Τι είδους
άνθρωπος ήταν αυτός ο ευγενικός φιλόσοφος;
«Είμαι εραστής των βιβλίων μου και μόνο».
Έτσι περιέγραψε κάποτε ο Άνταμ Σμιθ τον εαυτό του σε κάποιον φίλο του, ενώ
ταυτόχρονα επιδείκνυε με καμάρι τη βιβλιοθήκη του. Σίγουρα δεν ήταν όμορφος
άντρας. Το προφίλ του πάνω σε κάποιο μετάλλιό μάς δείχνει ότι είχε προεξέχον
κάτω χείλος ενώ η μύτη του ήταν γαμψή και τα εξόφθαλμα μάτια του προεξείχαν
κάτω από τα βαριά βλέφαρα. Σε όλη του τη ζωή ο Σμιθ έπασχε από καταθλίψεις. Το
κεφάλι του έτρεμε και μιλούσε μ’ ένα περίεργο τραύλισμα...
Επιπλέον, υπήρχε
και η διαβόητη αφηρημάδα του. Στη δεκαετία του 1870, όταν ο Σμιθ κόντευε τα
εξήντα, οι κάτοικοι του Εδιμβούργου απολάμβαναν συχνά το διασκεδαστικό θέαμα
που πρόσφερε ο πιο διάσημος συμπολίτης τους, ντυμένος με ανοιχτόχρωμο παλτό,
παντελόνι μέχρι το γόνατο, λευκές μεταξωτές κάλτσες, παπούτσια με αγκράφα,
καστόρινο καπέλο με πλατύ μπορ και μπαστούνι, καθώς κατηφόριζε τα καλντερίμια
της πόλης με τα μάτια να αγναντεύουν το άπειρο και τα χείλια του να κινούνται
στο ρυθμό μιας σιωπηρής διάλεξης. Κάθε δυο βήματα κοντοστεκόταν σαν να
επρόκειτο να αλλάξει κατεύθυνση ή ακόμα και να γυρίσει πίσω. Κάποιος φίλος του
χαρακτήρισε το περπάτημά του «σκωληκοειδές».
Υπάρχουν
πάμπολλες αφηγήσεις που έχουν να κάνουν με την αφηρημάδα του. Κάποια φορά
κατέβηκε στον κήπο του ντυμένος με μια ρόμπα και, απορροφημένος από τις σκέψεις
του, περπάτησε είκοσι πέντε χιλιόμετρα πριν το συνειδητοποιήσει. Μια άλλη φορά,
καθώς ο Σμιθ έκανε βόλτα στο Εδιμβούργο μ’ έναν επιφανή φίλο του, κάποιος
φρουρός παρουσίασε το ακόντιό του σε χαιρετισμό. Ο Σμιθ, ο οποίος είχε δεχθεί
παρόμοιες τιμές σε άπειρες περιπτώσεις, ξαφνικά λες και υπνωτίστηκε από τον
στρατιώτη που τον χαιρετούσε. Ανταπέδωσε την τιμή με το μπαστούνι του και, προς
μεγάλη και συνεχιζόμενη έκπληξη του συντρόφου του, ακολούθησε κατά βήμα το
στρατιώτη αντιγράφοντας με το μπαστούνι του κάθε κίνηση του ακοντίου. Όταν
επανέκτησε συνείδηση της πραγματικότητας, στεκόταν στην κορυφή μιας σκάλας με
το μπαστούνι επί σκοπόν. Μη συναισθανόμενος ότι είχε κάνει κάτι ασυνήθιστο,
χαμήλωσε το μπαστούνι του και συνέχισε τη συζήτηση από εκεί που την είχε
αφήσει.
Αυτός ο
αφηρημένος καθηγητής γεννήθηκε το 1723 στην πόλη Κερκόντι (Kirkcaldy), στην κομητεία Φάιφ της Σκοτίας. Το
Κερκόντι είχε πληθυσμό χιλίων πεντακοσίων κατοίκων. Την εποχή που γεννήθηκε ο
Σμιθ, κάποιοι από τους κατοίκους χρησιμοποιούσαν ακόμα καρφιά για χρήματα. Όταν
ήταν τεσσάρων ετών, συνέβη κάτι πολύ παράξενο. Μια ομάδα περιπλανώμενων
τσιγγάνων απήγαγε τον Σμιθ. Μετά από ενέργειες του θείου του (ο πατέρας του
είχε πεθάνει πριν ακόμα γεννηθεί ο Άνταμ) οι τσιγγάνοι εντοπίστηκαν,
καταδιώχτηκαν και, πάνω στη συμπλοκή που επακολούθησε, εγκατέλειψαν τον μικρό
Άνταμ στην άκρη του δρόμου. «Φοβάμαι ότι, σαν τσιγγάνος, θα ήταν άθλιος», λέει
ένας από τους πρώτους βιογράφους του.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ROBERT L.
HEILBRONER «ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ»,
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ, 2000
ROBERT L. HEILBRONER
Βραβεία: Υποτροφία Γκούγκενχαϊμ Κοινωνικών επιστημών για τις ΗΠΑ
και τον Καναδά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου