Αναφορές
στην άγαμη ζωή είναι πολυάριθμες στα συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας,
προφανώς σαν μια αντίδραση στη σεξουαλική χαλαρότητα που επικρατούσε στον
ειδωλολατρικό κόσμο και ακόμη σαν μια έκφραση της πρωτοχριστιανικής αίσθησης
της πέρα από τα όρια του κόσμου τούτου θέσης του Χριστιανισμού. Φαίνεται επί
πλέον ότι ο μοναχισμός φάνηκε σε πολλούς σαν η ασφαλής και υψηλότερη λύση των
ηθικών προβλημάτων. Παρά την υπεροχή αυτή του μοναστικού πνεύματος – έκφραση
του οποίου είναι και η καθιέρωση της αγαμίας των επισκόπων – η Εκκλησία
ανένδοτα διατήρησε τη θετική αξία του γάμου. Αναγνωρίζεται επίσης παγκόσμια στο
γάμο ο μυστηριακός του χαρακτήρας, ενώ λίγοι μόνο εκκλησιαστικοί συγγραφείς
αποδίδουν έναν επίσης μυστηριακό χαρακτήρα στη τελετή της μοναχικής κουράς...
Όπως ο
χριστιανικός γάμος απαιτεί θυσία, υπευθυνότητα στην οικογενειακή δόμηση,
αφιέρωση και ωριμότητα, έτσι και η χριστιανική αγαμία είναι αδιανόητη χωρίς
προσευχή, νηστεία, υπακοή, ταπείνωση, φιλανθρωπία, και σταθερό ασκητικό αγώνα. Δεν
είναι ανακάλυψη της σύγχρονης
ψυχολογίας το γεγονός ότι η απουσία της σεξουαλικής δραστηριότητας δημιουργεί
προβλήματα: Οι Πατέρες της Εκκλησίας το ήξεραν πολύ καλά και επεξεργάστηκαν ένα
αξιοσημείωτο σύστημα ασκητικών προδιαγραφών – τη βάση όλων των μοναστικών
κανόνων – που κάνει την παρθενία πιθανή και απολαυστική. Γνωρίζουν, πολλές
φορές καλύτερα από τους σύγχρονους ψυχολόγους, ότι το ανθρώπινο ένστικτο του
έρωτα και της αναπαραγωγής δεν είναι απομονωμένο από τα υπόλοιπα της ανθρώπινης
ύπαρξης, αλλά είναι το κεντρικότερο. Δεν μπορεί να καταπιεστεί παρά μόνο να
μεταμορφωθεί, να μετουσιωθεί και να διοχετευτεί σαν αγάπη για το Θεό και τον
πλησίον, με την προσευχή, τη νηστεία, και την υπακοή στο όνομα του Χριστού.
Μια από τις
μεγαλύτερες πηγές των πρόσφατων συγκρούσεων που αφορούν την αγαμία του κλήρου
στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, βρίσκεται στο ότι η απαίτηση για αγαμία
επιβάλλεται ακόμη, χωρίς όμως πια την πνευματικότητα, που συνήθως υπηρετούσε
αυτή στη φυσική της τοποθέτηση, και χωρίς την οποία παρουσιάζεται ανυπόφορη και
άχρηστη. Η περισυλλογή, η καθημερινή λειτουργία, ο ειδικός «ιερατικός» τρόπος
ζωής σε απομόνωση από τον κόσμο, η ακτημοσύνη, η νηστεία έχουν όλα
εγκαταλειφθεί. Ο ιερέας δεν υποβάλλεται σε κανένα ιδιαίτερο περιορισμό στη φυσική
ικανοποίηση των επιθυμιών του για φαγητό, ποτό, άνεση, και χρήματα και δεν
ακολουθεί τώρα πια καμιά πραγματική πειθαρχία σε κάποιο τυπικό προσευχής.
Η αγαμία του
είναι ακόμη αποστερημένη από την πνευματική της σημασία, η οποία μόνο μπορεί να
είναι εσχατολογική – αποσκοπούσα στην «Βασιλεία». Πόσο διαφορετικά από την
«Βασιλεία» είναι το συνήθως άνετο πρεσβυτέριο (Rectory) και πόσο
αντιδραστική η έκκληση της μοντέρνας Θεολογίας για «ανάμειξη στον κόσμο» και
«κοινωνική πρόνοια» σαν τις μόνες μορφές με τις οποίες η Βασιλεία του Θεού
πρόκειται να αποκαλυφθεί. Μα τότε, γιατί στο καλό, αγαμία;
Αλλά και
στην Ορθοδοξία, η αγαμία, που εφαρμόζεται από κάποιον σαν σκαλί για την
Αρχιεροσύνη, είναι ασφαλώς, ένας ακόμη χειρότερος πνευματικός κίνδυνος. Ολόκληρη
η Παράδοση της εκκλησίας είναι απόλυτα σύμφωνη στη διακήρυξη ότι η αυθεντική
παρθενία και μοναχική ζωή, μόνο σε μοναστικά κοινόβια μπορεί να πραγματωθεί. Μόνο
ξεχωριστές και ασυνήθιστα ισχυρές προσωπικότητες μπορούν να ασκήσουν μια γεμάτη
νόημα αγαμία, αν και ζουν στον κόσμο. Η ταπείνωση είναι προφανώς η μοναδική
αρετή, χάρη στην οποία κατορθώνουν και τα βγάζουν πέρα, αλλά, όπως όλοι ξέρουμε
κι όπως φαίνεται από μακριά, είναι η δυσκολότερη, και γι’ αυτό η σπανιώτερη,
των αρετών.
π. Ι. Μάγιεντορφ, Γάμος, μια ορθόδοξη προοπτική, μετ.
Διαμαντή Αυγουστίδη, έκδ. Ι. Μ. Θηβών και Λεβαδείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου