Ο
ακαταπόνητος Πλούταρχος πασχίζει να δείξει πως η λατρεία των Ιουδαίων είναι
διονυσιακού τύπου: Ο αρχιερέας τους φορά στις γιορτές «μίτρα» και «νεβρίδα»
χρυσοπλούμιστη, «ποδήρη χιτώνα» και «κοθόρνους» κ’ έχει κρεμασμένα από τη στολή
του κουδούνια που σημαίνουν καθώς περπατεί, ως
και παρ’ ημίν˙ μεταχειρίζουνται κρότους σε νυχτερινές τους τελετές (παρά τα νυκτέλια …) και χαλκοκρότους τας του θεού τιθήνας
προσαγορεύουσι˙ απέναντι (;) του ναού δείχνουνται τα σχέδια θύρσου και
ντεφιών˙ και ταύτα ουδενί δήπουθεν άλλω
θεών ή Διονύσω προσήκεν. Τις ομοιότητες, αυλούς, τύμπανα, κισσούς, και το
Χρυσό Κλήμα του ναού, τις βλέπει ο Τάκιτος, μα με κριτικότερο μάτι: Οι γιορτές
του Διονύσου είναι χαρωπές και γελαστές, μα των Εβραίων ρυπαρές και παράλογες,
λέει...
Ο Λυδός
πληροφορεί πως ο θεός των Εβραίων είναι για τους Έλληνες ο ορφικός Διόνυσος,
γιατί τα χρυσοκλήματα που κρατούσαν τα παραπετάσματα του ιεροσολυμικού ναού
τους δίνανε ν’ απεικάζουν πως το περιλάλητο ιερό είταν του Διονύσου. Λατρειακές
δε λείπουν ομοιότητες, γεννοκρατούμενες από λατρείες χαναανικές, που τις
χωνεύει η εβραϊκή θρησκεία. Είναι λατρείες αγροτικές, με ισχυρό στοιχείο
εκστασιασμού κ’ ερωτισμού, συγκεντρωμένες γύρω από το Θείο Δράμα. Ο ίδιος τέλος
ο Ιαβέ είτανε θνήσκων και ανασταινόμενος θεός, με τη βασιλική λατρεία
συνδεδεμένος.
Ο λόγος όμως
των ταυτισμών του με τον Διόνυσο είναι η αέναη σύγχυση των ονομάτων Σαβαώθ και
Σαβάζιος, που την τονώνει ίσως το «κύριος Σαβαώθ» των Εβδομήκοντα, καθώς το Κύριος είναι και τίτλος του Σαβαζίου. Τα
ιουδαϊκά από την άλλη νομίσματα παρουσιάζουν για σήματα γνώριμα διονυσιακά
εμβλήματα, το κληματόφυλλο, το σταφύλι, τον αμφορέα, την κούπα. Σ’ ιουδαϊκές
έτσι αποικίες της Μικρασίας που τις εγκατασταίνουν οι Σελευκίδες, η λατρεία του
Ιεχωβά – Σαβάζιου χωνεύεται με τις ντόπιες λατρείες του Σαβαζίου.
Ανάλογο
έχουμε στη λατρεία ενός Σαβαζίου Διός στη Ρώμη. Η λατρεία τούτη κατηγοριέται
από τις εξουσίες πως υπονομεύει την ηθικότητα και ξεριζώνεται το 139 π.Χ. Από
την κατηγορία απεικάζεται πως θα’ ταν εκστασιακή λατρεία ελληνιζόντων Ιουδαίων,
που στο θρακοφρυγικό Σαβάζιο ξαναβρίσκουν τον Ιεχωβά τους.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΗ ΛΕΚΑΤΣΑ «ΔΙΟΝΥΣΟΣ», ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, Β΄ ΕΚΔΟΣΗ 1985
ΠΑΝΑΓΗΣ ΛΕΚΑΤΣΑΣ
Ο Παναγής Λεκατσάς ήταν φιλόλογος και από τους θεμελιωτές της
θρησκειολογίας και εθνολογίας στην Ελλάδα. Σπούδασε νομικά κατά τις επιθυμίες των γονιών του αλλά τελικά
στράφηκε στις φιλολογικές μελέτες. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε
με τις εθνολογικές και θρησκειολογικές μελέτες, των οποίων υπήρξε θεμελιωτής
στην Ελλάδα. Μετά το 1949 ασχολείται με ζητήματα
εθνολογικά και θρησκειολογικά: το 1949 εκδίδει το Προελληνική Μητριαρχία και Ορέστεια,
το 1951 το Η καταγωγή των
θεσμών, των εθίμων και των δοξασιών. Η σημασία του βιβλίου αυτού έγκειται
στο ό,τι «είναι το πρώτο εκτεταμένο,συνθετικό και τεκμηριωμένο έργο στην
ελληνική γραμματεία που μας γνωρίζει με τα μεγάλα θέματα της εθνολογίας και με
τους μεγάλους σκαπανείς της επιστήμης στο χώρο αυτό» και «μέσα σε αυτό υπάρχουν
πολλές εύστοχες παρατηρήσεις και πάρα πολλές ερμηνείες ελληνικών εθίμων και
δοξασιών »
Απεβίωσε: 6
Σεπτεμβρίου 1970
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου