Οι Έλληνες
των ιστορικών χρόνων είχαν ξεχάσει πως αρχική τους πατρίδα δεν ήταν η Ελλάδα,
αλλά οι πεδιάδες της σημερινής Ουγγαρίας. Όπου οι παλιοί μακρινοί πρόγονοι τους
είχαν έρθει από την περιοχή που εκτείνεται ανάμεσα στην Περσία, τον Καύκασο και
τη Νότια Ρωσία. Εκεί, πρόγονοι ακόμα πιο μακρινοί, είχαν εγκατασταθεί για
χιλιετίες, προερχόμενοι από την Ινδία. Είναι ίδιο όλων των λαών να τοποθετούν
τις «ρίζες» τους όπου τους βολεύει – και τους βολεύει – να τις τοποθετούν στην
πιο ευτυχισμένη περίοδο της ιστορίας τους...
Εμείς οι
Νεοέλληνες τοποθετήσαμε τις ρίζες μας όχι στην αρχαία Ελλάδα εν γένει, αλλά στη
λεγόμενη κλασσική περίοδο της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, διότι αυτή είναι πιο
εντυπωσιακή, από κάθε άποψη. Εν τούτοις, η ελληνική ιστορία δεν αρχίζει τον 5ο
αλλά τον 20ο π.Χ. αιώνα, με την κάθοδο των Αχαιών, δηλαδή ενός από
τα τέσσερα ελληνικά φύλα που έρχονται από το βορρά και εγκαθίσταται στην
περιοχή που πολύ αργότερα θα ονομαστεί Ελλάδα.
Ελάχιστα
πριν από τους Αχαιούς, φαίνεται πως ήρθαν από τον ίδιο δρόμο οι Ίωνες. Και λίγο
μετά τους Ίωνες, πάντα από τον ίδιο δρόμο, κατέφθασαν οι Αιολείς. Το τέταρτο
ελληνικό φύλο, οι Δωριείς, θα έρθει στην Ελλάδα με καθυστέρηση χιλίων ετών
περίπου, και αφού στο μεταξύ οι πρώην βάρβαροι Αχαιοί αρχίσουν να αναπτύσσουν
το πολιτισμό τους, που στηρίζεται γερά στους πολιτισμούς του Αιγαίου και της
Κρήτης, οι οποίοι δεν θεωρούνται ελληνικοί. Και που, ωστόσο, χωρίς αυτούς,
ελληνικός πολιτισμός δεν νοείται.
Για τους
Ίωνες και τους Αιολείς, που ετοιμάζονται να αναπτύξουν παραπέρα τον αχαϊκό ή
μυκηναϊκό πολιτισμό, όπως είναι περισσότερο γνωστός θα μιλήσουμε στο επόμενο
κεφάλαιο. Προς το παρόν, θα κάνουμε μια στάση στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι της
ελληνικής ιστορίας, τις Μυκήνες.
Ο μυκηναϊκός
ή αχαϊκός πολιτισμός δεν περιορίζεται μόνο στην πατρίδα του Αγαμέμνονα, τις Μυκήνες, που
τις δόξασε ο Όμηρος.
Εκτός από την Πελοπόννησο, κυρίως τη βόρεια, οι Αχαιοί έχουν
εγκατασταθεί στη Φθιώτιδα και την Ανατολική Στερεά, πλήν της Αττικής, που
κατοικείται μόνο από Ίωνες, και θα συνεχίσει να κατοικείται από Ίωνες και μετά
τη δωρική λαίλαπα.
Στην Αττική
φαίνεται πως δεν πάτησαν ποτέ το πόδι τους ούτε οι Αχαιοί ούτε οι Δωριείς.
Ομοίως και στα κεντρικά παράλια της Μικράς Ασίας, που κι αυτά κατοικούνται από
Ίωνες. (Η Ιωνία διασώζει ακόμα το όνομά τους).
Συνεπώς, ο
κλασσικός ελληνικός πολιτισμός είναι έργο κυρίως των Ιώνων, σε ένα μεγάλο βαθμό
και των Αιολέων, αλλά όχι τόσο των Αχαιών και σχεδόν καθόλου των Δωριέων. Σε
αυτό που έγινε γνωστό σαν «ελληνικός πολιτισμός» και που είναι ο πολιτισμός της
κλασσικής αρχαιότητας, δεν πήραν μέρος όλοι οι Έλληνες στον ίδιο βαθμό.
Παρόλο,
λοιπόν, που όλοι οι Έλληνες έχουν κοινή την καταγωγή μερικοί αποδεικνύονται πιο
δημιουργικοί. Όχι γιατί είναι περισσότερο «προικισμένοι» αλλά διότι έτυχε να
εγκατασταθούν σε περιοχές «στρατηγικές». Μέσω της Ιωνίας, όπου αρχίζει ο
ελληνικός πολιτισμός, οι Έλληνες έρχονται εύκολα σε επαφή με όλους τους
μεσογειακούς πολιτισμούς που εμφανίζονται στη λεκάνη της Μεσογείου πριν από
τους Έλληνες.
Με άλλα
λόγια, ο ελληνικός πολιτισμός είναι η συνέχεια και η κορύφωση του μεσογειακού
πολιτισμού στο σύνολό του, κι όχι η συνέπεια μίας «βιολογικής ικανότητας», που
κουβαλούσαν οι Έλληνες στα κύτταρά τους. Άλλωστε, το είπαμε ήδη, δεν μετείχαν
όλοι οι Έλληνες εξ ίσου στη δημιουργία του ελληνικού πολιτισμού, παρόλο που
όλοι είχαν την ίδια φυλετική, και συνεπώς βιολογική καταβολή.
Ο πολιτισμός
δεν είναι βιολογικό αλλά κοινωνικό γεγονός. Όμως, εμείς οι Νεοέλληνες φαίνεται
πως δεν έχουμε κατανοήσει ακόμα ούτε καν αυτό το στοιχειώδες και συνεχίζουμε να
μιλάμε για μία «προνομιούχο ελληνική φυλή», ταγμένη από τη Μοίρα να
μεγαλουργήσει. Και επειδή οι αλλαγμένες κοινωνικές συνθήκες δεν μας επιτρέπουν
πια να μεγαλουργήσουμε, ζούμε με προγονικούς μύθους και όνειρα απατηλά.
Ο νηστικός
καρβέλια ονειρεύεται – και ο απολίτιστος πολιτισμούς ετοιμοπαράδοτους προσδοκά,
ίσα ίσα για να μην κουραστεί να φκιάξει το δικό του, μέσα στις καινούριες
συνθήκες. Άλλωστε, όσο πιο εκπεσμένος είναι κανείς, τόσο πιο επίμονα ψάχνει στο
«λίμπρο ντ’ όρο» της ιστορίας για τίτλους ευγενείας. Όλοι οι κουρελήδες
φαντάζονται τους εαυτούς τους πρίγκιπες – κι αυτό τους κρατάει στη ζωή. Το
παραμύθι παράγει έργο – μέχρι να αποκαλυφθεί η μυθική του υφή.
Και επειδή από
το 1992 και μετά προβλέπεται μια πολύ βίαιη απομυθοποίηση με την κάθοδο των
Ευρωπαίων, που κατά πάσα πιθανότητα θα είναι η τελευταία ιστορική κάθοδος από
βορράν, η στήλη ανέλαβε αυτόκλητα το άχαρο έργο να ετοιμάσει του Συνέλληνες για
μια όσο γίνεται πιο ομαλή προσγείωση στην πεζή πραγματικότητα.
Λοιπόν, τα
περί «σκοτεινών σχεδίων» και τα τέτοια να τα αφήσουν κατά μέρος οι
επαγγελματίες εθνοκάπηλοι, που ετοιμάζονται να σμπαραλιάσουν άλλη μια φορά τον
ελληνικό λαό.
Ο κλασικός
ελληνικός πολιτισμός δεν είναι το αποτέλεσμα μιας παρθενογέννησης, αλλά η
κατάληξη μιας πολύ αργής πολιτιστικής διαδικασίας, που αρχίζει το 2000 π.Χ. με
την κάθοδο των Αχαιών, που συναντούν και αφομοιώνουν το μεγαλειώδη αιγαιακό και
μινωικό πολιτισμό – τον πρώτο ευρωπαϊκό πολιτισμό – που ωστόσο είναι άμεσα
εξαρτημένος από τους πανάρχαιους πολιτισμούς των λαών της σημερινής Μέσης
Ανατολής. Ουδέν καινόν υπό τον ήλιον. Αλλά υπό τον νεοελληνικό ήλιο το … κενό
είναι πάντα αβυσσαλέο και καταστροφικό.
Οι Αχαιοί
χρειάστηκαν περίπου 400 χρόνια για να προσαρμοστούν στον καινούριο τόπο τους
και να αφομοιώσουν τα πολιτιστικά στοιχεία, που βρήκαν σ’ αυτόν. Και αρχίζουν
να αναπτύσσουν το δικό τους, καινούργιο πολιτισμό, το 1580 π.Χ. Πρόκειται για
τη χρονολογία που ορίζει, κάπως αυθαίρετα, την αρχή του μυκηναϊκού πολιτισμού,
που τελειώνει οριστικά, ύστερα από 500 χρόνια περίπου, το 1100 π.Χ. όχι μόνο
εξαιτίας της εισβολής των Δωριέων που γίνεται τότε, αλλά και από μια εσωτερική
αδυναμία για παραπέρα ανάπτυξη. Ό,τι δεν αναπτύσσεται παραμένει στάσιμο. Και
ό,τι παραμένει στάσιμο σαπίζει. Η σημερινή μας σαπίλα δεν μπορεί να διατηρηθεί
για πολύ ακόμα στη σαλαμούρα του προγονικού μας πολιτισμού. Κι αν δεν
αναπτύξουμε τον δικό μας, μαζί με το νεοελληνικό θα καταρρεύσει κι ό,τι
απόμεινε σε τούτο τον τόπο από τον αρχαίο πολιτισμό.
Πρέπει να
σημειωθεί με την ευκαιρία, πως ο πολιτισμός δεν βρίσκεται στα μουσεία,
βρίσκεται στον καθημερινό βίο μας. Και, βέβαια, σήμερα δεν είναι πολιτισμός
ούτε οι προβληματικές επιχειρήσεις, ούτε οι προβληματικοί επιχειρηματίες, που η
καρδιά τους «χτυπάει ελληνικά» και το πορτοφόλι τους πάλλεται ελβετικά, ούτε το
προβληματικό ΠΑΣΟΚ, που αντί να δώσει την Ελλάδα στους Έλληνες, όπως
υποσχέθηκε, την ξανάδωσε στους κομπιναδόρους, ούτε η ΝΔ που το μόνο που
γνωρίζει από Ελλάδα είναι το κλέπτειν ελληνικά, φωνασκώντας «ζήτω η αιωνία Ελλάς»,
για να φοβηθεί ο νοικοκύρης, δηλαδή ο ελληνικός λαός.
Ο Γερμανός
Ερρίκος Σλήμαν ήταν ο πρώτος που πίστεψε πως τα ομηρικά έπη, εκτός από σπουδαία
ποίηση είναι και ιστορία συγκεκριμένη. Άρχισε, λοιπόν, τις ανασκαφές του από
την Ιθάκη το 1868. Απογοητευμένος που δεν βρήκε εκεί τα ίχνη του Οδυσσέα, πήγε
κατευθείαν στην Τροία. Και εκεί έφερε στο φως τα ερείπια εφτά πόλεων,
στοιβαγμένων από το χρόνο η μία πάνω στην άλλη. Πίστεψε πως η δεύτερη από αυτές
ήταν η ομηρική Τροία.
Ενθουσιασμένος
από την κολοσσιαία του ανακάλυψη, ο μεγαλύτερος αρχαιολόγος όλων των εποχών
(και ήταν ερασιτέχνης), άρχισε να αναζητάει και τον έτερο των αντιπάλων του
Τρωικού Πολέμου, τους ομηρικούς Αχαιούς ή Αργείους. Ο Όμηρος δεν ξέρει τίποτα
περί Ελλήνων ή μάλλον ξέρει πως ήταν μία μικρή θεσσαλική φυλή, που εκστράτευσε
στην Τροία υπό τον Αχιλλέα. Συνήθως, όμως, ονομάζει αυτούς τους Έλληνες
Μυρμιδόνες.
Μέσα σε δύο
χρόνια μόνο, από το 1874 μέχρι το 1876, ο Σλήμαν φέρνει στο φως, και στα
έκθαμβα μάτια όλου του πολιτισμένου κόσμου, τις Μυκήνες. Από το 1881 μέχρι το
1886 σκάβει στον Ορχομενό της Βοιωτίας και αποδείχνει πως ο μυκηναϊκός
πολιτισμός ήταν κάτι πολύ ευρύτερο από τη γεωγραφική περιοχή του Άργους. Το
1884 και 1885 επιστρέφει στην Αργολίδα και σκάβει μετά μανίας στην Τίρυνθα. Νέα
θαύματα έρχονται στο φως – και ο Σλήμαν παντρεύεται Ελληνίδα. Και αποφασίζει να
κατοικήσει στην Ελλάδα. Το Ιλίου Μέλαθρον, ο μέχρι πριν από λίγο χρόνια Άρειος
Πάγος, ήταν το σπίτι του.
Ο Γερμανός
Σλήμαν ήταν ο πιο σπουδαίος Έλληνας που έζησε ποτέ στη νέα Ελλάδα. Πέθανε το
1890, αλλά δεν θα βρείτε τον ανδριάντα του σε καμία κεντρική πλατεία. Βλέπετε,
στις φλέβες του … δεν έτρεχε ελληνικό αίμα. Ω, μεγάλε Σλήμαν, δεν μας άφηνες να
σκάβουμε δώθε κείθε στα τυφλά, επιδιδόμενοι στο εθνικό σπορ της αρχαιοκαπηλίας;
Τι σου ’ρθε να αποδείξεις ότι ο Τρωικός Πόλεμος έγινε όντως;
Λοιπόν, ο
Τρωικός Πόλεμος έγινε όντως περί το 1180 π.Χ. Όχι πάντως για την ωραία Ελένη,
αλλά για τους θησαυρούς του Πριάμου (είναι παλιά συνήθεια, και όχι μόνο
ελληνική, να εξωραΐζουμε την αρπαγή). Η εκστρατεία στην Τροία ήταν η τελευταία
από μια μεγάλη σειρά ληστρικών επιδρομών, που επιχείρησαν οι Αχαιοί Μυκηναίοι, που ήδη είχαν αφομοιωθεί πλήρως με
τους ντόπιους.
Ογδόντα
μόλις χρόνια μετά τον Τρωικό Πόλεμο, το 1100 π.Χ. περίπου, άλλοι ληστές, πολύ
πιο δυνατοί και ακμαίοι, θα ρημάξουν τους Αχαιούς, χωρίς να λογαριάσουν πως κι
αυτοί Έλληνες ήταν.
Βλέπετε,
κανείς δεν μίλησε στους Δωριείς για «εθνική ομοψυχία». Αλλά και μας που μας
μίλησαν τι καταλάβαμε; Οι Έλληνες συνεχίζουν να ληστεύουν ο ένας τον άλλο, με
πλήρη άνεση, τραγουδώντας τον εθνικό ύμνο. Λοιπόν, εκτός από Έλληνες είμαστε
και άρπαγες. Και είμαστε άρπαγες, διότι το επιβάλλει το ισχύον ιδιοκτητικό
καθεστώς. Που το εγκαινιάζουν, ακριβώς οι Μυκηναίοι.
Το μυκηναϊκό
καθεστώς είναι ένα είδος πρώιμης φεουδαρχίας, όπου ο βασιλιάς, διατηρώντας τα
κτήματά του, που βέβαια είναι βασιλικά, επιτρέπει και σε άλλους να έχουν
κτήματα. Αυτοί είναι οι εκλεκτοί του βασιλιά. Που τον ακολουθούν στις
εκστρατείες ως αξιωματούχοι.
Βλέπουμε,
λοιπόν, πως ο μυκηναϊκός πολιτισμός φέρνει μια ριζική ανατροπή σε σχέση με τα
κρατούντα στον μινωικό πολιτισμό, τον οποίον διαδέχτηκε στον ελλαδικό χώρο:
Είναι πολιτισμός που στηρίζεται στη δύναμη και την ανδρεία. Κι αυτό μας είναι
γνωστό τόσο από τα ομηρικά έπη, που αναφέρονται στον μυκηναϊκό πολιτισμό, όσο
και από τις τραγωδίες του αφηγηματικού κύκλου των Ατρειδών. Σ’ αυτή τη
μεταβατική περίοδο, το ιδιωτικό και το δημόσιο, που βρίσκονταν σε αρμονία κατά
την προηγούμενη μινωική περίοδο, έρχονται σε τρομερή σύγκρουση. Κι από αυτή τη
σύγκρουση δημιουργείται η έννοια του τραγικού, που την συνέλαβαν με εκπλήσσουσα
δύναμη και ενάργεια οι τραγικοί ποιητές της κλασσικής περιόδου.
Αποκομμένο
από την κοινότητα και ευρισκόμενο στο έλεος υπέρτερων δυνάμεων, το άτομο
αισθάνεται δυστυχισμένο.
Η τραγωδία
συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.
Ο μινωικός
πολιτισμός ήταν ανάλαφρος, χαριτωμένος, δεν είχε αντίληψη της αιωνιότητας, ήταν
μετά μανίας προσκολλημένος στα εφήμερα, και η γυναίκα κρατούσε σ’ αυτόν
προεξάρχουσα θέση, γιατί ήταν πολιτισμός μητριαρχικός. Ο μυκηναϊκός είναι
βαρύς, πομπώδης, δημιουργεί τα πάντα με την αντίληψη πως τα πάντα θα μείνουν
στην αιωνιότητα, λατρεύει τη δύναμη και η γυναίκα βρίσκεται σε υποδεέστερη θέση
(αλλά όχι εντελώς ακόμα), γιατί είναι πολιτισμός ανδροκρατικός.
Παρά ταύτα,
οι Αχαιοί γοητεύονται από τον μινωικό πολιτισμό και τον μιμούνται σε πάρα
πολλά. Ήδη ο κυρίως ειπείν ελληνικός πολιτισμός, που κυοφορείται, αρχίζει να
ισορροπεί ανάμεσα στην ελαφράδα και τη δύναμη, ανάμεσα στο εφήμερο και το
αιώνιο, ανάμεσα στο διονυσιακό και το απολλώνειο.
Όμως, ούτε ο
Διόνυσος ούτε ο Απόλλων έχουν κάνει ακόμα την εμφάνισή τους, κατά την μυκηναϊκή
περίοδο. Οι Μυκηναίοι τους περισσότερους θεούς τους εισάγουν από τη Κρήτη.
Ειδικότερα ο Δίας είναι γέννημα θρέμμα της Κρήτης. Τώρα, πως βρέθηκε στον
Όλυμπο, μόνο αυτός ξέρει. Ο Δίας πάντως φέρνει μαζί του από την Κρήτη την Αθηνά
και την Αρτέμιδα, άλλες δύο τυπικά κρητικές θεότητες. Με άλλα λόγια, τόσο η
σοφία όσο και η βουκολική ηρεμία και σοβαρότητα, έρχονται στην Ελλάδα από την
Κρήτη.
Όμως, κάτι
λείπει από τον υπό διαμόρφωση ελληνικό πολιτισμό. Λείπει η Αφροδίτη και ο
Απόλλων, που θα μας έρθουν αργότερα από τη λάγνα Ανατολή, όπου διαπρέπουν κάτω
από άλλα ονόματα. Συνεπώς, οι Μυκηναίοι, που δεν γνωρίζουν τον Απόλλωνα και την
Αφροδίτη αποκλείεται να είναι … πλήρεις Έλληνες. Γιατί χωρίς τον χρησμοδότη θεό
του φωτός, χωρίς τη ζωοποιό του έρωτα θεά, η πολιτιστική πληρότητα είναι
εντελώς αδύνατη.
Οι Αχαιοί,
παρέα με τους γηγενείς, τους οποίους κατέκτησαν άνετα χωρίς αιματοχυσίες, θα
αποδειχτούν θαλασσινοί πρώτης τάξεως. Γύρω στα 1400 π.Χ. αρχίζουν να παίρνουν
φόρα, αυτοί οι πρώην στεριανοί, και κατά το 1300 π.Χ. είναι κυρίαρχοι των
Κυκλάδων, της Ρόδου και της Κύπρου. Σε λίγο περνούν στη νότια μεριά της Μικράς
Ασίας (η κεντρική είναι κατειλημμένη από τους Ίωνες) και κατά πάσα πιθανότητα
προωθούνται μέχρι την Αίγυπτο. Σε όλο αυτό το μεγαλείο θα βάλουν απότομο τέλος
οι φοβεροί Δωριείς.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗ «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ
«ΘΕΜΑ», ΑΘΗΝΑ 1988
ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης γεννήθηκε το 1934 στα Σέρβια της Κοζάνης και πέθανε
στην Αθήνα τον Σεπτέμβρη του 2000. Το 1953 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε
κινηματογράφο και δούλεψε σαν βοηθός του Ν. Κούνδουρου και του Ρ. Μανθούλη. Το
1964-65 βρέθηκε στην Αλγερία κοντά στον Μιχάλη Ράπτη. Έγινε επαγγελματίας
κινηματογραφικός κριτικός στη "Δημοκρατική Αλλαγή" (1965). Συμμετείχε
στην εκδοτική ομάδα των περιοδικών "Ελληνικός Κινηματογράφος" (1966)
και "Σύγχρονος Κινηματογράφος" (1968). Εργάστηκε σαν κινηματογραφικός
κριτικός και ρεπόρτερ στο "Βήμα" (1974-1983) και στο
"Έθνος" (1983-1998) σαν κινηματογραφικός κριτικός, σχολιογράφος και
επιφυλλιδογράφος. Επιφυλλίδες ήταν και οι τελευταίες του δημοσιεύσεις στην
"Ελευθεροτυπία".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου