Οι
περισσότερες κοσμογονίες, τα κείμενα
δηλαδή που εξιστορούν τη δημιουργία του κόσμου και την εμφάνιση του ανθρώπου,
αναφέρονται στην ταυτόχρονη δημιουργία του άνδρα και της γυναίκας ή, έστω, στην
δημιουργία της γυναίκας αμέσως μετά τον άνδρα. Οι περισσότερες θρησκείες,
θεωρητικά τουλάχιστον, αναγνωρίζουν την οντολογική ισότητα των δύο φύλων και
σπεύδουν να τονίσουν την συμπληρωματικότητά τους...
Ο Ιησούς δεν
δίστασε να συγκρουστεί με τα ήθη και τα έθιμα της εποχής του και να δείξει
αμέριστη συμπάθεια προς τους φτωχούς, τους αδύναμους, τους δούλους και τις
γυναίκες που αποτελούσαν τότε ιδιαίτερη καταπιεσμένη κοινωνική ομάδα. Όπως ήταν
αναμενόμενο, στην περίοδο των πρωτοχριστιανικών χρόνων και των διωγμών, οι γυναίκες
και οι δούλοι έγιναν δεκτοί με αγάπη ως ισότιμα μέλη της καταδιωκόμενης
Εκκλησίας. Βέβαια, μόλις μετά το Έδικτο
του Μιλάνου η Εκκλησία αισθάνθηκε ασφαλής, η πρωτοχριστιανική περίοδος της γενικευμένης αρετής λησμονήθηκε, πέρασε
στο περιθώριο και τα πράγματα επανήλθαν στην αρχική τους κατάσταση.
Όπως
συμβαίνει και με ένα σωρό άλλα πράγματα, η πράξη υπολείπεται των θεωρητικών
διακηρύξεων. Καμία σχεδόν θρησκεία των ιστορικών χρόνων δεν αποδέχεται, στην
καθημερινή ζωή, την ισότητα των δύο φύλων, ούτε βέβαια και η χριστιανική. Η
εβραϊκή παράδοση ασφαλώς επηρέασε βαθύτατα τον Χριστιανισμό. Σ’ αυτήν ανάγονται
οι ρίζες της υποτιθέμενης περιφρόνησης της σάρκας και του ερωτισμού – στοιχεία
που υποτίθεται ότι αντιπροσώπευε η γυναίκα – και ο περιορισμός της γυναίκας
στον ρόλο που καλούνταν να παίξει: είτε για την
αναπαραγωγή του είδους είτε ως σκεύος
ηδονής. Θα έλεγε κανείς ότι όπως συνέβαινε και με τη δουλεία, έτσι και με
τη γυναίκα δημιουργήθηκε βαθμιαία μια «συνωμοσία σιωπής» εκ μέρους των ανδρών
όλων των θρησκειών, τους οποίους εξυπηρετούσε το καθεστώς υποταγής: μπορούσαν να
το διατηρήσουν κατά βούληση κάνοντας χρήση της φυσικής δύναμης και των όπλων.
Προσθέτουμε,
επίσης, ότι η στάση του απόστολου Παύλου, ο οποίος επιβεβαίωσε, στήριξε και
δικαίωσε δογματικά τη μειονεκτική θέση της γυναίκας – αλλά και το θεσμό της
δουλείας –, υπήρξε αποφασιστική για τη διαμόρφωση του ιδιότυπου χριστιανικού
«αντιφεμινισμού». Αλλά και ο Αυγουστίνος, ο δογματικός στυλοβάτης της Δυτικής
Εκκλησίας – και ο σημαντικότερος ίσως μετά τον απόστολο Παύλο διαμορφωτής ενός διαφορετικού Χριστιανισμού απ’ αυτόν που
δίδαξε ο Χριστός –, διακρίνει στους ανθρώπους το σώμα και την σάρκα, τα οποία
έχουν γένος, και την ψυχή ή το πνεύμα, τα οποία δεν έχουν γένος. Προχωρεί στον
παράδοξο συλλογισμό ότι στο αρσενικό γένος δεν υπάρχει δυισμός ανάμεσα στο σώμα και το πνεύμα, ενώ στο θηλυκό γένος δεν
ισχύει το ίδιο, επειδή το γένος της γυναίκας δεν αντικατοπτρίζει την ψυχή της!
Ο άνδρας, συνεχίζει, δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα του Θεού τόσο ως προς το σώμα
όσο και προς το πνεύμα και την ψυχή, ενώ η γυναίκα μόνο ως προς την ψυχή,
επειδή η θηλυκότητα του σώματος είναι εμπόδιο για την ανάπτυξη του πνεύματος.
Άρα, η κατωτερότητά της είναι «φυσική».
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΜΠΟΥΚΗ «Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ,
2004
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΜΠΟΥΚΗΣ
Ο Γιώργος
Παμπούκης γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Εθνικό
Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Παράλληλα με την άσκηση του επαγγέλματός του, ασχολείται
με τη συγγραφή δοκιμίων. Υπήρξε τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας "Το
Βήμα" για τέσσερα περίπου χρόνια και του "Οικονομικού
Ταχυδρόμου" για δεκατέσσερα χρόνια περίπου. Έχει δημοσιεύσει τα βιβλία:- "Ο μεγάλος κόσμος του μικρού ανθρώπου", Ερμής, 1973 (Έπαινος Δοκιμίου της Ακαδημίας Αθηνών το 1975).
- "Πλοηγός ιδεών για την τρίτη χιλιετία", Δόμος, 1992.
- "Στην τροχιά του ενός Θεού: απόπειρα προσέγγισης των πραγματικών γεγονότων στις μονοθεϊστικές θρησκείες", Έκδοση Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου (Ε.Λ.Ι.Α.), 1999
- "Η μεγάλη αντιπαράθεση", Κριτική, 2004
- "Ημιμάθειας εγκώμιο", Κριτική, 2009.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου