Ο νους του,
ακόμα και όταν ξεκουραζόταν ή ήταν παραδομένος στη διασκέδαση και στα συμπόσια,
κατέτεινε στην ίδια πάντοτε αγριότητα πράξεων και λόγων. Συχνά γίνονταν ενώπιον
του, καθώς αυτός έτρωγε ή γλεντοκοπούσε, σοβαρές συζητήσεις για βασανιστήρια,
ενώ κάποιος στρατιώτης, ειδικός στους αποκεφαλισμούς, έπαιρνε τα κεφάλια όσων
μεταφέρονταν από τις φυλακές...
Κατά τα
εγκαίνια μιας γέφυρας στους Ποτιόλους, που λέγεται ότι ο ίδιος είχε σχεδιάσει,
ενώ είχε προσκαλέσει πολλούς να έρθουν από την ακτή, ξαφνικά τους γκρέμισε
όλους στη θάλασσα˙ και όταν ορισμένοι προσπάθησαν να κρατηθούν από τα πηδάλια
των πλοίων, τους έσπρωξε όλους στο νερό με τα κοντάρια και τα κουπιά. Στη Ρώμη,
κατά τη διάρκεια συμποσίου, επειδή κάποιος δούλος είχε κλέψει μια ασημένια
πλάκα από τις κλίνες του δείπνου, τον παρέδωσε στον δήμιο την ίδια στιγμή, με
τη διαταγή, αφού του κόψει τα χέρια και του τα κρεμάσει από το λαιμό μπροστά
στο στήθος, να τον περιφέρει ανάμεσα στις παρέες των προσκεκλημένων με μια
πινακίδα που θα προηγείτο και θα δήλωνε την αιτία της ποινής. Όταν ένας
μορμύλος μονομάχος αγωνιζόταν εναντίον του με ψεύτικο ξίφος και έπεσε κάτω
προμελετημένα, ο Καλιγούλας τον τρύπησε με σιδερένιο εγχειρίδιο και εν
συνεχεία, λες και ήταν νικητής, άρχισε να τρέχει κρατώντας στο χέρι του ένα
κλαδί δάφνης. Κάποια άλλη φορά, όταν στεκόταν δίπλα στο βωμό με τη στολή του
θύτη και του έφεραν ένα σφάγιο, σήκωσε την τυπίδα και σκότωσε τον άνθρωπο που
αποκεφάλιζε τα σφάγια. Σε ένα από τα πολυτελέστατα συμπόσιά του ξέσπασε ξαφνικά
σε καγχασμούς, και όταν οι ύπατοι, που είχαν ξαπλώσει δίπλα του, τον ρώτησαν με
πολλή προσοχή για ποιο λόγο γελούσε απάντησε: «Μα δεν βλέπετε ότι με ένα απλό
μου νεύμα θα μπορούσα την ίδια στιγμή να καρατομήσω και τους δυο σας;». (Σουητώνιος, Καλιγούλας ΧΧΧII)
Ένα από τα
αστεία του ήταν ότι πήρε θέση δίπλα στο άγαλμα του Δία και ρώτησε τον τραγωδό
Απελλή ποιος από τους δύο του φαινόταν μεγαλοπρεπέστερος˙ επειδή εκείνος
δίστασε, τον μαστίγωσε ξεσχίζοντάς του το σώμα, ενώ κάθε τόσο επαινούσε τη φωνή
του που τον ικέτευε, γιατί δήθεν ηχούσε γλυκύτερα με τους αναστεναγμούς. Όποτε
φιλούσε το λαιμό της γυναίκας του ή της ερωμένης του, πρόσθετε και τούτο: «Έτσι
και δώσω διαταγή, αυτός ο όμορφος λαιμός θα πέσει από τη θέση του». Ορισμένες
πάλι φορές εκτόξευε και την απειλή ότι θα κατέφευγε στα βασανιστήρια για να
μάθει από την αγαπημένη του Καισωνία γιατί τέλος πάντων την αγαπούσε με τέτοιο
πάθος. (Σουητώνιος, Καλιγούλας ΧΧΧIIΙ)
Στρεφόταν
λάβρος εναντίον των ανθρώπων σχεδόν κάθε εποχής, και μάλιστα όχι μόνο με φθόνο
και κακότητα αλλά και με αναισχυντία και αγριότητα. Τα αγάλματα των επιφανών
προσωπικοτήτων, που ο Αύγουστος λόγω στενότητας χώρου είχε μεταφέρει από την
αυλή του Καπιτωλίου στο Πεδίο του Άρεως, τα ανέτρεψε και τα συνέτριψε με τέτοια
μανία, ώστε ήταν αδύνατον να αποκατασταθούν και πάλι με ακέραιους τους τίτλους
τους˙ και απαγόρευσε στο εξής να αναγερθεί άγαλμα ή προτομή οποιουδήποτε σε
οποιοδήποτε μέρος, χωρίς να έχει πρώτα ερωτηθεί και συναινέσει ο ίδιος. Είχε
ακόμα διανοηθεί να καταστρέψει και τα ποιήματα του Ομήρου, διερωτώμενος γιατί
τάχα δεν θα έπρεπε και στον ίδιον να επιτρέπεται αυτό που είχε επιτραπεί στον
Πλάτωνα, ο οποίος είχε εκτοπίσει τον Όμηρο από την ιδεώδη πολιτεία του. Αλλά
και του Βιργιλίου και του Τίτου Λίβιου τα γραπτά και τις προτομές λίγο έλειψε
να απομακρύνει από όλες τις βιβλιοθήκες˙ από αυτούς, στηλίτευε τον πρώτο ως
άνθρωπο ατάλαντο και σχεδόν απαίδευτο, ενώ τον δεύτερο ως φλύαρο και απρόσεκτο
ιστορικό. Επίσης, σχετικά με τις αποφάσεις των δικηγόρων, πολλές φορές τους
απείλησε, σαν να σκόπευε να εξαφανίσει κάθε πτυχή της επιστήμης τους, ότι – αν
το θέλει ο θεός! – θα ρύθμιζε με τέτοιον τρόπο τα πράγματα, ώστε να μην έχουν
πια τη δυνατότητα να προσφέρουν νομικές συμβουλές που θα αντιστρατεύονταν τις
επιθυμίες του. (Σουητώνιος, Καλιγούλας ΧΧΧIV)
Από τις
επιφανέστερες προσωπικότητες οικειοποιήθηκε τα αρχαία διακριτικά γνωρίσματα των
οικογενειών τους, από τον Τορκουάτο το κολάρο, από τον Κιγκινάτο τον πλόκαμο
των μαλλιών, από τον Γναίο Πομπήιο την προσωνυμία Μέγας, που από τα παλαιά
χρόνια ανήκε στη γενιά του. Τον Πτολεμαίο, για τον οποίο μίλησα ήδη, που τον είχε
προσκαλέσει από το βασίλειό του και τον υποδέχτηκε με τιμές, τον εκτέλεσε
ξαφνικά όχι για καμιάν άλλη αιτία, αλλά επειδή, όταν οργάνωσε έναν αγώνα
μονομάχων, παρατήρησε ότι, καθώς ο Πτολεμαίος έμπαινε στο χώρο του θεάματος,
είχε συγκεντρώσει επάνω του τα βλέμματα των ανθρώπων λόγω της λαμπρότητας του
πορφυρού του ενδύματος. Όταν συναντούσε στον δρόμο του ωραίους άνδρες με
πλούσια κόμη, τους παραμόρφωνε ξυρίζοντάς τους το πίσω μέρος του κεφαλιού.
Υπήρχε κάποιος Αίσιος Πρόκουλος, του οποίου ο πατέρας ανήκε στον πρώτο λόχο των
Τριαρίων της ρωμαϊκής λεγεώνας, που τον ονόμαζαν Κολοσσέρω για τις ογκώδεις
διαστάσεις του και την ωραία εμφάνισή του. Ο Καλιγούλας ξαφνικά τον σήκωσε με
τη βία από τη θέση του στο αμφιθέατρο, τον οδήγησε στην αρένα, τον έβαλε να
αγωνιστεί πρώτα εναντίον κάποιου Θράκα μονομάχου και ύστερα εναντίον ενός
οπλομάχου˙ και όταν και τις δύο φορές αναδείχθηκε νικητής, διέταξε αμέσως να
τον δέσουν και, ντυμένο με κουρέλια, να τον περιφέρουν στους δρόμους της πόλης,
να τον δείχνουν στις γυναίκες και ύστερα να τον σφάξουν. Με δυο λόγια, δεν
υπήρχε κανείς με τόσο χαμηλή θέση και τόσο άθλια οικονομική κατάσταση, που να
μην τον φθονήσει, έστω και για όσα είχε. Επειδή ο προϊστάμενος των θυσιών της
Αρτέμιδας της Αρικίας κατείχε ήδη για πολλά χρόνια το ιερατικό αξίωμα, ο
Καλιγούλας βρήκε έναν ρωμαλεότερο διεκδικητή της θέσης για να τον διώξει.
Κάποια μέρα αγώνων, όταν ο αρματομάχος Πορίων χειροκροτήθηκε θερμότατα, επειδή
μετά την νίκη του είχε απελευθερώσει τον δούλο του, ο Καλιγούλας όρμησε τόσο
βιαστικά να φύγει από το θέαμα, ώστε τσαλαπάτησε τα κρόσσια της τηβέννου του
και κατρακύλησε στις σκάλες, αφρίζοντας και ουρλιάζοντας ότι ο κυρίαρχος λαός
της οικουμένης απέδιδε μεγαλύτερη τιμή σε ένα μονομάχο για μια ενέργειά του
ευτελέστατης αξίας από όση απέδιδε στους αποθεωμένους αυτοκράτορές του ή και σε
αυτόν τον ίδιο που ήταν παρών. (Σουητώνιος, Καλιγούλας
ΧΧΧV)
Ουδέποτε
σεβάστηκε ούτε τη δική του ούτε κανενός άλλου την αιδημοσύνη. Λέγεται ότι είχε
σεξουαλικές σχέσεις με τον Μάρκο Λέπιδο, τον ηθοποιό παντομίμας Μνηστήρα και με
κάποιους ομήρους του. Ο Βαλέριος Κάτουλος, νέος από οικογένεια υπάτων,
διακήρυσσε δημόσια ότι ήταν ο επιβήτοράς του, και μάλιστα ότι τα λαγόνια του
είχαν αποκάμει στο κρεβάτι του Καλιγούλα. Πέρα από την αιμομιξία με τις αδελφές
του και τον πασίγνωστο έρωτά του για την εταίρα Πυραλλίδα, σπανίως υπήρξε
γυναίκα επιφανούς οικογένειας που να του ξέφυγε. Συνήθως τις καλούσε με τους
συζύγους τους σε δείπνο και, καθώς εκείνες περνούσαν από τα πόδια της κλίνης
όπου δειπνούσε, τις εξέταζε προσεκτικά και ήρεμα, λες και επρόκειτο για
σκλαβοπάζαρο, πολλές φορές μάλιστα ανασήκωνε με το χέρι του και το πρόσωπό
τους, αν κάποια το είχε σκυμμένο ντροπαλά. Όποτε λοιπόν του ερχόταν η όρεξη, έβγαινε
από την τραπεζαρία και έστελνε να του φέρουν αυτή που του άρεσε περισσότερο. Λίγο
αργότερα επέστρεφε με φανερά ακόμα πάνω του τα σημάδια των ακόλαστων πράξεών
του και είτε την επαινούσε δημόσια είτε την κατηγορούσε απαριθμώντας ένα προς
ένα τα προτερήματα ή τα μειονεκτήματα του σώματός της και του έρωτα που έκανε. Σε
ορισμένες έστελνε εν ονόματι των απόντων συζύγων τους πιστοποιητικό διάλυσης
του γάμου τους και έδινε διαταγή να καταχωριστεί αυτό και στα δημόσια αρχεία. (Σουητώνιος, Καλιγούλας ΧΧΧVI)
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΣΟΥΗΤΩΝΙΟΣ,
ΤΟΜΟΣ Α΄», ΕΚΔΟΣΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, ΑΘΗΝΑ 1999
ΣΟΥΗΤΩΝΙΟΣ
Ο Γάιος Σουητώνιος Τράγκυλλος, γνωστός απλά ως Σουητώνιος ή
Σουητόνιος ήταν Ρωμαίος ιστορικός στα πρώτα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Το σημαντικότερο έργο του που μας διασώζεται είναι το De Vita Caesarum
Βιβλία: Suétone: Περί βλασφημιών, Περί παιδιών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου