Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

27 Δεκ 2020

ΜΕΣΩ ΛΑΜΙΑΣ: Ο ΤΟΥΡΚΟΣ ΤΣΕΛΕΜΠΙ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ

 ΜΙΑ «ΔΕΥΤΕΡΗ» ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΙΣ  ΖΩΕΣ ΤΟΥΡΚΩΝ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΩΝ  ΠΟΥ ΠΕΡΙΗΓΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗ  ΛΑΜΙΑ ΕΩΣ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ

 

ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ & ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ


 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

Εκτός από τους Ευρωπαίους που περιηγήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Λαμίας υπήρξε ένας Τούρκος και αρκετοί Έλληνες, που ο κάθε ένας με το δικό του τρόπο, μας αφηγήθηκαν κομμάτια της ιστορίας της και μας άφησαν ενδιαφέρουσες αναφορές για τις χρονικές περιόδους που βρέθηκαν στον τόπο μας.

 

Ο τούρκος Evliya Celembi

Evliya Celembi (1611-1682)

 

Οι Έλληνες περιηγητές στη Λαμία

Αργύρης Φιλιππίδης (1758-……)

Κωνσταντίνος Μάνος (1784-1835)

Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός (1778-1849)

Γρηγόρης Περδικάρης (1808-1872)

Dora d' Istria (Ελένη Γκίκα) (1828-1888)

Μιλτιάδης Μπούκας

Παναγιώτης Γ. Πολίτης

Κωνσταντίνος Καπράλος

Βλάσης Γαβριηλίδης (1848-1920)

Ζωσιµάς Εσφιγµενίτης (1835-1902)

Νικόλαος Γερακάρης (Γερακάρις)

Ανδρέας Καρκαβίτσας (1865-1922)

 

O Τούρκος Evliya Celembi (Εβλιά Τσελεμπί)

Ο Evliya Celembi ήταν ανηψιός υψηλόβαθµου αυλικού, με τη βοήθεια του οποίου αναρριχήθηκε σε υψηλά πόστα, που του έδωσαν τη  δυνατότητα πολλών ταξιδιών, από τα οποία κατέγραφε τις εντυπώσεις του.

Το 1667 με την ευκαιρία της εκστρατείας των Τούρκων στην Κρήτη (εναντίον των Βενετσιάνων) βρέθηκε στη Λαμία. Παρά τη μυθιστορηματική του αφήγηση καταφέρνει να δώσει πολλά στοιχεία για τη διοικητική, οικονοµική, στρατιωτική, κοινωνική και θρησκευτική οργάνωση της περιοχής. Ακόμα περιγράφει αναλυτικά τη σημαντική θέση και την κατασκευή του Κάστρου της Λαμίας (αλλά και για τα κάστρα Δοµοκού, Υπάτης και Μενδενίτσας) και μας παρέχει πολλά  στοιχεία για τη πολεοδομία, την αρχιτεκτονική σπιτιών και ναών, τις ενδυµασίες, τα προϊόντα και αναφέρεται στο ποτάμι που διέρρεε εκείνη την εποχή τη πόλη και στα πέντε πέτρινα γεφύρια του.


 

Αν και το έργο του περιέχει αρκετή μυθοπλασία και οι περιγραφές αφορούν περισσότερο το μουσουλμανικό στοιχείο, υπάρχουν ωστόσο αναφορές και στους «απίστους» όπως ονοµάζει όλους τους µη µουσουλµάνους.

Το έργο του Τσελεμπή τοποθετείται σε ένα είδος ελαφρύτερης λογοτεχνίας που πρωταρχικός σκοπός της δεν είναι η ιστορική αλήθεια. Παρόλο που  αναφέρεται διεξοδικά και με ακρίβεια, ειδικά στα γεγονότα στα οποία ήταν παρών, πολλές φορές αναμιγνύει μύθους με ιστορικά γεγονότα. Προσπαθεί να παρουσιάσει το έργο του με λογοτεχνικό τρόπο και γι' αυτό τοποθετεί τον εαυτό του παρόντα σε γεγονότα. Στην εποχή του, το «Βιβλίο των ταξιδιών» εθεωρείτο καλή ψυχαγωγία για τις γυναίκες του χαρεμιού. Αντίθετα με την πρακτική των μεγάλων φιλολόγων της εποχής, ο Τσελεμπή έγραφε σε γλώσσα απλή, χρησιμοποιώντας επίσης τοπικές εκφράσεις, ενίοτε γλαφυρές. Ορισμένες αφηγήσεις του θεωρούνται φανταστικές ή είναι βασισμένες σε άλλες πηγές. Χρησιμοποιώντας την φαντασία του περιέγραψε χώρες τις οποίες ποτέ δεν επισκέφτηκε. Οι μελετητές του έργου του μπορούν σήμερα να ξεχωρίσουν το ψεύτικο από το αληθινό, έτσι το δεκάτομο έργο του παραμένει πολύτιμο για τις εκτενείς πληροφορίες που παρέχει γύρω από την κατάσταση που βρίσκονταν οι πόλεις και τα χωριά κατά την εποχή εκείνη, την ιστορία, τον πολιτισμό και τη γεωγραφία τους.

Οι Έλληνες περιηγητές στη Λαμία

 

Αργύρης Φιλιππίδης

Στα 1815  ο Αργύρης Φιλιππίδης πρόκριτος των Μηλεών Πηλίου κυνηγηµένος από τους ανταγωνιστές του, αποφάσισε να φύγει από το χωριό του. Έτσι ξεκίνησε το οδοιπορικό του, το οποίο αποτύπωσε στο  έργο του «Μερική Γεωγραφία». Ήταν φανερά διαφωτιστής και από τους  πρωτοπόρους δηµοτικιστές.

Εκτός από τη Λαμία επισκέφθηκε και άλλα χωριά στη Φθιώτιδα.

Οι αναφορές του αφορούν τη χωροταξία της πόλης, την αγορά, τα  προϊόντα της, το Σπερχειό ποταµό και στηλιτεύει την έλλειψη σχολείων  και ενδιαφέροντος για την παιδεία των Λαµιωτών. Ας μη ξεχνάμε ότι ήταν αδελφός του Δανιήλ Φιλιππίδη δασκάλου του Γένους και διαφωτιστή.

 


Το 1978 0 ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΣΠΕΡΑΝΤΣΑΣ, εξέδωσε, με επιμέλεια του αρχιμανδρίτη Φιλάρετου Βιτάλη, τα ανέκδοτα μέχρι τότε κείμενα του Μηλιώτη πρόκριτου και λόγιου Αργύρη Φιλιππίδη, «Μερική Γεωγραφία» και «Βιβλίον Ηθικόν». Το πρώτο εικονογραφεί με «γεωγραφικό» τρόπο ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού χώρου στις παραμονές της Επανάστασης του 1821, ενώ το δεύτερο αναδεικνύει όψεις των ηθικών κανονιστικών προτύπων και της νοοτροπίας που διακατείχε τις προυχοντικές τουλάχιστον ομάδες της εποχής. Παρ' όλα αυτά τόσο ο συγγραφέας όσο και τα κείμενα του έμειναν μάλλον στο περιθώριο των νεοελληνικών σπουδών και ελάχιστα αξιοποιήθηκαν από την ιστορική έρευνα. Σε αυτό, νομίζω, συνέβαλαν οι εκδοτικές περιπέτειες των γραπτών του. Το χειρόγραφο της «Μερικής Γεωγραφίας» παρέμεινε εντελώς άγνωστο  στην έρευνα, στην ιδιοκτησία των απογόνων της οικογένειας Φιλιππίδη μέχρι τη δεκαετία του 1960, οπότε παραδόθηκε στον Γιάννη Κορδάτο για μελέτη από τον κάτοχο του Θ. Σπεράντσα. Ο Γ. Κορδάτος περιέλαβε στο ογκώδες βιβλίο του «Ιστορία της επαρχίας Βόλου και Αγιάς από τα αρχαία χρόνια έως σήμερα, Αθήνα, εκδ. 20ός αιώνας [1960]» εκτεταμένα αποσπάσματα του, που αφορούν τους οικισμούς των παραπάνω επαρχιών. Ήταν ενθουσιώδης απέναντι στο έργο του Α. Φιλιππίδη, το κείμενο όμως πέρασε σχεδόν απαρατήρητο.

Η πλήρης έκδοση του σωζόμενου χειρογράφου από τον Θ. Σπεράντσα το 1978 δεν βελτίωσε και πολύ τη διάδοση του έργου, καθώς και πάλι η χρήση του στις ιστορικές μελέτες παρέμεινε μάλλον αναιμική.

  

Κωνσταντίνος Μάνος

Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στο Φανάρι Κωνσταντινούπολης και διετέλεσε Νομικός Σύμβουλος Ελληνικής Πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν γιος του Δημητρίου Μάνου, μεγάλου διερμηνέα (dragoman) της Υψ. Πύλης και ποστέλνικο (αξίωμα των παραδουνάβιων ηγεμονιών) στη Βλαχία και Μολδαβία. Ήταν λόγιος με αξιοσημείωτη βιβλιοθήκη και συνεργαζόταν με λογίους της εποχής. Μητέρα του ήταν η Μαρία (Μαριώρα) Καρατζά, κόρη του πρίγκιπα της Βλαχίας, επίσης λογίου. Ο Κωνσταντίνος ήταν δεύτερος εξάδελφος των Γεωργίου Μάνου, με δράση στην Επανάσταση του 1821 και  του Ιωάννη Μάνου, μέλους της Φιλικής Εταιρείας ο οποίος έπεισε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη να αναλάβει αρχηγός της.

Το Μάρτιο του 1821 καταδικάσθηκε σε θάνατο μαζί με τον πεθερό του Ιάκωβο Αργυρόπουλο, αλλά γλίτωσαν. Το 1824 ήταν εξόριστοι στην Προύσα. Από εκεί ήρθε στην Ελλάδα, όπου έζησε στην Αθήνα μέχρι το θάνατό του, το 1835. Το 1836 γίνεται η 3η έκδοση του ποιητικού του έργου «Τα κατά Κλεάνθην και Αβροκόμην στην Αθήνα». Η σύζυγός του Σεβαστή ήταν εξαιρετικά μορφωμένη, διηύθυνε τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στην Αθήνα από το 1842 και έβαλε τις βάσεις για την παιδεία στο Αρσάκειο.

Η Λαμία το 1826 που την επισκέφθηκε ανήκε στη Θεσσαλία. Αναφέρεται  στα γεωγραφικά και πληθυσμιακά δεδομένα της περιοχής, τα διοικητικά προβλήματα και το ελλιπές οδικό δίκτυο.

Σηµειώνει ως κύρια οικονοµική δραστηριότητα την παραγωγή και εξαγωγή λαδιού αλλά και αλατιού. Κάνει επίσης αναφορά  στη σπουδαιότητα του παζαριού της Λαµίας.

 

Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός

Την 28η Μαρτίου του 1833 οι Τούρκοι έφυγαν από τη Λαμία και γενικότερα από τη Φθιώτιδα, η οποία προσαρτήθηκε στο Ελληνικό κράτος. Η κεντρική διοίκηση έστειλε ως διοικητή τον Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό, λόγιο και πολιτικό. Ο ίδιος θεώρησε το διορισμό αυτό ως απαξιωτικό και κατώτερο των προσόντων του και αντί να προσπαθήσει να ανασυγκροτήσει την περιοχή και να διορθώσει τα κακώς κείμενα, αναλώθηκε στη μεμψιμοιρία και τη γκρίνια.

Ο καημένος ο Νερουλός, με φαναριώτικη καταγωγή και πλούσια παιδεία, που είχε υπηρετήσει κοντά στους ηγεμόνες της Μολδαβίας όπου κατείχε το αξίωμα του Μεγάλου Ποστέλνικου (υπουργός εξωτερικών) ήρθε στην Ελλάδα με τον Καποδίστρια και θεώρησε ότι από ίντρικγες και συκοφαντίες «συναδέλφων» έπεσε σε δυσμένεια και βρέθηκε διορισμένος ως διοικητής στη Λαμία.


 

Απελπισμένος και οργισμένος γράφει και περιγράφει στην επιστολή του:

«Η πόλη της Λαμίας μοιάζει με μια μποέμ (μάλλον εννοεί γύφτισσα), γεμάτη κουρέλια στραβή, κουτσή, καμπούρα, βρώμικη σαν ντιζέζ της κακιάς ώρας». Και παρακάτω: «Όσο για τις Ελληνίδες γυναίκες, θα νόμιζε κανείς βλέποντάς τες, ότι ουρακοτάγκοι άφησαν τις θηλυκές τους στο Ζητούνι για να διασταυρώσουν εκεί τη ράτσα τους». Τα πάντα του έφταιγαν: Το νερό, ο ορίζοντας, ο Σπερχειός, τα πουλιά, οι ανηφόρες τα σκαλιά κλπ κλπ. Για να τελειώσει την επιστολή: «Μείνετε δύο μέρες στη Λαμία και θα χάσετε την όρεξη να μιλάτε …»

«Κλάφτηκε» δεξιά και αριστερά και το 1834 είχε ήδη μετατεθεί ως διοικητής στο Ναύπλιο.

 

Γρηγόρης Περδικάρης

Ο Γρηγόρης Περδικάρης γεννήθηκε στη Βέροια της Μακεδονίας και μεγάλωσε στη Σμύρνη. Το 1826, όταν η καταιγίδα της Επαναστάσεως σάρωνε την Ελλάδα με την προστασία Αμερικανών θα ταξιδέψει για την Αμερική. Αφού φοιτήσει στο Ινστιτούτο κλασσικών σπουδών του Μάουντ Πλέζαντ στο Άχμερνς και στο Μόνσον της Μασσαχουσέτης, θα διδάξει Ελληνικά στο Μόνσον και στο Δημοτικό σχολείο του Χάρβαντ. Το γράμμα του προς μια κυρία της Μασαχουσέτης που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες και που συμπεριλήφθηκε μέσα στο έντυπο του Ελληνικού Συμβουλίου της Βοστώνης: «Τουρκική βαρβαρότης –συγκινητική εξιστόρησι της απίθανής δυστυχίας της κυρίας Σοφίας Μαύρου – μιας Ελληνίδας από το Μεσολόγγι», το 1828, θα προκαλέσει μεγάλη εντύπωση στους αναγνώστες.


 

Ο Περδικάρης θα προσπαθήσει να ενισχύσει το ενδιαφέρον των Αμερικανών γύρω απ’ την κίνηση για την παιδεία στην Ελλάδα με ένα γράμμα προς την Επιτροπή της Νέας Υόρκης τον Μάιο του 1829. Στα μέσα της δεκαετίας του 1830 θα ταξιδέψει στις πόλεις της Αμερικής δίνοντας διαλέξεις με θέμα την Ελλάδα. Η πιο ενδιαφέρουσα λογοτεχνική συμβολή του στην Αμερικανική λογοτεχνία θα είναι η εργασία του στο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια στα 1836 – 37.

Βρέθηκε στην  Ελλάδα το 1837 υπηρετώντας ως πρόξενος των Η.Π.Α, και επισκέφθηκε τη Φθιώτιδα το 1844.

Σχολιάζει την ηρεμία του Σπερχειού και το τοπίο, κατά τη διαδρομή του από την Υπάτη προς Λαμία, τους μύλους, το Κάστρο και τα ίχνη της Τουρκοκρατίας που υπάρχουν ακόμα στη πόλη.

Στις συζητήσεις του με προσωπικότητες της περιοχής επισημαίνει την ανάγκη για ενίσχυση της εκπαίδευσης.

Οι εντυπώσεις του από την επίσκεψή του στην Ελλάδα περιγράφονται στο έργο του «Η Ελλάδα των Ελλήνων», που εκδόθηκε το 1845 στη Νέα Υόρκη.

 

Dora d' Istria (Ελένη  Γκίκα)

Η Dora d' Istria,  ψευδώνυµο της Ελένης Γκίκα, γεννήθηκε στο Βουκουρέστι. Η καταγωγή της ήταν φαναριώτικη από τον οίκο των Γκίκα, από τον οποίο προέρχονταν πολλοί ηγεμόνες σε Βλαχία και Μολδαβία.

Προερχόταν από ένα οικογενειακό περιβάλλον με δημοκρατικές αντιλήψεις και αγάπη για τα γράμματα ιδιαίτερα κοσμοπολίτικο: ο πατέρας της ήταν από τους πρώτους που είχαν υιοθετήσει τη δυτική ενδυμασία και ενδιαφερόταν για τις αρχαιολογικές μελέτες, ενώ η μητέρα της ήταν η πρώτη γυναίκα στη Βλαχία η οποία έγραψε στη ρουμανική γλώσσα ένα υπόδειγμα που συνδύαζε τη γυναικεία χειραφέτηση με τον γλωσσικό εθνικισμό. Ακολουθώντας το αρχαιοελληνικό πρότυπο αγωγής μέσα στην οικογένειά της ασκείτο και σωματικά μαθαίνοντας κολύμπι στον Δούναβη. Εξοικειώθηκε σύντομα με τα αρχαία ελληνικά, τα λατινικά, την ελληνική μυθολογία και ιστορία, αλλά και τις ευρωπαϊκές γλώσσες: τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ιταλικά και τα ρώσικα.

Με το συγγραφικό της έργο, άρθρα σε ευρωπαϊκά έντυπα και βιβλία, υποστήριξε κάθε ελληνική υπόθεση ενημερώνοντας την κοινή γνώμη σε μια εποχή δημιουργίας ενός κύματος ανθελληνισμού. Το εκτενές έργο της δείχνει πως υιοθετούσε πλήρως τη φιλελληνική θεώρηση της σύγχρονης Ελλάδας ως συνέχειας της αρχαίας από κάθε άποψη. Έγραψε βιβλία σε 5 γλώσσες και θεωρείται µια από τις σηµαντικότερες  συγγραφείς του 19ου αιώνα.

Για την περιοχή µας το 1867 δεν κάνει εκτενείς αναφορές παρά μόνο για τη παραμεθόρια θέση της και τους κινδύνους από μια ενδεχόμενη Τουρκική επίθεση. Υποστηρίζει ωστόσο ότι το φρόνημα των κατοίκων της περιοχής είναι υψηλό και ότι είναι έτοιμοι να αγωνιστούν για την απελευθέρωση των ακόμα σκλαβωμένων Ελληνικών περιοχών.

 

Μιλτιάδης Μπούκας

Ο Μιλτιάδης Μπούκας με καταγωγή από την Ήπειρο εγκαταστάθηκε στην Αθήνα στις αρχές του 19ου αιώνα, μαζί με τον φίλο και συντοπίτη του Γεώργιο Σταύρου, μετέπειτα ιδρυτή της Εθνικής Τράπεζας.

Το 1875 εκδίδει έναν πρώιμο αλλά ολοκληρωμένο οδηγό πόλεων με τίτλο «Οδηγός εμπορικός, γεωγραφικός και ιστορικός των πλείστων κυριωτέρων πόλεων της Ελλάδος».


 

Σύμφωνα με σημείωμα του ιδίου: «Η πρό τινων ετών σπουδαία εν Ελλάδι ανάπτυξις απάντων των κλάδων, ιδίως δε του εμπορίου και της βιομηχανίας, κατέστησεν αναγκαίαν την κατ’ έτος έκδοσιν Οδηγού, ενώ πας τις καταφεύγων να βοηθήται προς εκπλήρωσιν της παρουσιαζομένης αυτώ ανάγκης. Την έλλειψιν ταύτην επεχείρησα πρό τινος χρόνου να αναπληρώσω, αν και το έργον ήτο δυσχερέστατον…».

Ο Οδηγός οργανώνεται σε δύο μέρη και συνοδεύεται από «χωρογραφικό χάρτη» των Αθηνών. Το πρώτο αφορά 26 πόλεις της Ελλάδας: προτάσσεται περιγραφή της πόλης που ακολουθείται από καταγραφή δημόσιων, εκπαιδευτικών και κοινοτικών καταστημάτων, επιστημόνων, τραπεζών, εταιρειών, πρακτορείων, φιλανθρωπικών καταστημάτων και συλλόγων, λεσχών, εφημερίδων, εμπόρων, βιομηχάνων και τεχνιτών. Οι πληροφορίες καταχωρίζονται ανά οδό, καθώς όμως πολλές πόλεις στερούνταν ακόμη ονοματοθεσίας οδών, σημειώνεται συνοικία ή ενορία. Το δεύτερο μέρος προορίζεται να εξυπηρετήσει τις ανάγκες εμπόρων και βιομηχάνων. Περιελάμβανε ημερολόγιο, τελωνειακό δασμολόγιο, τα τέλη χαρτοσήμου, τηλεγραφικά τέλη, πίνακα των εμπορικών πανηγύρεων και αντιστοιχία των τραπεζικών γραμματίων προς την «παλαιά γραφή».

Περιέχει μια ολοκληρωμένη περιγραφή της Λαμίας με αναφορές στην  οικονοµία της περιοχής, αναλυτικό κατάλογο των δηµοσίων  υπηρεσιών καθώς και παρουσιάσεις πολλών βιοτεχνών και επαγγελµατιών της πόλης.

Επίσης υπάρχουν αναφορές, για την υπό δημιουργία, βιομηχανία της περιοχής.

 

Παναγιώτης Γ. Πολίτης

Ο Παναγιώτης Γ. Πολίτης τότε εθελοντής – αγωνιστής και φοιτητής του πανεπιστημίου (αργότερα δικηγόρος Βόλου, δημοσιογράφος, πολιτευτής, δημοτικός Σύμβουλος και αδελφός του μεγάλου καθηγητή Νικολάου Πολίτη) στα «απομνημονεύματα περί της τελευταίας εν Θεσσαλία επαναστάσεως – Αθήνησιν 1879», αφιερώνει πολλές σελίδες στην «πορεία» των εθελοντών από την Αθήνα ως τον Αλμυρό και το Πήλιο.

Αφηγείται με αδρό τρόπο τα γεγονότα της επανάστασης του Μαρτίου 1878 στη Θεσσαλία και η συγγραφή του αποτελεί πρωτογενή πηγή για τις μάχες της Μακρυνίτσας, του Πλατάνου, της Ματαράγκας και της μονής της Σουρβιάς στον Θεσσαλικό κάμπο, στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου. Η δραματική αφήγηση του Πολίτη απηχεί χαρακτηριστικά τα εθνικά οράματα των Ελλήνων της εποχής του. Στον πρόλογο συνδέει την εξέγερση των Θεσσαλών Ελλήνων με τις μάχες των Θερμοπυλών του Λεωνίδα και της Γραβιάς του Αθανασίου Διάκου, τονίζει το αδύνατο να περιορισθεί το ελληνικό έθνος – κράτος «μεταξύ Ταινάρου και Λαμίας ή Πηνειού», «εντός των στενών αυτών ορίων», και υπογραμμίζει ότι ο «πολιτικός αστήρ», που κατευθύνει τους απελευθερωτικούς αγώνες του, είναι η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης.

Στην αφήγησή του αυτή καταγράφει την κατάσταση στη Λαμία και τις πολεμικές επιχειρήσεις στο Δομοκό.

Κατηγορεί τις μέχρι τότε ελληνικές κυβερνήσεις ότι δεν έχουν μακρόπνοο σχέδιο, αλλά οικονομούν «δειλώς» μόνον τα παρόντα, και τις καλεί να απορρίψουν «την γραφίδα» και να αναλάβουν «την σπάθην». «Από Ταινάρου μέχρι Σούρπης (του Αλμυρού) έπρεπε να αντηχεί ο ήχος συγκρουομένου σιδήρου, αντί του εκθηλυντικού ήχου μετρουμένου χρυσού», καταλήγει.

 

Κωνσταντίνος  Καπράλος

Ο Κωνσταντίνος Καπράλος, λόγιος, συνεργάτης του φιλολογικού περιοδικού «Παρνασσός» και του «Ημερολογίου» του Σκώκου (ένα από τα πιο επιτυχημένα περιοδικά της εποχής του) περιηγήθηκε την  περιοχή µας το 1891.

Στο οδοιπορικό του «Λαμιακαί εντυπώσεις» περιγράφει τη Λαμία ως μια όμορφη πόλη με εξωστρεφή  διάθεση και τους κατοίκους να διασκεδάζουν, κάποιοι στα Πηγαδούλια (οι πιο τολμηροί) όπου ήταν  εξοχικά καφενεία µε Γερµανίδες τραγουδίστριες, άλλοι σε χώρους αναψυχής με ορχήστρες δηµοτικών τραγουδιών και άλλοι στον κλασικό  χώρο οικογενειακής αναψυχής των Λαµιωτών στον Άγιο Λουκά.

 


Όπως και σήμερα οι πλατείες ήταν γεμάτες με τα τραπεζοκαθίσματα των καφενείων, γεγονός που του προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση. Επισκέφθηκε το Κάστρο και μαγεύτηκε από τη θέα που προσφέρει. Επίσης του άρεσε η οπτική της Οίτης και του Μαλιακού κόλπου από τη Στυλίδα.

Στην περιοχή του Κάστρου επισκέφθηκε την Παναγία την Αρχοντική, την Παναγία Δέσποινα και την ερειπωμένη επισκοπή.

Δεν παραλείπει να επισκεφθεί το κενοτάφιο του Διάκου για το οποίο καταγράφει το πώς δημιουργήθηκε.

Το οδοιπορικό του ολοκληρώνεται με ανάλυση της οικονομίας και των παραγομένων προϊόντων της περιοχής.

 

Βλάσης Γαβριηλίδης

Ο Βλάσης Γαβριηλίδης γεννήθηκε στους Επιβάτες Ανατολικής Θράκης της Προποντίδας από εύπορη οικογένεια και σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, ενώ στη συνέχεια σπούδασε φιλολογία και πολιτικές επιστήμες στη Γερμανία.  Το 1868 δημοσίευσε μια σειρά άρθρων με τίτλο «Γενική ιστορία της Ελληνικής τραγωδίας» στο περιοδικό Επτάλοφος και στην εφημερίδα Μεταρρύθμισις. Λόγω αυτών των δημοσιεύσεων το 1878 εκδιώχθηκε από την Τουρκία και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.


 

Μετά από πολλά άρθρα σε διάφορα έντυπα εξέδωσε ένα περιοδικό «Μη χάνεσαι», που την 1η Νοεμβρίου 1883 το μετέτρεψε στην καθημερινή εφημερίδα «Ακρόπολις». Αν και προσωπικός φίλος του Χαριλάου Τρικούπη, δεν δίστασε να τον πολεμήσει μέσα από τις στήλες του. Την περίοδο εκείνη στήριξε τον Γεώργιο Α΄, τον οποίο ενθάρρυνε να συγκεντρώσει όλες τις εξουσίες στα χέρια του. Από το 1909, δηλαδή μετά από το Κίνημα στο Γουδί, και μέχρι τον θάνατο του, ο Γαβριηλίδης υποστήριξε θερμά την πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου.

Το τυπογραφείο της εφημερίδας του υπήρξε πολλές φορές στόχος αντιπάλων, όπως συνέβη και στα γεγονότα που έμειναν γνωστά ως  «Ευαγγελικά»: Ο Γαβριηλίδης, προοδευτικός και υποστηρικτής της δημοτικής γλώσσας, δεν δίστασε να ξεκινήσει σειρά άρθρων με μετάφραση των Ευαγγελίων στη δημοτική. Εξοργισμένοι υποστηρικτές της διατήρησης της γλώσσας των Ευαγγελίων αντέδρασαν, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να σταματήσει τη δημοσίευση και να ζητήσει συγγνώμη από τους φοιτητές, που πρώτοι είχαν αντιδράσει, αφού όμως ο όχλος είχε καταστρέψει τα γραφεία της εφημερίδας.

Για τη περιοχή µας (1892) άφησε µία από τις πιο σπουδαίες  καταγραφές της κατάστασής για την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα.

Περισσότερο από τη κοσμική ζωή την οποία αναφέρει, ασχολείται με τα κοινωνικά προβλήματα των αγροτών, την κακή οργάνωση της εκπαίδευσης, δικαιοσύνης, δημόσιας τάξης και εν γένει του κράτους και της διοίκησης.

 

Ζωσιµάς Εσφιγµενίτης

Ο µοναχός και λόγιος Ζωσιµάς Εσφιγµενίτης γεννήθηκε στον Άγιο Λαυρέντιο Πηλίου. Έγινε μοναχός στη Μονή Εσφιγμένου του Αγίου Όρους και αργότερα εγκαταστάθηκε στο Βόλο, διατηρώντας το σχήμα του. Εξέδωσε τα ιστορικά περιοδικά «Η Φήμη» (1886 – 1888) και «Ο Προμηθέας» (1889 – 1901). Επίσης ίδρυσε ιδιωτική δανειστική βιβλιοθήκη. Περιηγήθηκε σε ολόκληρη τη Θεσσαλία και συγκέντρωσε πλούσιο υλικό σχετικά με την τοπική ιστορία και τον πολιτισμό, πολλούς κώδικες και σπάνια βιβλία. Μετά το θάνατο του, το 1902, μεγάλο μέρος από τη βιβλιοθήκη του περιήλθε στον σύλλογο «Οι Τρεις Ιεράρχες» και αποτέλεσε τον πυρήνα αυτής της βιβλιοθήκης.

Με τα γραπτά του στηλίτευε την λειψανοκαπηλεία και την εκµετάλλευση των αγιασµάτων και των θαυµατουργών εικόνων.


 

Στη περιγραφή της περιοχής µας, που δηµοσίευσε στον «ΠΡΟΜΗΘΕΑ» το 1894, παραθέτει πληροφορίες για την πολεοδομία, τα δηµογραφικά   στοιχεία και τη διοίκηση. Προβληματίζεται από την καθυστέρηση των έργων για το σιδηροδρομικό δίκτυο και για την κατάσταση των κατοίκων και της πόλης.

Περιγράφει τους τέσσερις ενοριακούς ναούς. Ιδιαίτερα στέκεται στην κατάσταση του κτιρίου του ναού της  Ευαγγελίστριας και αναφέρει ότι  επειδή ο ναός ήταν ηµιτελής, είχε δηµιουργηθεί ένας δεύτερος, µικρότερος και προσωρινός, στο εσωτερικό του πρώτου. Συνεχίζει µε την περιγραφή των τριών υπολοίπων που συμπτωματικά βρίσκονται σε μια γραμμή κάτω από το κάστρο: της Παναγίας Δέσποινας, του Αγίου Νικολάου και των Αγίων Θεοδώρων.

Ακόμα σημειώνει ότι γύρω από το κάστρο, υπάρχουν πολλά παρεκκλήσια, από τα οποία τα επιφανέστερα ήταν του Αγίου Γεωργίου στο Σλα Μαχαλά και της Παναγίας της Αρχοντικής κάτω από το Κάστρο.

Κάνει λεπτομερή καταγραφή των πλατειών, των δρόµων και των υπόλοιπων κτηρίων της πόλης και αναφορά στη καλή κατάσταση του μνημείου του Διάκου.

Τέλος αναφέρεται στην αιχμαλωσία των Ροζάκη & Αγγελή που συνέβη στις 7 Σεπτεβρίου 1894 στο χωριό  Μπεκή ( κατά τη διαδρομή του από την Υπάτη προς Λαμία).

 

Νικόλαος Γερακάρης (Γερακάρις)

Ο Νικόλαος Γερακάρης (Γερακάρις) εισαγγελέας Εφετών, έγινε γνωστός από το ιστορικό αλλά ταυτόχρονα χιουμοριστικό ογκώδες βιβλίο του: «Σελίδες εκ της συγχρόνου Ιστορίας» στου οποίου το πρώτο μέρος «Δικαστικαί Αναμνήσεις», περιγράφει δικαστικούς και δίκες, της προ του 1910 εποχής.

Το έργο του είναι βιωματικό.

Το 4ο κεφάλαιο του βιβλίου όμως, είναι σημείο αναφοράς για τις διώξεις, την κακοποίηση και τις δολοφονίες που υπέστησαν όσοι βρέθηκαν αντίθετοι με το καθεστώς του Ελευθερίου Βενιζέλου και των ξένων συνεργών του Γάλλων και Άγγλων. Έχοντας εκδοθεί πρώτη φορά το 1936, το έργο του πρώην Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών είναι το πιο εμπεριστατωμένο βιβλίο για το εύρος της βίας με την οποία επιβλήθηκε και επανερχόταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος στα πολιτικά πράγματα της δοκιμαζόμενης Ελλάδας.

Με δικαστική διεξοδικότητα ο Γερακάρης εντοπίζει, απαριθμεί και περιγράφει τους δολοφονημένους, φυλακισμένους, εξορισμένους, αιχμαλώτους των ξένων συμμάχων του Βενιζέλου, “τας παραδιδομένας εις ένα παμφάγον πυρ κωμοπόλεις και τα χωρία υπό των αλλοδαπών και ημετέρων επιδρομέων”, την καταστροφή των ιδιωτικών περιουσιών, τις διώξεις των δημοσίων υπαλλήλων.

Γενικά το εμβληματικό έργο του Εισαγγελέα Γερακάρη είναι μια ανεκτίμητης αξίας ιστοριογραφικό τεκμήριο για την λιγότερο φωτισμένη και περισσότερο σκοτεινή όψη του Εθνικού Διχασμού.

Στη Λαµία υπηρέτησε από το 1892 ως το 1894, μια εποχή που για τη κατασκευή του σιδηροδρόμου είχαν εγκατασταθεί πλήθος εργατών, υπαλλήλων κλπ από άλλες περιοχές αλλά και ξένοι τεχνίτες και μηχανικοί, με αποτέλεσμα να βελτιωθεί η όψη αλλά και η άποψη της πόλης που είχε αποκτήσει πλέον ένα κοσμοπολίτικο χαρακτήρα όπως οι μεγαλύτερες πόλεις.

Στα δικαστικά της εποχής εκτός από τα γραφικά και ευτράπελα αναφέρεται εκτενώς στη υπόθεση του λήσταρχου Παπακυρτσόπουλου και τη δολοφονία του εισαγγελέα Πρωτοδικών Λαμίας Λεωνίδα Ροζάκη και του ανακριτή Γεώργιο Αγγελή, κατά τη μετάβασή τους από την Υπάτη σε χωριό της Φθιώτιδας.

 

Ανδρέας Καρκαβίτσας

Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας γεννήθηκε στα Λεχαινά και ήταν Έλληνας λογοτέχνης. Υπήρξε ένας από τους τρεις μεγάλους εκπροσώπους της ηθογραφίας, μαζί με τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Γεώργιο Βιζυηνό και ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος του νατουραλισμού στη νεοελληνική λογοτεχνία.

Ο Καρκαβίτσας ασχολήθηκε με επιτυχία με όλα τα είδη του γραπτού λόγου εκτός από θεατρικά έργα. Συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής του, καθώς και με εφημερίδες στις οποίες προμήθευε πλήθος άρθρα που αφορούσαν τις συνήθειες και τα γνωρίσματα των διαφόρων τόπων της Ελλάδας.


 

Με τα έργα του «Ο ζητιάνος», και η συλλογή διηγημάτων «Λόγια της πλώρης», κατέκτησε τη θέση στους κορυφαίους της νεοελληνικής πεζογραφίας. Αυτά τα δυο έργα έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί σε πολλές χώρες του εξωτερικού, αυτοτελώς καθώς και σε ανθολογίες νεοελληνικής πεζογραφίας.

Στρατιωτικός γιατρός στο επάγγελμα, αποστρατεύτηκε λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας το 1920, με το βαθμό του αρχίατρου. Ασχολήθηκε ενεργά και με την πολιτική ζωή του τόπου, συμμετέχοντας στο εκστρατευτικό σώμα που πήγε στην Κρήτη κατά την Kρητική Eπανάσταση του 1897, στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 – 1913, στο Κίνημα στο Γουδί, κ.α.

Πέθανε από φυματίωση στην Αθήνα, σε ηλικία 57 ετών, πικραμένος για την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας με τη Μικρασιατική καταστροφή, που την είδε να συμβαίνει λίγο πριν πεθάνει.

Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας άφησε και πολλά οδοιπορικά. Ένα από αυτά είναι για τη Λαµία του 1896. Σχολιάζει τις πολιτικές απόψεις των  κατοίκων, ιδιαίτερα αυτές που συνέβαιναν στα κουρεία που λειτουργούσαν όχι µόνο σαν χώροι καλλωπισµού, αλλά και σαν στέκια  συναθροίσεων, συζητήσεων και πολιτικών ζυµώσεων. Αναφέρεται  ακόµη στα πολλά καφενεία, στα εστιατόρια και στον τρόπο διασκέδασης. Θετική είναι και η γνώμη του για την κατάσταση των φυλακών.

 

Εδώ τελειώνει ο 19ος αιώνα και αυτό το ταξίδι.

Ήταν μια περιήγηση στις ζωές των ανθρώπων που πέρασαν από τη Λαμία και με το συγγραφικό τους έργο άφησαν γραπτά ντοκουμέντα για αυτή και ταυτόχρονα πήραν στοιχεία από αυτή.

Γιατί το ταξίδι ήταν και είναι μια διαδραστική εμπειρία μεταξύ του τόπου και του επισκέπτη.

Αφορμή και πυξίδα μας στάθηκε η έκδοση «Λαµία - Με τη γραφίδα των  περιηγητών (1159-1940)» των Ν.Τ. Δαβανέλλου - Γ.Π.Σταυρόπουλου.

 

Εμείς από τη πλευρά μας προσπαθήσαμε να εστιάσουμε στους ίδιους τους περιηγητές, που Μέσω Λαμίας επισκέφθηκαν την Ελλάδα.

 

Παραδίδουμε αυτή την εργασία στη νέα γενιά και στους μελλοντικούς ερευνητές .

Σε οποιαδήποτε στιγμή, αν κάποιος έχει πρόσθετες πληροφορίες, μπορεί να μας αποστείλει πηγές και κείμενα για να τις συμπεριλάβουμε.

 

ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΜΑΣ

ΒΙΒΛΙΑ:

 

Ν.Τ. Δαβανέλλος - Γ.Π. Σταυρόπουλος: «Λαµία - Με  τη  γραφίδα  των  περιηγητών (1159-1940)

 

SKENE, James. Μνημεία και τοπία της Ελλάδος, 1838 – 1845, Αθήνα, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, 1985.

SCHWEIGER LERCHENFELD, Amand, (Freiherr von). Griechenland in Wort und Bild, Eine Schilderung des hellenischen Konigreiches, Λειψία, Heinrich Schmidt & Carl Günther, 1887 / Kettwig, Phaidon, 1992.

HAYGARTH, William. Greece, a Poem, in three parts; with notes, classical illustrations, and sketches of the scenery, Λονδίνο, W. Bulmer for G. and W. Nicol, 1814.

SCHWEIGER LERCHENFELD, Amand, (Freiherr von). Griechenland in Wort und Bild, Eine Schilderung des hellenischen Konigreiches, Λειψία, Heinrich Schmidt & Carl Günther, 1887 / Kettwig, Phaidon, 1992.

POUQUEVILLE, François Charles Hugues Laurent. Voyage de la Grèce…, τομ. I-VI, Deuxième édition..., Παρίσι, Firmin Didot, Père et Fils, 1826-27.

REY, Etienne. Voyage pittoresque en Grèce et dans le Levant fait en 1843-1844.

POMARDI, Simone. Viaggio nella Grecia fatto da Simone Pomardi negli anni 1804, 1805, e 1806. Arrichito di tavole in rame, τ. II, Ρώμη, Vincenzo Poggioli, 1820.

1842 – 1885. Ελλάδα, ιστορική, εικονογραφημένη. Μια πλήρης συλλογή ιστορικών, τοπογραφικών και καλλιτεχνικών ντοκουμέντων. Με 280 γκραβούρες εποχής, Αθήνα, Nikolas Books, 1984.

«Τρεις Γάλλοι ρομαντικοί στην Ελλάδα - Λαμαρτίνος, Νερβάλ, Γκωτιέ»

«Ο πυρετός των Μαρμάρων», Συλλογικό

«Ταξίδι στην Ελλάδα» - Γουσταύος Φλομπέρ


Γ. Πλατή: «Λαµία - Ιστορική και  Κοινωνική έρευνα»

Δημήτρη Δημητρόπουλου: «Ο Αργύρης Φιλιππίδης και η Μερική Γεωγραφία του. Ένα σχόλιο»

PAPYROS-LAROUS-BRITANNICA, 2000

Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΤΩΝ 1430-1930-  ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Stephen A. Larrabee  «ΕΛΛΑΣ 1775-1865. ΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΑΝ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ»(εκδόσεις New York University Press 1957)

 

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

Wikipedia.gr

neoskosmos.com

boeotia.ehw.gr

el.travelogues.gr

paramilita.blogspot.com

vlachs.gr

square.gr

in.gr

eyploia.epyna.eu

arvanitika.blogspot.com

larissanet.gr

sotosalexopoulos.blogspot.com

anemourion.blogspot.com

library.tee.gr

 

ΤΥΠΟΣ

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ  Ένθετο περιοδικό «Ιστορικά»2005

 

ΕΡΓΑΣΙΕΣ

ΜΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ της Ιλιας Χατζηπαναγιώτη

Περιήγηση στην πόλη με τα μνημεία του χθες της ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑΣ

 

ΑΛΛΕΣ ΠΗΓΕΣ

ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΕΚΠΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου