Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

24 Σεπ 2017

Η ΣΑΡΚΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΜΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ




Τέσσερεις αιώνες αγωνίστηκε η Εκκλησία να σώσει την αλήθεια τής σάρκωσης του Θεού από την αλλοίωσή της σε διανοητικό σχήμα και αξιωματική «αρχή». Οι «χριστολογικές», όπως τις λέμε, αιρέσεις απειλούσαν την εμπειρική αμεσότητα με την οποία βιώνει η Εκκλησία το γεγονός της ένωσης του Θεού με τον άνθρωπο. Ο Χριστός των αιρέσεων ήταν ένα ηθικό υπόδειγμα τέλειου ανθρώπου ή μια αφηρημένη ιδέα άσαρκου Θεού...

Και στις δύο περιπτώσεις η ζωή των ανθρώπων δεν αλλάζει ουσιαστικά σε τίποτα, το ζωντανό κορμί του ανθρώπου είναι καταδικασμένο να λυώσει στο χώμα, και οι ατομικές ή κοινωνικές «βελτιώσεις» του ανθρώπινου βίου είναι φενάκη και παραλογισμός ή γυμνή απάτη.
Στην τρίτη, την τέταρτη, την έκτη και την έβδομη Οικουμενική Σύνοδο, τέσσερεις ολόκληρους αιώνες, η Εκκλησία δεν αγωνίζεται για μια αφηρημένη «μεταφυσική», ούτε για να κατοχυρώσει ένα ηθικό υπόδειγμα. Δεν αγωνίζεται καν για το «πνεύμα» του ανθρώπου˙ παλεύει για να σώσει το κορμί του. Μπορεί το κορμί του ανθρώπου – η σάρκα, κι όχι μόνο το πνεύμα – να ενωθεί με το Θεό «ασυγχύτως, ατρέπτως, αναλοιώτως και αχωρίστως»; Μπορεί η ανθρώπινη φύση να αποτελέσει ένα ενιαίο γεγονός ζωής μαζί με τη θεία φύση; Αν ναι, τότε ο θάνατος δεν υπάρχει. Τότε το κορμί σπέρνεται στη γη όπως το στάρι, για να φέρει καρπό εκατονταπλασίονα, να πραγματώσει το πλήρωμα της ζωής. Γιατί ζωή δεν είναι η ατομική επιβίωση, αλλά η αμεσότητα της ερωτικής κοινωνίας, ο τριαδικός τ ρ ό π ο ς της αγαπητικής αλληλοπεριχώρησης, είναι η Εκκλησία – Βασιλεία Θεού, το Σώμα της ενότητας ζώντων και τετελειωμένων, το πλήρωμα της κοινωνίας των αγίων, πέρα από χρόνο και χώρο, είναι η μετοχή στη θεανθρώπινη ενοείδεια της ζωής του Χριστού.
Τέσσερεις αιώνες πάλης με τα διανοητικά σχήματα των αιρέσεων για να σωθεί το κορμί του ανθρώπου από τον παραλογισμό του θανάτου. Για να φανερωθεί η δυνατότητα που έχει το ταπεινό υλικό του κόσμου, η σάρκα της γης και του ανθρώπου, να ενωθεί με τη θεία ζωή, να ενδυθεί το φθαρτό αφθαρσία. Τέσσερεις αιώνες πάλη και άθλημα ενός ολόκληρου πολιτισμού θεμελιωμένου στην αλήθεια της Εκκλησίας, για να μπορέσει η γλώσσα να σημάνει τη δυναμική της ζωής που αποκάλυψε η σάρκωση του Λόγου. Και μαζί με τη γλώσσα η πάλη του ζωγράφου να πει την ίδια αλήθεια με το χρωστήρα, όχι εικονικά και συμβολικά, αλλά αποτυπώνοντας στο σχέδιο και στο χρώμα την αφθαρτοποίηση και τη δόξα της ανθρώπινης σάρκας. Και μαζί το πλαστικό τραγούδι του αρχιτέκτονα που «λογοποιεί» την πέτρα και τον πηλό, και στο χτίσμα του χωρείται ο αχώρητος και σαρκώνεται ο άσαρκος, και δικαιώνεται η σύμπασα κτίση και το κάλλος της κτίσης. Μαζί και ο ύμνος του ποιητή και η μελωδία του μουσουργού, μια τέχνη που υποτάσσει τις αισθήσεις αντί να υποταχθεί σε αυτές, αποκαλύπτοντας σε αυτή την υποταγή το μυστικό της ζωής που νικάει το θάνατο.
Σήμερα, δώδεκα αιώνες μετά από τους μεγάλους σταθμούς του αθλήματος, η αίρεση μοιάζει να κυριαρχεί ολοκληρωτικά στο χριστιανικό μας βίο. Η αλήθεια τής σάρκωσης του Θεού, η αλήθεια για τη σωτηρία τού ολόκληρου ανθρώπου, είναι κρυμμένη στα κάποια ελάχιστα μοναστήρια και στις μορφές των ασκητών, σε κάποιες ελάχιστες μορφές τίμιας πάλης για να σωθεί το κορμί του ανθρώπου από τον παραλογισμό του θανάτου. Στον «επίσημο» χριστιανικό μας βίο – στα κηρύγματα των περισσότερων Επισκόπων, στις στήλες των θρησκευτικών εντύπων, στη γιορταστική αρθρογραφία των εφημερίδων – κυριαρχεί ο Χριστός των αιρέσεων: ένα ηθικό υπόδειγμα τέλειου ανθρώπου ή μια αφηρημένη ιδέα άσαρκου Θεού. Και το ακόμα τραγικότερο: μπορεί το κήρυγμα να είναι άψογο δογματικά, αλλά η δογματική του ακρίβεια μένει γράμμα νεκρό, άσχετο με τη δύναμη της ζωής που νικάει το θάνατο.
Σιωπηλά και ανεπαίσθητα, δίχως αντικειμενικές αμφισβητήσεις, θεολογικές αντιδικίες κα έριδες, δίχως μεταρρυθμίσεις στη ζωή και στην πράξη του εκκλησιαστικού βίου, η αίρεση καταργεί το γεγονός της Εκκλησίας συντηρώντας μια ψευδαίσθηση «πίστης» στις «αλήθειες» της. Η δυναμική μεταμόρφωση της αμαρτίας του ανθρώπου σε γεγονός κοινωνίας και σχέσης στα όρια του θεανθρώπινου  σώματος της Εκκλησίας, ο τριαδικός τρόπος της υπάρξεως που αποκάλυψε η σάρκωση του Λόγου, μεταποιούνται σε αφηρημένη ιδεολογία και χρησιμοθηρική ηθική.
Κι όμως αυτό που διψάμε οι άνθρωποι δεν είναι τα υποδείγματα ηθικής τελειότητας ούτε οι αφηρημένες ιδέες για το Θεό. Λαχταράμε στα βάθη της ύπαρξής μας τη σωτηρία του κορμιού μας, την ολόκληρη σωτηρία μας από τον παραλογισμό του θανάτου, την άμεση εμπειρία του Θεού. Γι’ αυτό και ο Χριστός των αιρέσεων μπορεί να απασχολεί και να ενδιαφέρει ακόμα κάποια μειονότητα ανθρώπων, ενώ ο Χριστός της Εκκλησίας είναι δίψα και αναζήτηση, συνειδητή ή ανεπίγνωστη, του κάθε ανθρώπου.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ «Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΗ», ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ 1989

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
Ο Χρήστος Γιανναράς είναι σύγχρονος Έλληνας καθηγητής φιλοσοφίας και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 10 Απριλίου 1935. Σπούδασε θεολογία στην Αθήνα και φιλοσοφία στη Βόννη και το Παρίσι.
Γέννηση: 10 Απριλίου 1935 (ηλικία 80), Αθήνα
Βιβλία: Ορθοδοξία και Δύση στη Νεώτερη Ελλάδα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου