Πρέπει να
διακρίνουμε ανάμεσα στη θρησκευτική
αδιαφορία και στο συνειδητό αθεϊσμό.
Ο συνειδητός αθεϊσμός είναι υπαρξιακό γεγονός και στάση ζωής, ενώ η θρησκευτική
αδιαφορία μόνο ένα κοινωνιολογικό σύμπτωμα. Κατά κανόνα ο αθεϊσμός
αντιπροσωπεύει μια φάση του θρησκευτικού προβληματισμού, είναι η άλλη όψη του θρησκευτικού
φαινομένου, της δίψας του ανθρώπου στα ακραία όρια του υπερβατικού και του
απόλυτου, της πάλης του για το νόημα της ύπαρξης, του κόσμου και της Ιστορίας...
Η θρησκευτική
αδιαφορία είναι ένα κοινωνιολογικό φαινόμενο άμεσα συνδεδεμένο με τη μορφή της
καταναλωτικής κοινωνίας. Αντιπροσωπεύει μια παθητική στάση απουσίας
προβληματισμού και είναι συνάρτηση της γενικότερης αδιαφορίας για την ποιότητα της ζωής. Ο θρησκευτικά
αδιάφορος άνθρωπος περιορίζει συνήθως τις εμπειρίες ή τις αναζητήσεις του σε
έναν ατομοκρατικό ευδαιμονισμό, δίχως απαιτήσεις για ουσιαστικότερες
δυνατότητες υπαρκτικής πλήρωσης. Γι’ αυτό και δεν αρνείται την ύπαρξη του Θεού
ή την αλήθεια της Εκκλησίας˙ απλώς δεν θέτει τέτοια ερωτήματα – δεν γεννιώνται
μέσα του ή δεν αφήνει να γεννηθούν προβλήματα που απαιτούν μια υπεύθυνη
πνευματική δοκιμασία και τελικά μια δυναμική υπαρξιακή τοποθέτηση.
Η ίδια η
καταναλωτική κοινωνία, σαν οργανωμένο σύστημα και τρόπος ζωής, σκοπεύει
προγραμματισμένα στη δημιουργία παθητικών φορέων της καταναλωτικής νοοτροπίας.
Η καλλιέργεια υπαρκτικών ερωτημάτων, η μετάθεση των κοινωνικών απαιτήσεων από
το επίπεδο της ζωώδους ευημερίας στο επίπεδο ανάπτυξης της ανθρώπινης
προσωπικότητας και δημιουργίας κριτηρίων ποιότητας
της ζωής, προσκρούει ωμά και απερίφραστα στην καταναλωτική σκοπιμότητα.
Έτσι η θρησκευτική
αδιαφορία δεν είναι μόνο παράγωγο του καταναλωτικού υπνωτισμού των μαζών, αλλά
και συντελεστής για τη λειτουργία του καταναλωτικού συστήματος. Κατά τούτο η θρησκευτική
αδιαφορία έχει ένα σαφέστατο πολιτικό περιεχόμενο, συνιστά μια πολιτική στάση.
Αντίστροφα και – ειδικά στο χώρο της ορθόδοξης εκκλησιαστικής Παράδοσης που
είναι ριζικά ασυμβίβαστη με τον ατομοκρατικό ευδαιμονισμό και τις
κοσμοθεωρητικές του προεκτάσεις – η εξουδετέρωση του θρησκευτικού
προβληματισμού αντιπροσωπεύει μια συγκεκριμένη πολιτική σκοπιμότητα προκειμένου
να λειτουργήσει το καταναλωτικό σύστημα.
Η ορθόδοξη
εκκλησιαστική θεώρηση της ζωής βρίσκεται στους αντίποδες του αυτοσκοπού της
κατανάλωσης, γι’ αυτό και την υπονομεύει έμπρακτα, και επομένως υπονομεύει το
πολιτικό σύστημα που υπηρετεί την καταναλωτική σκοπιμότητα. Βασική προϋπόθεση
για τη μετοχή στη ζωή και την αλήθεια της Εκκλησίας είναι η άσκηση – η άσκηση όχι σαν μαζοχιστική
στάση απέναντι στις ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες, ούτε σαν απλή γυμναστική
της θέλησης. Η εκκλησιαστική άσκηση αποβλέπει στην υποταγή της απρόσωπης
ατομικής – βιολογικής επιθυμίας στην απόλυτη προτεραιότητα της προσωπικής
σχέσης και κοινωνίας. Η βίωση της αληθινής κοινωνίας
των ανθρώπων, αλλά και η εύρεση του προσωπικού λόγου της φυσικής
πραγματικότητας, όπως και η αποκάλυψη του προσωπικού Θεού μέσα στην Ιστορία,
προϋποθέτουν την ασκητική αυθυπέρβαση της ατομικότητας, το γεγονός της
προσωπικής σχέσης και αυτοπροσφοράς.
Θα τολμούσε
λοιπόν να ισχυριστεί κανείς ότι η άσκηση, σαν κοινωνική φανέρωση και πραγμάτωση
της αλήθειας της Εκκλησίας, αντιπροσωπεύει και μια ριζοσπαστική πολιτική στάση
και πράξη ασυμβίβαστη με το καταναλωτικό σύστημα. Αντίθετα, η μόνη «μεταφυσική»
στάση και πράξη που μπορεί να συνυπάρξει ή και να υπηρετήσει τις πολιτικές
προϋποθέσεις του καταναλωτικού συστήματος είναι η αλλοίωση της ασκητικής
αλήθειας της Εκκλησίας σε ένα μικροαστικό φορμαλισμό υποκειμενικής ιδεολογίας
και ηθικής ή, ακόμα πληρέστερα, η θρησκευτική αδιαφορία.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ
ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ «Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΗ», ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ
1989
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
Ο Χρήστος Γιανναράς είναι σύγχρονος Έλληνας καθηγητής φιλοσοφίας
και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 10 Απριλίου 1935. Σπούδασε θεολογία
στην Αθήνα και φιλοσοφία στη Βόννη και το Παρίσι.
Βιβλία: Ορθοδοξία και Δύση στη Νεώτερη Ελλάδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου