχές προχώρησαν σε σφαγές αμάχων και εκτελέσεις προυχόντων, συμπεριλαμβανομένου του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε'.

Η εκστρατεία του Υψηλάντη απέτυχε και σε σύντομο χρονικό διάστημα τα οθωμανικά στρατεύματα έσβησαν τις περισσότερες από τις επαναστατικές εστίες της ηπειρωτικής Ελλάδας, όμως οι επαναστάτες κατάφεραν να υπερισχύσουν στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και σε πολλά νησιά του Αιγαίου.

Το Ζητούνι ωστόσο παρέμεινε ορμητήριο των Τούρκων που με έδρα τους το Κάστρο της εξαπέλυαν επιθέσεις εναντίον των επαναστατημένων Ελλήνων της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Στις 23-24 Απριλίου του 1821 οι Τούρκοι επικρατούν στη μάχη της Αλαμάνας για την υπεράσπιση της γέφυρας από τον Αθανάσιο Διάκο και τα πρωτοπαλίκαρα του Καλύβα και Μπακογιάννη.

Τα επόμενα δύο χρόνια οι Έλληνες εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία των Οθωμανών να επικεντρωθούν στην επανάσταση λόγω των πολλαπλών ανοιχτών μετώπων που είχαν, νίκησαν τις στρατιές που έστειλε εναντίον τους ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄, οργανώθηκαν πολιτικά και σύστησαν προσωρινή κεντρική διοίκηση, η οποία επέβαλε την εξουσία της στους επαναστατημένους μετά από δύο εμφυλίους πολέμους. Οι οθωμανικές δυνάμεις με τη συνδρομή του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου κατάφεραν να περιορίσουν σημαντικά την επανάσταση, αλλά η πτώση του Μεσολογγίου το 1826, σε συνδυασμό με το κίνημα του Φιλελληνισμού, συνέβαλαν στη μεταβολή της διπλωματικής στάσης των ευρωπαϊκών Μεγάλων Δυνάμεων, που είχαν αντιμετωπίσει με δυσαρέσκεια το ξέσπασμα της επανάστασης. Η διπλωματική ανάμιξη της Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας και η ένοπλη παρέμβασή τους συνέβαλαν στην επιτυχή έκβαση του αγώνα των Ελλήνων, αναγκάζοντας την Πύλη να αποσύρει τις δυνάμεις της αρχικά από την Πελοπόννησο και έπειτα από τη Στερεά Ελλάδα.

 

Η Λαμία (Ζητούνι) μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους

Το Ζητούνι που αποτελούσε ένα μέρος της επαρχίας Φθιώτιδος μαζί με 49 χωριά απελευθερώθηκε το 1833.  Όμως η απελευθέρωση δεν έγινε  με τα όπλα της επανάστασης.

Η διπλωματική μάχη, της περιόδου 1828-1831, που διηύθυνε με μαεστρία ο Καποδίστριας μέχρι να δολοφονηθεί και η επιμονή του να απελευθερωθεί η Στερεά, ώστε να ενσωματωθεί στο μελλοντικό ελληνικό κράτος, έφερε καρπούς και  υπεγράφη η συνθήκη της Ανεξαρτησίας (22 Ιανουαρίου ως 3 Φεβρουαρίου 1830).

Η Φθιώτιδα εντάχθηκε στο νέο ελληνικό κράτος, που έφτανε στη Στερεά μέχρι τη γραμμή Αχελώου-Σπερχειού.

Τελικά με το πρωτόκολλο του Λονδίνου (18 ως 30 Αυγούστου 1832) τα σύνορα διευρύνθηκαν έως τη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού και συμπεριέλαβαν όλη τη γραμμή νότια της Όθρυος έναντι οικονομικού τιμήματος 40 εκατομμυρίων γροσίων, γεγονός που αποδέχτηκε ο σουλτάνος στις διαπραγματεύσεις από 14 ως 26 Δεκεμβρίου 1832.

Το πρόβλημα ήταν ότι οι ντόπιοι δεν μπορούσαν να πληρώσουν για να πάρουν από τους Τούρκους τη γη τους που κατέληξε στα χέρια οικονομικά εύρωστων Ελλήνων των παροικιών ή των Τουρκοκρατούμενων περιοχών.

Τελικά στις 28 Μαρτίου 1833 η οθωμανική φρουρά της Λαμίας αποχώρησε και η πόλη απελευθερώθηκε οριστικά μετά από 387 χρόνια τουρκικού ζυγού και ως επαρχία Φθιώτιδος υπήχθη στο νέο νομό Φωκίδος & Λοκρίδος με πρωτεύουσα την Άμφισσα.


 

Όμως η κατάσταση για τους κατοίκους της περιοχής ελάχιστα άλλαξε ή βελτιώθηκε με την απελευθέρωση. Επίσημα θεωρούνταν κολίγοι αλλά στην πραγματικότητα ήταν ακόμα δουλοπάροικοι, έχοντας απλώς αλλάξει αφέντη.

Όμως και οι περισσότεροι από τους αγοραστές της γης έπεσαν θύματα  μιας διαδεδομένης για την εποχή και την περιοχή απάτης. Τα ίδια κτήματα πουλήθηκαν εις διπλούν προς όφελος άλλοτε των Τούρκων, άλλοτε των αντιπροσώπων τους και το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Φθιώτιδας ταλανίστηκε από δολοπλοκίες, χρηματισμούς, βιαιοπραγίες κλπ που κατέληξαν σε μακρόχρονες συνεδριάσεις ειδικής μικτής επιτροπής (Ελλήνων και Τούρκων δικαστικών) από το 1833 έως και το 1870, χωρίς πάντα δίκαιες αποφάσεις που έφεραν νέες έχθρες και αναταραχές.

Η βίαια αποκοπή της Λαμίας από τη Θεσσαλία και η παύση των συναλλαγών, οι πάμπτωχοι άτακτοι αγωνιστές της επανάστασης που αποστρατεύθηκαν χωρίς καμιά μέριμνα, η εκμετάλλευση και η ανέχεια δημιούργησε το πιο κατάλληλο έδαφος για την μακρά περίοδο της ληστείας.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με το νοσηρό κλίμα, την έλλειψη υποδομών, σωστής υγειονομικής φροντίδας, παιδείας κλπ εμπόδισαν την γρήγορη ανάπτυξη της περιοχής.

Πάντως η Λαμία αποκαθίσταται ιστορικά αφού στις 20/06/1836 παίρνει ξανά το όνομά της μετά από 18 αιώνες. Την ίδια χρονιά καταργείται ο Νομός Λοκρίδας και Φωκίδας και ιδρύεται η Διοίκηση Φθιώτιδας με επαρχίες τη Φθιώτιδα και τη Λοκρίδα με έδρα τη Λαμία.

Ως το 1881 παραμένει παραμεθόρια περιοχή. Στο τέλος του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1878) και με την Τουρκία αποδυναμωμένη ξεκίνησαν μια σειρά από απελευθερωτικά κινήματα στις Τουρκοκρατούμενες περιοχές. Η επικράτηση των επαναστατημένων επισφραγίζεται με τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης (20/6 ως 02/7 του 1881) με την οποία προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα η Θεσσαλία και η Άρτα.

Με αφορμή το Κρητικό ζήτημα η Ελλάδα ενεπλάκη σε πόλεμο με την Τουρκία το 1897. Η Φθιώτιδα βίωσε δραματικά την ταπεινωτική ήττα στον ελληνο – τουρκικό πόλεμο του 1897. Μετά την κατάρρευση του ελληνικού στρατού και τις ήττες στα Φάρσαλα και τον Δομοκό, ο τουρκικός στρατός έφτασε ξανά έξω από τη Λαμία, 64 χρόνια μετά την απελευθέρωσή της, όπου μετά τη μάχη της Ταράτσας (Καμηλόβρυση), σταμάτησε μετά από  πρωτοβουλίες του τότε Νομάρχη Κωνσταντίνου Έσλιν, που κατάφερε να υπάρξει διεθνής παρέμβαση που οδήγησε στη υπογραφή ανακωχής (8  Μαΐου 1897). Η Λαμία εκείνη την περίοδο έγινε κέντρο συγκέντρωσης  ξένων φιλελληνικών ένοπλων σωμάτων (κυρίως Ιταλικών), που ήρθαν να συνδράμουν τον ελληνικό στρατό στην πολεμική του προσπάθεια, αλλά και προσωρινό καταφύγιο των προσφύγων από τις Θεσσαλικές πόλεις και τα χωριά του Δομοκού που κατελήφθησαν από τον προελαύνοντα οθωμανικό στρατό.

Με τη προσάρτηση του Δομοκού στη Φθιώτιδα το 1899 τελειώνει ο 19ος αιώνας.

 

Περιηγητές στην επαναστατημένη και ελεύθερη Λαμία

Jucherau de Saint Denis (1778-1842)

Christopher Wordsworth (1807-1885)

Gustave d’  Eichthal (1804-1886)

Christoph Neeser (1808-1883)

George Finlay (1799-1875)

Herman Furst von Puckler-Muskau (1785-1871)

Karl Gustav Fiedler (1791-1853)

Josef Βaron   (1788-1857)

Jean A. Buchon (1791-1849)

Ludolf Stefani (1816-1887)

Teobald Piscatory (1800-1870)

Antoine-Marie Chenavard (1787-1883) & Etienne Rey (1789-1867)

Edward Lear (1812-1888)

Edmont About (1828-1885)

Benjamin Nicolas Marie Appert  (Chevalier Appert) (1797-1873)

Henri Belle (1837-…..)

Habbo Gerhard Lolling (1848-1894)

Julius Centerwall (1844-1923)

Gaston Dechamps (1861-1931)

Alfred Philippson (1864-1953)

Henri Turot (1865-1920)

 

Jucherau de Saint Denis (Ζισερό ντε Σεν Ντενίς)

Ο Γάλλος Jucherau de Saint Denis ήταν γιός  συνταγματάρχη του πυροσβεστικού σώματος και από νωρίς προοριζόταν για στρατιωτική καριέρα. Ο πατέρας του κατά τον πόλεμο του Συνασπισμού* αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Γαλλία και να καταφύγει στην Αγγλία όπου και ο Jucherau έγινε δεκτός στην Ακαδημία μηχανικών και πυροβολικού. Μετά τη συνθήκη της Αμιένης επέστρεψε στην Γαλλία αλλά η πατρική περιουσία του είχε κατασχεθεί. Για να εξασφαλίσει τη διαβίωσή του αποδέχθηκε την ένταξή του στο Τουρκικό στρατό ως εκπαιδευτής των αξιωματικών.

Μετά την πολύ επιτυχημένη του καριέρα επέστρεψε στη Γαλλία για να αποσταλεί στην Ισπανία με το βαθμό του Συνταγματάρχη μηχανικής.

Στην Ελλάδα υπηρέτησε ως Προξενικός Πράκτορας της Γαλλίας κατά το  διάστηµα 1828-1829. Επελέγη για τη θέση αυτή λόγω της βαθιάς γνώσης που είχε αποκτήσει για την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Για την περιοχή μας σε µια  από  τις εκθέσεις του αναφέρει την  ευφορία της κοιλάδας και τον πλούτο των παραγόµενων προϊόντων  της.

* Ο πόλεμος της επαναστατικής Γαλλίας με αντιπάλους τις περισσότερες ευρωπαϊκές μοναρχίες.

 

Christopher Wordsworth (Κρίστοφερ Γουέντσγουερθ)

Ο Christopher Wordsworth, ένας εξαιρετικός κλασικός και Ελληνιστής λόγιος και συγγραφέας πολλών θεολογικών έργων, επισκέφθηκε την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 1832-1833 και ήταν ο πρώτος Βρετανός πολίτης που έγινε δεκτός από τον Βασιλιά Όθωνα.

Μετά τη περιοδεία του στην Ελλάδα δημοσίευσε διάφορα έργα για την τοπογραφία και την αρχαιολογία, το πιο διάσημο από τα οποία είναι «η Ελλάδα του Wordsworth» (1839). Ακολούθησε Ακαδημαϊκή  καριέρα και το 1869 διορίστηκε Επίσκοπος του Λίνκολν.

Ήταν ένας άνθρωπος με καλό χαρακτήρα, με υψηλό ιδανικό εκκλησιαστικό καθήκον, και ξόδεψε τα χρήματά του σε εκκλησιαστικά αντικείμενα.

Για την Λαμία εστιάζει στο εύφορο έδαφος, στη χρήση του σεραγιού ως στρατώνα και την περιγράφει ως ανατολίτικη πόλη με κατεστραμμένο το αρχαίο παρελθόν της.

Στα δύο πιο αξιομνημόνευτα έργα του, «Αθήνα και Αττική» και «η Ελλάδα, εικονογραφικά, περιγραφικά» μας δίνει περιγραφές ειδικά για αρχαιολογικούς χώρους, κάνει συχνές αναφορές σε κλασικούς συγγραφείς και καταγράφει με ενθουσιασμό αυτό που βλέπει γύρω του. Για όλους αυτούς τους λόγους η δουλειά του είχε άμεση επιτυχία. Για τις εικονογραφήσεις των βιβλίων του, ο Wordsworth δανείστηκε σχέδια από εκδόσεις του H. Belle, Cockerell, Choiseul-Gouffier κ.α.

 

Gustave dEichthal (Γουσταβ ντ’ Ειχτάλ)

Ο Gustave d’ Eichthal  με σπουδες στο Παρίσι όπου και προσχώρησε στον Σαινσιµονισµό (Το σύνολο των θεωριών και η κοινωνικοοικονομική σχολή που ίδρυσε ο Κλαύδιος Ερρ. Σαιν Σιμόν). Λόγω των διώξεων που υπέστησαν οι σαινσιμονιστές κατέφυγε στην Ελλάδα το 1832, όπου με την υποστήριξη του πρωθυπουργού Ιωάννη Κωλέττη έπαιξε κύριο ρόλο στη σύσταση του Γραφείου της Δημόσιας Οικονομίας με σκοπό την οικονομική ανόρθωση της χώρας, εφαρμόζοντας τις αρχές του Σαιν-Σιμόν.


 

Στην Ελλάδα ήταν κύριο μέλος της Σαινσιμονικής Εταιρείας και γι αυτό η Αντιβασιλεία προσπάθησε να τον απολύσει, αλλά ο Κωλέττης  κατάφερε να αποτρέψει την απόλυσή του. Όταν ο υποστηρικτής του, έχασε την πρωθυπουργία στις 20 Μαΐου 1835 και η κυβέρνηση του απομακρύνθηκε, ο ντ’ Εϊχτάλ επέστρεψε στο Παρίσι το 1836 (ενώ ταυτόχρονα ο Κωλέττης στάλθηκε ως πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι). Υποστήριξε ένθερμα και με ενθουσιασμό την ελληνική γλώσσα. Ήταν ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου προς ενίσχυσιν των ελληνικών σπουδών.

Το οδοιπορικό του στην περιοχή αφορά συνολικά τη Φθιώτιδα και όχι µόνο τη Λαµία. Μας παρέχει ακριβή δημογραφικά στοιχεία, καθώς και για το ιδιοκτησιακό καθεστώς των γαιών, τις καλλιέργειες, τη γεωργία, την κτηνοτροφία, το βιοτικό επίπεδο και τον τρόπο ζωής.

Ασχολείται ιδιαίτερα με το ακανθώδες πρόβλημα της ληστείας .

Τέλος διατυπώνει σχέδια για τη βελτίωση των συνθηκών και την ανάπτυξη της περιοχής.

 

Christoph Neeser (Χριστόφορος Νέεζερ)

Ο Βαυαρός Υπολοχαγός Christoph Neeser μας μεταφέρει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η παραλαβή της Λαμίας και η αναχώρηση των Οθωμανών, όπως του την εξιστόρησε ο αυτόπτης μάρτυρας και υπεύθυνος για την παραλαβή της Λαμίας Βαυαρός Λοχαγός Κουχενράυτερ .


 

Tη Μεγάλη Τρίτη 28 Μαρτίου 1833 (Ιουλιανό ημερολόγιο) αναχώρησαν οι τελευταίοι Οθωμανοί από τη Λαμία (τότε Ζητούνι). Η πόλη παραλήφθηκε από τον Βαυαρό Αντισυνταγματάρχη Ντ’ Άλμπερτ και τον «επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως» Γραμματέα της Επικρατείας (Υπουργό) Ιακωβάκη Ρίζο Νερουλό.

Πριν την περιγραφή του Κουχενράυτερ ο Χριστόφορος Νέεζερ, παραθέτει ορισμένες πληροφορίες για τους Βαυαρούς στρατιώτες του Λοχαγού Κουχενράυτερ: οι στρατιώτες του 7ου λόχου έχουν αποκτήσει αντοχή στις κλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας και πειθαρχούν στον τρόπο σιτισμού τους. Αντίθετα με Βαυαρούς στρατιώτες άλλων λόχων, κάθε πρωΐ τρώνε ζωμό με αλεύρι. Ο ίδιος ο Λοχαγός Κουχενράυτερ επιθεωρεί τους στρατιώτες κρατώντας το ραβδί του. Οι παραβάτες αντί λεκτικής παρατήρησης, δέχονται χτύπημα με το ραβδί.

Πλέκοντας το εγκώμιο του Κουχενράυτερ τον περιγράφει ως «...πρακτικός ανήρ ... τολμηρότατος και άφοβος στρατιώτης ...». Στη συνέχεια ακολουθεί η αφήγηση της παραλαβής της Λαμίας και πως ο Κουχενράυτερ συμπεριφέρθηκε στους Οθωμανούς που κωλυσιεργούσαν την παράδοσή της.

Σύμφωνα, λοιπόν, με το Λοχαγό Κουχενράυτερ μαζί με τον 7ο λόχο τάχθηκε υπό τη διοίκησή του ο 8ος λόχος και ο Υπολοχαγός πυροβολικού κόμης Βόθμερ, επικεφαλής ορειβατικής τηλεβολοστοιχίας. Όμως οι Οθωμανοί καθυστερούσαν την παράδοση γιατί ο Μπέης της Λαμίας, είχε ξύλινο μεγαλοπρεπές νεόδμητο μέγαρο που δεν ήθελε να εγκαταλείψει και ανέμεναν εντολές από την Κωνσταντινούπολη, εάν η Λαμία θα περιλαμβάνονταν στο Ελληνικό Βασίλειο.

Ο Λοχαγός Κουχενράυτερ έστειλε αξιωματικό με διερμηνέα στον Οθωμανό στρατιωτικό διοικητή δίνοντας προθεσμία 24 ωρών να εκκενωθεί η πόλη. Κατόπιν παρέταξε τους δύο λόχους του. Οι εναπομείναντες Οθωμανοί μαζί με το Μπέη και το χαρέμι του είχαν κλειστεί στο κάστρο. Μπροστά στη σθεναρή στάση του Λοχαγού Κουχενράυτερ, το επόμενο πρωΐ ο Μπέης έστειλε μήνυμα ότι μετά το μεσημέρι τα βαυαρικά στρατεύματα θα μπορούσαν να εισέλθουν στο κάστρο.

Η αποχώρηση των Οθωμανών ήταν εσπευσμένη. Έγινε τόσο βιαστικά ώστε «από των οπισθίων τοίχων του φρουρίου» έριχναν τα σκεύη τους, τα προσκεφάλια, δέματα με φορέματα, παπλώματα και διάφορα έπιπλα, που γέμισαν το περιχαράκωμα γύρω από το κάστρο. Επίσης έριξαν από τα τείχη και μερικά τηλεβόλα με τους κιλλίβαντες. Όταν αναχώρησαν οι Οθωμανοί, ο Κουχενράυτερ έστειλε ένα απόσπασμα να μπει στο κάστρο. Αυτός και οι υπόλοιποι Βαυαροί στρατιώτες κατέλυσαν στο ξύλινο νεόδμητο μέγαρο του Μπέη.

 

George Finlay ( Τζώρτζ Φίνλεϋ)

Πολύ  ενδιαφέρον παρουσιάζει τόσο η προσωπικότητα όσο και το έργο   του  George Finlay, ο οποίος ήταν Βρετανός ιστορικός σκωτικής καταγωγής και φιλέλληνας. Γεννήθηκε στο Κεντ και σπούδασε νομικά στη Γλασκώβη. Ωστόσο το βαθύ ενδιαφέρον του για τον αγώνα ανεξαρτησίας των Ελλήνων τον κέρδισε και εγκατέλειψε τις σπουδές του το 1823 για να επισκεφθεί την Ελλάδα. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους έφθασε στην Κεφαλονιά, όπου τον υποδέχθηκε ο Λόρδος Βύρων. Λίγο αργότερα αποβιβάστηκε στον Πύργο και αφιερώθηκε για δεκατέσσερις μήνες στην εκμάθηση της γλώσσας, της ιστορίας και των αρχαιοτήτων.   Ένα σοβαρό πρόβληµα υγείας τον ανάγκασε να πάει στην  Ιταλία για  ανάρρωση και κατόπιν στη Σκωτία για το δίπλωµά του.

Ξαναγύρισε όμως στην Ελλάδα το 1827 κι εγκαταστάθηκε µόνιµα στην  Αττική μέχρι το τέλος της ζωής του. Αγόρασε μια έκταση και προσπάθησε να εισαγάγει πιο εξελιγμένους τρόπους καλλιέργειας αλλά απέτυχε. Αποφάσισε να αφοσιωθεί στη συγγραφή ιστορικών έργων.

Στη Λαμία βρέθηκε το 1835. Αναφέρεται στην κακή οργάνωση του κράτους, στη διαφθορά και τη γραφειοκρατία που είχαν σαν αποτέλεσμα την άσχημη κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή.

Και αυτός αναφέρεται στο πρόβλημα της ληστείας.

Περιγράφει το σαράι και διαφωνεί με την τακτική της καταστροφής κάθε τι τουρκικού .

Η  κυβερνητική απόφαση να χτιστεί στρατώνας στο  Κάστρο της Λαµίας τον βρίσκει αντίθετο, γιατί πιστεύει πως πρέπει να οχυρωθεί πρωτίστως η συνοριακή γραμμή.

 

Herman Furst von Puckler Muskau (Χέρμαν Φουρστ από Πίκλερ- Μισκάου)

Ο  Γερμανός Herman Furst von Puckler Muskau έζησε μια ταραχώδη ζωή γεμάτη από περιπέτειες, έρωτες και ταξίδια.

Υπηρέτησε για κάποιο χρονικό διάστημα στο σαξονικό σύνταγμα ιππικού "Garde du Corps" στη Δρέσδη και στη συνέχεια ταξίδεψε στη Γαλλία και την Ιταλία, συχνά με τα πόδια. Το 1811, μετά το θάνατο του πατέρα του, ως πρωτότοκος κληρονόμησε τον τίτλο του βαρώνου του Muskau.

Συμμετείχε στον απελευθερωτικό πόλεμο εναντίον του Ναπολέοντα Α΄ και όταν αποστρατεύτηκε περιόδευσε στη Μεγάλη Βρετανία, για ένα χρόνο, όπου εισχώρησε με ευκολία στους αριστοκρατικούς κύκλους.

Παντρεύτηκε την κόρη ενός Πρώσου αριστοκράτη (πρίγκηπα) αλλά τελικά χώρισε. Ύστερα αναζήτησε νέα σύζυγο, ικανή να χρηματοδοτήσει τα φιλόδοξα σχέδια του για καλλιέργειες, μια και ήταν γνωστός και επιτυχημένος «καλλιτέχνης στη κηπουρική τοπίου».

Επιστρέφοντας στην πατρίδα του δημοσίευσε έναν όχι εντελώς ειλικρινές απολογισμό για την εποχή του στην Αγγλία. Το βιβλίο ήταν μια τεράστια επιτυχία στη Γερμανία, και προκάλεσε επίσης μεγάλη αναταραχή όταν εμφανίστηκε στα Αγγλικά ως Tour of a German Prince (1831–32).

Το 1871 πέθανε στο Μπράνιτς. Δεδομένου ότι η ανθρώπινη αποτέφρωση ήταν παράνομη εκείνη την εποχή για θρησκευτικούς λόγους, κατέφυγε σε μια έξυπνη διαφυγή της παραδοσιακής ταφής. Άφησε οδηγίες και έτσι η καρδιά του διαλύθηκε σε θειικό οξύ και  το σώμα του σε καυστική σόδα, καυστική ποτάσα και καυστικό ασβέστη.

Την Ελλάδα και την περιοχή της Λαμίας την επισκέφτηκε το 1835.

Ο αριστοκράτης περιηγητής δεν βρήκε τις ανέσεις που επιθυμούσε. Όλα γύρω του ήταν θλιβερά και μισο – ερειπωμένα. Οι στρατιώτες ήταν απείθαρχοι και βρώμικοι το ίδιο και ο διοικητής τους. Αναφέρει την επίσκεψή του στο παζάρι της Υπάτης και τα ιαματικά λουτρά.

 

Karl Gustav Fiedler (Κάρολος Γουσταύος Φίντλερ)

O Karl Gustav Fiedler ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως διδάκτωρ φιλοσοφικής, παρακολουθώντας και ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στα Πανεπιστήμια του Γκέτινγκεν και της Λειψίας. H αγάπη που είχε από μικρός για ανάβαση σε κορυφές βουνών, όπως βλέπουμε μέσα από τη βιογραφία του και η έρευνά του γύρω από τα πετρώματα, τον οδήγησε αναπόφευκτα στην μετέπειτα επαγγελματική του πορεία. Eκπαιδεύτηκε στον τομέα εξόρυξης και μετάλλευσης, με αποτέλεσμα η εξειδίκευσή του αυτή να τον καταστήσει έναν από τους σημαντικότερους Γερμανούς γεωλόγους και ορυκτολόγους.

Πολύ σύντομα ο αυτοκρατορικός θρόνος, αρκετές κυβερνήσεις και πολλοί ιδιώτες γίνονται χορηγοί του για να μαζέψει στοιχεία και πληροφορίες, να μελετήσει τα πετρώματα, να βρει μεταλλεύματα τέτοια, ώστε η εκμετάλλευσή τους να φέρει πολλαπλάσια έσοδα στους χρηματοδότες του, «να προΐδει τους εν τοις εγκάτοις της γης εγκεκρυμμένους θησαυρούς τους οποίους η ευεργετική φύσις εναπέθεσεν εις τα σπλάγχνα της γης». Kαι όχι μόνο κάτω από τη γη. H μελέτη των φυτών συνεχώς αύξανε το ενδιαφέρον βοτανολόγων και χημικών που ανακάλυπταν νέες εμπορικές χρήσεις σε φάρμακα και λιπάσματα.

Αν και είχε δημοσιεύσει πολλές μελέτες, το έργο που τον έκανε γνωστό είναι το «Tαξίδι μέσα από όλα τα μέρη του Βασιλείου της Ελλάδας» σε 2 τόμους. Tο έργο αυτό περιέχει άφθονες φυσικές παρατηρήσεις, αρκετές προσωπικές ιστορίες, απαριθμήσεις μετάλλων, σημειώσεις σχετικά με τις παλιές εξορυκτικές δραστηριότητες και τέλος την εμφάνιση των «οφελίμων» ορυκτών στην Ελλάδα. O Όθωνας του απονέμει σε αναγνώριση των προσπαθειών του τον Σταυρό του Ελληνικού Τάγματος του Σωτήρος και τον τοποθετεί διευθυντή στα ελληνικά ορυχεία, αλλά το έντονο πολιτικό σκηνικό της εποχής τον αναγκάζει να επιστρέψει στη Γερμανία για να ξαναρχίσει τη γνώριμη δραστηριότητά του μέχρι  το τέλος της ζωής του στη Δρέσδη.

Στην Φθιώτιδα ήρθε το 1836. Περιγράφει το φαινόμενο των πλημμυρών του Σπερχειού και κάνει γεωλογικές – ορυκτολογικές παρατηρήσεις.  Επισημαίνει τους νερόµυλους της Λαµίας καθώς και τα υπολείμματα  του αρχαίου τείχους. Για την πόλη λέει ότι ήταν σχεδόν ερειπωµένη,  υπήρχε έντονη στρατιωτική παρουσία και διέθετε Στρατοδικείο.

 

Joseph Karl Benedikt Freiherr (Baron) von Eichendorff (Γιόζεφ Μπαρόν)

Ο Joseph (Baron) von Eichendorff  ήταν Γερμανός ποιητής και μυθιστοριογράφος του γερμανικού Ρομαντισμού.

Καταγόταν από καθολική αριστοκρατική οικογένεια. Μετά από ειδυλλιακά παιδικά χρόνια που πέρασε στον οικογενειακό πύργο Λούμποβιτς, λόγω οικογενειακών οικονομικών δυσχερειών αναγκάστηκε να φοιτήσει μαζί με τον αδελφό του στο καθολικό γυμνάσιο του Μπρεσλάου και στη συνέχεια σπούδασε νομικά.

Την εποχή που φοιτούσε στη Χαϊδελβέργη δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα. Από το 1813 μέχρι το 1815 πολέμησε ως εθελοντής κατά του Ναπολέοντα και ύστερα διορίστηκε σε διάφορες κρατικές υπηρεσίες.

Το 1815 παντρεύτηκε και απέκτησε 5 παιδιά. Μετά το θάνατο των γονιών του χάθηκε οριστικά ό,τι είχε απομείνει από την οικογενειακή κτηματική περιουσία. Το 1844 παραιτήθηκε από την υπηρεσία του και αφιερώθηκε στο συγγραφικό του έργο.

Στην Ελλάδα ήρθε το 1837 και περιόδευσε αρχικά στην Πελοπόννησο ως µέλος της  αυλής του Όθωνα, ενώ το 1838 βρέθηκε στη Λαµία. Στα   ρομαντικά του κείµενα διακρίνεται η έντονη απογοήτευσή του για την κατάσταση στην ελεύθερη Ελλάδα.


 

Εστιάζει με τη σειρά του στην έξαρση του φαινομένου της ληστείας, την έλλειψη οργάνωσης και δικαιοσύνης, τη διαφθορά και την αυθαιρεσία της εξουσίας.

Περιγράφει το σαράι και το κάστρο και επισημαίνει και αυτός το πλήθος των στρατιωτικών δυνάμεων και την έλλειψη συντονισμού που τις διέκρινε καθώς και τους βασανισμούς και τις εκτελέσεις.

 

Jean Alexanter Buchon ( Ζαν Αλεξάντερ Μπυσόν)

Ο Jean Buchon πρώτος ανακάλυψε, μετέφρασε και εξέδωσε το 1825 την ελληνική παραλλαγή του Χρονικού του Μορέως κατά τον Παρισινό κώδικα, συνοδεία σημειώσεων και μέρους του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Κατά τα έτη 1840-1841 αναλαμβάνει περιηγητική αποστολή στην Ελλάδα και καταγράφει τις εντυπώσεις του στο La Grèce continentale et la Morée.

Κατά κύριο λόγο αναζητά γραπτά τεκμήρια για την περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα και ιδίως για το Πριγκιπάτο του Μοριά. Αυτό όμως δεν τον εμποδίζει από το να διατυπώνει οξυδερκείς παρατηρήσεις για την αναζήτηση της νεοελληνικής ταυτότητας, λίγα μόλις χρόνια μετά την απελευθέρωση από τον τούρκικο ζυγό.


 

Στον Βuchon χρωστάμε και την πρώτη έκδοση του ελληνικού κειμένου του Χρονικού του Μορέως κατά τον κώδικα της Κοπεγχάγης το 1845, υπό τον καταχρηστικό τίτλο «Βιβλίον της Κουγκέστας του Μωραίος» (Κουγκέστα από την αρχαϊκή γαλλική λέξη conqueste, δηλαδή conquête, κατάκτηση).

Για τη Λαµία αναφέρει ότι είναι µια πόλη υπό ανάπτυξη, µε ευχάριστους   δηµόσιους χώρους και ανθρώπους, σηµειώνει όµως την έλλειψη     ξενοδοχείου. Επισκέπτεται και περιγράφει το σαράι, το Κάστρο και το  συνοριακό Λοιμοκαθαρτήριο (καραντίνα) της Ταράτσας, αναφέροντας  τα προβλήµατα που δηµιουργεί στις µετακινήσεις στη συνοριακή γραμμή, προς και από την γειτονική Θεσσαλία.

 

Ludolf Stefani (Λούντολφ Στέφανι)

Ο αρχαιολόγος Ludolf Stefani αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του, επισκέφτηκε τις συλλογές αντικών στη Δρέσδη και το Βερολίνο και εργάστηκε (μέσω της διαμεσολάβησης του καθηγητή και μέντορά του Hermann) ως δάσκαλος στην Αθήνα (1840).

Η ζωή του και η περιήγησή του στην Ελλάδα, τον μπόλιασε με το μικρόβιο της αγάπης προς την αρχαιολογία και έγινε αφορμή να συνεχίσει την περιήγησή του  αρχικά στη Ρώμη και αργότερα σε όλη την Ιταλία. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών στράφηκε εξ ολοκλήρου στην αρχαιολογία.

Τελικά το 1845 ανέλαβε τη θέση του καθηγητή Φιλολογίας και Αρχαιολογίας στο πανεπιστήµιο του Ντόπαρτ. Η αγάπη του για την αρχαιολογία τον έσπρωξε να αποδεχθεί (επίσης μετά από τη συμβουλή του Gottfried Hermann) την ένταξή του στην Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης και τελικά ανέλαβε τη διεύθυνση του τµήµατος  κλασσικών αρχαιοτήτων του Μουσείου του Ερµιτάζ.

Για τη Λαμία την οποία επισκέφθηκε το 1840 άφησε σημαντικά στοιχεία αφού είναι ο πρώτος που δίνει λεπτομέρειες για τα αρχαιολογικά ευρήματα αλλά και για το φυσικό περιβάλλον.

Ήταν ένας πρώτης τάξεως λόγιος και άφησε πολύ ακριβείς λίστες μνημείων, που αναφέρονται σε ορισμένους μύθους.

 

Teobald Piscatory (Θεοβάλδος Πισκατορύ)

Ο Teobald Piscatory γεννήθηκε στο Παρίσι και αναδείχθηκε συντηρητικός πολιτικός της λεγόμενης Ιουλιανής Μοναρχίας, αλλά και της Δεύτερης Γαλλικής Δημοκρατίας. Έδωσε ιδιαίτερο αγώνα για την αναγνώριση της ελληνικής ανεξαρτησίας και της δημιουργίας Ελληνικού Βασιλείου, ιδιαίτερα κατά την εποχή της παλινόρθωσης του Οίκου των Βουρβόνων στη Γαλλία. Διετέλεσε πρέσβης της Γαλλίας (1840-1874) στην Ελλάδα, παρακολουθώντας την ελληνική πολιτική κατάσταση και τις διάφορες ζυμώσεις, που επιχειρούσαν την εποχή εκείνη παρασκηνιακά οι Άγγλοι στην Ελλάδα.

Παρά ταύτα έλαβε ενεργό μέρος στη προπαρασκευή του στρατιωτικού κινήματος της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, προκειμένου να διασφαλισθούν τα γαλλικά οικονομικά συμφέροντα δανείου, με τη δέσμευση των διαδόχων κυβερνήσεων στην Ελλάδα. Ανταμοιβή των υπηρεσιών του αυτών ήταν η Γαλλία να τον αναβαθμίσει τον επόμενο χρόνο, σε πληρεξούσιο υπουργό και έκτακτο απεσταλμένο στην Ελλάδα.


 

Αναμίχθηκε έντονα στη πολιτική ζωή του τόπου και ειδικότερα στη προβολή του γαλλικού κόμματος του Ι. Κωλέττη, στις τότε εργασίες της Εθνοσυνέλευσης του 1844 και στη στάση του Θ. Γρίβα. Παράλληλα προκειμένου να υποσκελίσει την τότε αγγλική επιρροή στην Ελλάδα, κατάφερε την έγκριση της ίδρυσης Γαλλικής Σχολής Αθηνών με σκοπό τις διενέργειες αρχαιολογικών ερευνών, αλλά ουσιαστικά για να λειτουργήσει ως όργανο της προπαγάνδας του γαλλικού πολιτισμού στην Ελλάδα.

Το σημαντικό για την περιοχή μας είναι ότι ανέλαβε την ανάλυση της κατάστασης στην Ελλάδα (1841) για την οποία συντάχθηκαν 7 εκθέσεις. Για τη Στερεά Ελλάδα παρέχονται πληροφορίες για τα πιο σημαντικά  πρόσωπα, τις πολιτικές πεποιθήσεις τους και τη σχέση τους µε τις  µεγάλες δυνάµεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία).

Επίσης υπάρχουν οικονομικά στοιχεία, ενώ γίνονται ιδιαίτερες αναφορές στο αγροτικό- ιδιοκτησιακό πρόβλημα.

Τέλος εκφράζει τις απόψεις του για μια πιθανή επέκταση της Ελλάδας προς τη Θεσσαλία και τον τρόπο που θεωρούσε ότι αυτή ήταν εφικτή.

 

Antoine Marie Chenavard & Etienne Rey (Αντουάν Μαρί Σενεβάρ & Ετιέν Ρέυ)

O Antoine Marie Chenavard υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ακαδημαϊκής Εταιρείας Αρχιτεκτονικής της Λυών. Διορίστηκε αρχιτέκτονας για την Αλπική περιοχή Rhône και αργότερα δίδαξε αρχιτεκτονική στη Σχολή Καλών Τεχνών της Λυών. Συνεργάστηκε στενά με τον αρχαιολόγο François Artaud και έγινε πλήρες μέλος της Ακαδημίας το 1830.

Έκανε πολλά ταξίδια στην Ιταλία και την Ελλάδα και διορίστηκε ανταποκριτής του Ινστιτούτου το 1855.

Επισκέφθηκε τη Λαμία το 1843 μαζί με το ζωγράφο Étienne Rey (1789-1867) που υπήρξε από τους πρώτους καθηγητές της Σχολής Καλών Τεχνών στη Λυών και διευθυντής του Μουσείου και της Σχολής Σχεδίου στη Βιέννη, ήταν εξαιρετικός δάσκαλος, δημοσίευσε εγχειρίδιο και υπήρξε μέλος πολλών καλλιτεχνικών εταιρειών.

Οι αποτυπώσεις του Rey με θέματα της Αθήνας, από την περίοδο του Όθωνα, και οι υπόλοιπες, κυρίως από την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, τη Σύρο, την Κωνσταντινούπολη, την Τρωάδα και την περιοχή της Σμύρνης, δημοσιεύτηκαν σχεδόν είκοσι χρόνια μετά το ταξίδι τους, γιατί ο Rey θέλησε να χαράξει ο ίδιος τις λιθογραφίες από τα πρωτότυπα σχέδιά του. Πέθανε πριν προλάβει να δει την έκδοση των έργων του. Τις εικόνες συνοδεύουν παρασελίδιες σημειώσεις, σαν ημερολόγιο, με πληροφορίες σχετικές με το ταξίδι. Τα επιχρωματισμένα χαρακτικά με τις αποτυπώσεις των μνημείων κυρίως, μοιάζουν περισσότερο με υδατογραφίες αποδίδοντας τον χώρο σε μαλακό και ήρεμο φως.

Στη περίπτωση της Λαµίας η συνεργασία των δύο συνταξιδευτών αποδείχθηκε πολύτιμη. Οι λιγοστές πληροφορίες του Chenavard, που εξαντλούνται στην περιγραφή του Κάστρου, της θέας και της στρατηγικής του θέσης, συμπληρώνονται από τις πολύ ενδιαφέρουσες εικόνες του Rey.

 

Edward Lear (Έντουαρτ Λήρ)

Ο Edward Lear‎ ή Ἐδουάρδος Λῦαρ, όπως ο ίδιος έγραφε το όνομά του στα ελληνικά ήταν Άγγλος συγγραφέας και ζωγράφος.

Περισσότερο γνωστός όμως έγινε κυρίως για τη συνεισφορά του στο είδος της παράδοξης λογοτεχνίας ή λογοτεχνίας της ανοησίας (nonsense literature) και της σατιρικής ποίησης. Με τα nonsense Limericks που συνέθεσε, δηλ. τα «ανοησιολογήματα» ή «στιχουργικά παραδοξολογήματά» του, καθώς και τις ιδιόμορφες ζωγραφιές που τα πλαισίωναν, ο Λίαρ αναγνωρίστηκε και καθιερώθηκε ως ηγετική φυσιογνωμία αυτού του λογοτεχνικού είδους, ως ο «μαιτρ της ανοησίας».

Εκτός από χιουμοριστικούς στίχους, ο Λίαρ συνέθεσε επίσης μία σειρά από παραδοξολογήματα, όπως την παράδοξη βοτανική (Nonsense Botany) στην οποία εικονογράφησε φανταστικά είδη δικής του ονοματολογίας και το παράδοξο αλφάβητο. Μελοποίησε επίσης ποιήματά του, ωστόσο σημαντικό μέρος της μουσικής που συνέθεσε έχει χαθεί.

Πέρασε από τη Λαμία το 1848, την εποχή του αντιοθωνικού κινήματος που διεξάγονταν σφοδρές συγκρούσεις ανάµεσα στους επαναστάτες και στα φιλοβασιλικά στρατεύµατα.

Ωστόσο αυτό δεν στέκεται αφορμή να χάσει το δικό του τρόπο καταγραφής των γεγονότων. Με χιούµορ περιγράφει ότι συμβαίνει, αλλά και τις φήμες που συνοδεύουν πρόσωπα και καταστάσεις και αυτοσαρκάζεται για την προσπάθειά του να ζωγραφίσει, που κατέληξε στον τραυματισμό του από τον τράγο που υπήρχε στο τοπίο.


 

Φυσικά δεν βρήκε στη Λαμία μια όμορφη πόλη, ωστόσο στάθηκε στους μιναρέδες και στο πάντρεμά τους με το τοπίο, δίνοντας έμφαση στο πλήθος των πελαργών που φώλιαζαν σε αυτούς και οι δυνατές φωνές τους. Ενόχληση του προκάλεσε η μεγάλη στρατιωτική παρουσία.

 

Edmont About (Εντμόντ ή΄Εδμόνδος Αμπού)

Ο Edmond About, ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος, δημοσιολόγος και δημοσιογράφος. Σπούδασε – μετά διακρίσεων – στην École Normale και εργάστηκε για δύο περίπου χρόνια στην Γαλλική Σχολή Αθηνών. Επέστρεψε στο Παρίσι το 1853 και επιδόθηκε στην συγγραφή και στην δημοσιογραφία.

Η πολιτική του τοποθέτηση ήταν στη δημοκρατική παράταξη και   ασκούσε μεγάλη επιρροή στην κοινή γνώμη. Το 1884 εξελέγη μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας αλλά πέθανε πριν προλάβει να καταλάβει την θέση του.

Τα έργα του δέχτηκαν πολλές επικρίσεις, ιδίως για λογοκλοπή.


 

Εκείνο όμως που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, και μάλιστα στην Ελλάδα, ήταν το μυθιστόρημά του (Ο βασιλεύς των ορέων, 1857). Είχε προηγηθεί (1854) το βιβλίο La Grece contemporaine, όπου με οξυδέρκεια, χιούμορ και πολλή ειρωνεία εξετάζει τα πολιτικά, δημοσιονομικά και κοινωνικά πράγματα της Ελλάδος. Στον «Βασιλέα των ορέων» η άποψή του για την Ελλάδα παίρνει λογοτεχνική μορφή: Ένας λήσταρχος ονόματι Χατζησταύρος περιφέρεται θρασύτατα στην Αττική, σκοτώνει, απάγει, ληστεύει με την ανοχή και τη συνεργασία των διωκτικών αρχών, κι όταν αισθάνεται ότι τα χρόνια πέρασαν, αποσύρεται σε «μια μικρή έπαυλη στις όχθες του Ιλισού ... και κινείται δραστήρια ν’ αναλάβει το υπουργείο Δικαιοσύνης».

Στις αρχές του 20ου αιώνα η άποψη ότι το έργο του ήταν μισελληνικό  άλλαξε: Ο Αμπού έγραψε το «Βασιλέα των ορέων» για να στηλιτεύσει τη ληστεία και όχι για να  βλάψει την Ελλάδα.

Το 1848 ήρθε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Το ανήσυχο πνεύµα του τον έκανε να ασχοληθεί µε την ιστορία, τη λογοτεχνία, την κοινωνιολογία, την πολιτική και την  οικονοµία. Ήταν εχθρός της καταπίεσης. Αν και υπάρχουν αμφιβολίες για το αν επισκέφθηκε τη Λαμία και τη Φθιώτιδα, ωστόσο η αναφορά του στο ακανθώδες για την εποχή πρόβλημα της ληστείας στα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, στην κρατική αυθαιρεσία και την καταπίεση από φατρίες και παρακράτος τον καθιστούν φωνή όλων όσων υπέφεραν από τα κακώς κείμενα της εποχής συμπεριλαμβανομένων και των κατοίκων της περιοχής μας.

 

Benjamin- Chevalier Nicolas Marie Appert   (Βενιαμίν Σεβαλιέ Απέρ)

Μια ιδιαίτερη περίπτωση είναι αυτή του Benjamin Nicolas Marie Appert ή Chevalier Appert. Γεννήθηκε στο Παρίσι. Ακόμα νέος, εισήγαγε ένα σύστημα εκπαίδευσης των κρατουμένων. Η επιτυχία τον οδήγησε να δημοσιεύσει ένα Εγχειρίδιο εκθέτοντας το σύστημά του. Ασχολήθηκε ο ίδιος με τη διδασκαλία των κρατουμένων στο Montaigu, αλλά  κατηγορήθηκε ότι είχε κάνει τα στραβά μάτια με την απόδραση των δύο από αυτούς και τελικά φυλακίστηκε.

Μετά την απελευθέρωσή του, αποφάσισε να αφιερώσει το υπόλοιπο της ζωής του στη βελτίωση της κατάστασης των φυλακισμένων και ταξίδεψε εκτενώς στην Ευρώπη για να μελετήσει τα διάφορα συστήματα φυλακών και έγραψε αρκετά βιβλία για το θέμα. Μετά την επανάσταση του 1830, έγινε γραμματέας της βασίλισσας Μαρίας Αμελίας Τερέζα και οργάνωσε τα μέτρα που ελήφθησαν για να βοηθήσει τους απόρους. Του απονεμήθηκε το μετάλλιο της Λεγεώνας της τιμής το 1833.

Στη Λαµία βρέθηκε το 1855 επισκέφθηκε τις φυλακές, στρατιωτικές µονάδες, το Στρατιωτικό Νοσοκοµείο και αποτύπωσε τις τραγικές   συνθήκες που επικρατούσαν. Προτείνει λύσεις για την ανακούφιση των φυλακισμένων και των ασθενών. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει και στην ανασφάλεια των κατοίκων της περιοχής λόγω των ληστειών.


 

Αφιερωμένος στο σκοπό του προσπάθησε να μετατρέψει το κάστρο της Μεθώνης σε ανοιχτή φυλακή αλλά δεν τα κατάφερε. Παρέμεινε όμως εκεί μέχρι το θάνατό του, αφού πρώτα εξάντλησε όλη του την περιουσία σε αγαθοεργίες.

 

Henri Belle (Ανρί Μπελ)

Ο  Henri Belle από το 1868 έως το 1872 βρέθηκε στην Αθήνα ως 3ος γραμματέας της γαλλικής Πρεσβείας. Το 1874 επανήλθε ως 2ος γραµµατέας, αλλά για έναν µόνο χρόνο. Στην Ελλάδα έφτασε με γαλλικό πολεμικό πλοίο, το οποίο περιέπλευσε τις νότιες ακτές της Πελοποννήσου και μετά από μια στάση στην Ύδρα, ελλιμενίστηκε στον Πειραιά, ο οποίος εντυπωσίασε τον Belle. Η Αθήνα, αλλά και όλη σχεδόν η Αττική και στη συνέχεια η Βοιωτία και η Εύβοια είναι περιοχές που επισκέφτηκε, ενώ ακολούθησαν περιηγήσεις στην Φθιώτιδα-Φωκίδα, την Αχαΐα, στα Ιόνια νησιά και στην Πελοπόννησο.

Το 1881 δημοσίευσε τις εντυπώσεις του από την παραμονή του στο ελληνικό κράτος. Η αξιόλογη κλασική παιδεία του, οι γνώσεις του για τις γεωργικές καλλιέργειες, το ενδιαφέρον του για τα ήθη και τα έθιμα, αλλά ταυτόχρονα η γαλλική καταγωγή και το θρήσκευμά του, προβάλλονται με έναν λόγο γλαφυρό και παραστατικό. Το έργο είναι εμπλουτισμένο με τριάντα δύο ξυλογραφίες, τα θέματα των οποίων καλύπτουν τόσο το φυσικό περιβάλλον, όσο και πολλούς ανθρώπινους τύπους, αλλά και λεπτομέρειες από αρχαιότητες.

Για την Λαμία και τη Φθιώτιδα αναφέρεται με τη σειρά του στις ληστείες που ήταν η μάστιγα της εποχής και σημειώνει τη σχέση ληστών, πολιτικών και παρακράτους. Επίσης προβληματίζεται με την ελλιπή αστυνόμευση των κατοικημένων περιοχών και των συνόρων.


 

Εκφράζει τη διαφωνία του στην ιδέα της δημιουργίας μεγάλου σιδηροδρομικού δικτύου και αντιπροτείνει την κατασκευή δικτύου  αµαξιτών δρόµων και σιδηροδροµικές συνδέσεις µικρών αποστάσεων λιµανιών – ενδοχώρας.

Περιγράφει επίσης την κεντρική πλατεία, τους θαµώνες της και τις προεκλογικές συζητήσεις. Δεν παραλείπει να τονίσει την θέα από το Κάστρο.

 

Habbo Gerhard Lolling  (Χάμπο Λόλινγκ)

Ο  Habbo Gerhard Lolling γεννήθηκε στην Τεργέστη και ο πατέρας του ήταν δάσκαλος στο σχολείο του χωριού όπου έμαθε και τα πρώτα του γράμματα. Μαθητής ακόμα έδειξε κλίση στα νέα ελληνικά και ιταλικά. Γράφτηκε στο πανεπιστήμιο το 1863 και σπούδασε κλασική φιλολογία, ιστορία και αρχαιολογία. Αναγορεύτηκε διδάκτωρ το 1871.

Μετακόμισε στην Αθήνα και αφοσιώθηκε στην μελέτη των αρχαιοτήτων. Το 1872 διορίστηκε οικιακός διδάσκαλος στο σπίτι του Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα, όπου δίδαξε για τέσσερα χρόνια. Αργότερα ανέλαβε για τον εκδότη Καρλ Μπέντεκερ την έκδοση ταξιδιωτικού οδηγού για την Ελλάδα. Για το σκοπό αυτό περιόδευσε την Ελλάδα, αλλά το ογκώδες υλικό που μάζεψε θεωρήθηκε ακατάλληλο και δημοσιεύτηκε τελικά με πολύ μικρό αριθμό φύλλων.

Απεβίωσε στις 22 Φεβρουαρίου 1894 στην Αθήνα από χρόνια υπερκόπωση και από τις στερήσεις. Η εργασία του τιμήθηκε μετά θάνατο, ενώ το χειρόγραφό του που είχε συνθέσει ως ταξιδιωτικό οδηγό ξανά – ανακαλύφθηκε και εκδόθηκε το 1989.


 

Στη Λαμία βρέθηκε το 1876-77 και την περιγράφει σαν πόλη υπό ανάπτυξη. Και αυτός επισημαίνει την έλλειψη ξενοδοχείου, ωστόσο σημειώνει την ανοικοδόμηση που γίνεται και κάνει αναφορά στα καφενεία και τα εστιατόρια καθώς και στο ότι φθάνουν στη πόλη Αθηναϊκές εφημερίδες.

Αναφέρει τα αρχαιολογικά «υπολείµµατα» που υπήρχαν στο Κάστρο και τη πόλη και σημειώνει τα παρεκκλήσια του Κάστρου.

 

Julius Centerwall (Γιούλιους Σέντερβαλ)

Ο Julius Centerwall γεννήθηκε, ανατράφηκε και σπούδασε στην Ουψάλα. Διέπρεψε σαν λόγιος και εργάσθηκε με μεγάλο ζήλο για να προωθήσει τις κλασικές σπουδές στην πατρίδα του. Το 1886 αποφάσισε να επισκεφθεί την Ελλάδα και στο μικρό χρονικό διάστημα που παρέμεινε στη χώρα μας, προχώρησε και προς τη Θεσσαλία όπου πρόλαβε να επισκεφθεί τον Βόλο και τη Λάρισα και πέρασε κι από τη Λαμία. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής του, αρρώστησε. Προσβλήθηκε από τους ελώδεις πυρετούς, οι οποίοι ενδημούσαν τότε στον θεσσαλικό κάμπο, διέκοψε την περιήγησή του και κατέφυγε στα παράλια της Ιωνίας όπου ανένηψε.

Επισκέφθηκε τη Λαμία το 1886 και περιέγραψε την κατάσταση που βρήκε με αναφορές στα ήθη και τα έθιμα, τις διαφορετικές ενδυμασίες των κατοίκων και επισημαίνει ότι πολλοί Λαμιώτες (ιδιαίτερα της ανώτερης τάξης) είχαν ήδη υιοθετήσει τον Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.

Ο Λαµιώτικος χαλβάς και η τοπική κουζίνα μνημονεύονται ιδιαιτέρως, ενώ σημειώνει και την κατασκευή των ντόπιων σαμαριών που είχαν μεγάλη ζήτηση και φήμη.

Ωστόσο έκανε αρνητικά σχόλια για το κτίριο όπου στεγάζονταν τα Δικαστήρια.

Επισκέφθηκε και τα λουτρά των Θερμοπυλών και άφησε χρήσιμες πληροφορίες για τον χώρο και τη χρήση τους.

Το 1888, δημοσίευσε στη Στοκχόλμη τις εντυπώσεις του σε βιβλίο με τον τίτλο «Από την Ελλάδα και την Ανατολή».

 

Gaston Dechamps (Γκαστόν Ντεσάν)

Ο Gaston Deschamps ήταν Γάλλος αρχαιολόγος, περιηγητής και συγγραφέας. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του φοίτησε στην École normale supérieure (Paris) και το 1885 διορίσθηκε στη Γαλλική Σχολή Αθηνών για μια τριετία. Οι αρχαιολογικές αποστολές στη Μικρά Ασία, στην Αμοργό και στην κοιλάδα του Σπερχειού, στις οποίες συμμετείχε μαζί με άλλους συναδέλφους του, ήταν επιτυχείς. Καρπός αυτών των επισκέψεών ήταν τα δύο βιβλία του: "Στους δρόµους της Μικρασίας" και η "Ελλάδα σήµερα".

Όταν επέστρεψε στη Γαλλία δίδαξε στο Collège de France και στη συνέχεια εργάστηκε στη εφημερίδα Journal des Débats. Μετά την αποχώρηση του Ανατόλ Φρανς(1893) ανέλαβε τη στήλη Vie Littéraire της εφημερίδας Le Temps.

Το 1888 περιηγήθηκε την κοιλάδα του Σπερχειού και τη Λαμία.

Περιγράφει µια πολύµηνη δίκη, ( με κατηγορούμενους υπαλλήλους και το Γενικό Διευθυντή των Τελωνείων) που παρουσίαζε πανελλήνιο ενδιαφέρον και  είχε διεξαχθεί τότε στη Λαµία. Στη περιγραφή του δίνει  πολλές πληροφορίες για τη στάση δικαστών, ενόρκων, συνηγόρων κ.α. αλλά και τις απόψεις των πολιτών, ενώ δεν αφήνει ασχολίαστο το πολιτικό χρώμα που είχε δοθεί στην υπόθεση.

Την Λαμία την περιγράφει ως μια καινούργια πόλη µε πλατείες, ίσιους  δρόµους και πολλά σύγχρονα σπίτια, επισημαίνει την απομάκρυνση των Τουρκικών στοιχείων και ότι κυριαρχεί το ρεύμα του εκσυγχρονισμού και των μεταρρυθμίσεων, για τις οποίες μέρος του λαού είναι από επιφυλακτικό έως αντίθετο. Δεν παραλείπει να σχολιάσει αρνητικά το κλίμα, την ελονοσία που μαστίζει τη περιοχή και άλλα προβλήματα.

 

Alfred Philippson (Άλφρεντ Φίλιπσον)

Ο Alfred Philippson ήταν Γερμανός γεωλόγος και γεωγράφος. Γεννήθηκε στη Βόννη και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας.  Διορίστηκε επίκουρος καθηγητής και μετά την επιτυχημένη σταδιοδρομία του κλήθηκε στη Βέρνη ως καθηγητής γεωγραφίας. Έχοντας κάνει ταξίδια στην Ιταλία, Ελλάδα, Τουρκία και Μικρά Ασία δημοσίευσε πολλά έργα σε βιβλία και δοκίμια σε τεχνικά περιοδικά.

Το έργο του είναι σημαντικό και πρωτότυπο. Αν και ο βασικός σκοπός των περιηγήσεων του ήταν η μελέτη σε μια γεωλογική βάση τελικά τα εξετάζει και ως φαινόμενα της γήινης επιφανείας και την επιρροή τους στους ανθρώπους.


 

Επισκέφτηκε τη Λαμία στις αρχές της δεκαετίας του 1890, εποχή κατασκευής του σιδηροδρόµου. Αναφέρεται εκτός από πολεοδοµικά  και σε ιστορικά στοιχεία της πόλης, στην πανίδα (όπου σημειώνει ότι υπήρχαν πολλές καμήλες), την οικονομική κατάσταση και καταφέρεται εναντίον του συστήματος των τσιφλικιών θεωρώντας το τροχοπέδη για την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα.

 

Henri Turot (Ανρί Τουρώ)

Ο Henri Turot γεννήθηκε στο Bar-sur-Aube της Γαλλίας και έγινε δημοσιογράφος.

Με τους πρώην συμμαθητές του από το Stanislas College, το 1892 αγόρασε τη La Petite République, την πρώτη καθημερινή εφημερίδα που καλωσόρισε όλα τα σοσιαλιστικά κινήματα. Το 1898 στη μέση της υπόθεσης Dreyfus (κατά την οποία ο Turot εντάχθηκε στο στρατόπεδο του Dreyfus), ένα από τα άρθρα του ενόχλησε και προκάλεσε μια επίθεση εναντίον στελεχών της εφημερίδας. Αυτό στάθηκε αφορμή να φύγει για την Ελλάδα, όπου ανέλαβε να συμβάλλει στις προσπάθειες του διευθυντή της Γαλλικής Σχολής, για να παρέχει στον φιλικό ελληνικό τύπο άρθρα σχετικά με τις αιτίες του Ελληνοτουρκικού πολέμου και την ευθύνη της Γερμανίας, με απώτερο σκοπό να διαδώσει τη γαλλική προπαγάνδα στην Ελλάδα.

Ο Quai d' Orsay του ανέθεσε μια αποστολή στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1915 με προϋπολογισμό 350.000 φράγκα. Κατάφερε να καθιερώσει τη συνεργασία του Βενιζέλου με τη γαλλική κυβέρνηση για τη διάδοση της γαλλικής προπαγάνδας στον ελληνικό στρατό και στον τύπο. Στη συνέχεια, ο Βενιζέλος δημιούργησε μια επιτροπή προπαγάνδας με την υποστήριξη πολλών από τους πλούσιους υποστηρικτές του, συμπεριλαμβανομένου του Βασίλειου Ζαχάρωφ.

Ευρισκόμενος στην Ελλάδα και στη Λαμία την εποχή της κήρυξης του Ελληνοτουρκικού πολέμου με τη δημοσιογραφική του ματιά περιγράφει αναλυτικά την κατάσταση που επικρατούσε.

 

ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΜΑΣ

ΒΙΒΛΙΑ:

 

Ν.Τ.∆αβανέλλος - Γ.Π.Σταυρόπουλος: «Λαµία - Με  τη  γραφίδα  των  περιηγητών (1159-1940)

 

SKENE, James. Μνημεία και τοπία της Ελλάδος, 1838 – 1845, Αθήνα, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, 1985.

SCHWEIGER LERCHENFELD, Amand, (Freiherr von). Griechenland in Wort und Bild, Eine Schilderung des hellenischen Konigreiches, Λειψία, Heinrich Schmidt & Carl Günther, 1887 / Kettwig, Phaidon, 1992.

HAYGARTH, William. Greece, a Poem, in three parts; with notes, classical illustrations, and sketches of the scenery, Λονδίνο, W. Bulmer for G. and W. Nicol, 1814.

SCHWEIGER LERCHENFELD, Amand, (Freiherr von). Griechenland in Wort und Bild, Eine Schilderung des hellenischen Konigreiches, Λειψία, Heinrich Schmidt & Carl Günther, 1887 / Kettwig, Phaidon, 1992.

POUQUEVILLE, François Charles Hugues Laurent. Voyage de la Grèce…, τομ. I-VI, Deuxième édition..., Παρίσι, Firmin Didot, Père et Fils, 1826-27.

REY, Etienne. Voyage pittoresque en Grèce et dans le Levant fait en 1843-1844.

POMARDI, Simone. Viaggio nella Grecia fatto da Simone Pomardi negli anni 1804, 1805, e 1806. Arrichito di tavole in rame, τ. II, Ρώμη, Vincenzo Poggioli, 1820.

1842 – 1885. Ελλάδα, ιστορική, εικονογραφημένη. Μια πλήρης συλλογή ιστορικών, τοπογραφικών και καλλιτεχνικών ντοκουμέντων. Με 280 γκραβούρες εποχής, Αθήνα, Nikolas Books, 1984.

«Τρεις Γάλλοι ρομαντικοί στην Ελλάδα - Λαμαρτίνος, Νερβάλ, Γκωτιέ»

«Ο πυρετός των Μαρμάρων», Συλλογικό

«Ταξίδι στην Ελλάδα» - Γουσταύος Φλομπέρ


Γ. Πλατή: «Λαµία - Ιστορική και  Κοινωνική έρευνα»

Δημήτρη Δημητρόπουλου: «Ο Αργύρης Φιλιππίδης και η Μερική Γεωγραφία του. Ένα σχόλιο»

PAPYROS-LAROUS-BRITANNICA, 2000

Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΤΩΝ 1430-1930-  ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Stephen A. Larrabee  «ΕΛΛΑΣ 1775-1865. ΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΑΝ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ»(εκδόσεις New York University Press 1957)

 

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

Wikipedia.gr

neoskosmos.com

boeotia.ehw.gr

el.travelogues.gr

paramilita.blogspot.com

vlachs.gr

square.gr

in.gr

eyploia.epyna.eu

arvanitika.blogspot.com

larissanet.gr

sotosalexopoulos.blogspot.com

anemourion.blogspot.com/

 

ΤΥΠΟΣ

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ  Ένθετο περιοδικό «Ιστορικά»2005

 

ΕΡΓΑΣΙΕΣ

ΜΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ της Ιλιας Χατζηπαναγιώτη

Περιήγηση στην πόλη με τα μνημεία του χθες της ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑΣ

 

ΑΛΛΕΣ ΠΗΓΕΣ

ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΕΚΠΑ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου