Το κλίμα της
συγχύσεως που είναι από τα κύρια χαρακτηριστικά της εποχής μας, δεν έχει αφήσει
δυστυχώς ανεπηρέαστη της ζωή της Εκκλησίας, γιατί δεν επηρεάζει μόνο η Εκκλησία
τον κόσμο, αλλά και ο κόσμος την Εκκλησία.
Το πνεύμα
της συγχύσεως μέσα στην Εκκλησία παρουσιάζεται, κυρίως, με την τάση που
φαίνεται να έχουμε σε κάποιο βαθμό όλοι μας, να πιστεύουμε ότι εμείς μόνο
αντιλαμβανόμαστε σωστά τη διδασκαλία του Χριστού. Όλοι μας, σε κάποιο βαθμό,
θέλουμε να έχουμε το μονοπώλιο της ευσεβείας ή της Ορθοδοξίας και αισθανόμαστε
και την ανάγκη να συντρίψουμε οποιονδήποτε άλλο διεκδικεί αυτά τα μονοπώλια...
Πολύ συχνά
αυτός ο πόλεμος κατά των ανταγωνιστών μας παίρνει το χαρακτήρα πολέμου ιερού,
παρουσιάζεται σαν προφητικό λειτούργημα, σαν εκπλήρωση μιας ιερής αποστολής για
την καταδίκη της διαφθοράς και τη διακήρυξη της αλήθειας.
Πολύ σπάνια
έχουμε τη δυνατότητα ή τη διάθεση να εξετάσουμε τα εσωτερικά κίνητρα αυτού του
προφητικού μένους και φαίνεται να μας διαφεύγει ότι τον Ιησού Χριστό δεν τον
ενδιαφέρει τόσο αυτό που κάνουμε, όσο ο λόγος για τον οποίο το κάνουμε.
«Ο
Θεός αξιολογεί τα έργα μας αναλόγως του σκοπού, εάν δηλαδή τα κάνουμε γι’ Αυτόν
ή γι’ άλλη αιτία» Μαξίμου Ομολογητού, Κεφ. 36, εκατοντάς β΄, Περί αγάπης.
«Οι
δαίμονες ούτε τη σωφροσύνη μισούν, ούτε τη νηστεία αποστρέφονται, ούτε την
προσφορά χρημάτων, ούτε τη φιλοξενία ή την ψαλμωδία, ούτε την επίδοση στη
μελέτη, ούτε την ησυχία, ούτε τις υψηλές διδαχές, ούτε τον ασκητικό ύπνο
καταγής, ούτε την αγρυπνία και γενικά τίποτε απ’ όλα εκείνα εξ αιτίας των
οποίων η ζωή μας μπορεί να χαρακτηρίζεται “κατά Θεόν”, εφ’ όσον όλων αυτών η
αιτία και ο σκοπός κλίνει προς αυτούς» Μαξίμου Ομολογητού, Κεφ. 9, εκατοντάς
ε΄, Περί θεολογίας.
Ο πόλεμος
που κάνουμε εναντίον των άλλων για να προστατεύσουμε την αλήθεια ή την αρετή,
πολύ συχνά είναι σύμπτωμα του ότι έχουμε εμπλακεί σ’ έναν αγώνα επικρατήσεως μ’
αυτούς, με τον οποίο θέλουμε να εξασφαλίσουμε τη δική μας υπεροχή.
«Αυτό
γέννησε όλες τις αιρέσεις. Γιατί επειδή δεν αγαπούσαν τους αδελφούς τους, τους
φθονούσαν που ευδοκομούσαν˙ εξ αιτίας του φθόνου ήθελαν να κυβερνούν και εξ
αιτίας της αγάπης για την εξουσία γέννησαν τις αιρέσεις» Ιωάννου
Χρυσοστόμου, Ομιλ. Β΄, Εις Α΄Τιμόθεον,
Migne 62, σελ. 509.
Συνήθως η
ιερή μας αγανάκτηση για τη διαφθορά των άλλων είναι ο ευσεβής τρόπος με τον
οποίο καθιερώνουμε τη δική μας αγιότητα και είναι συνέπεια της απουσίας της
αυτογνωσίας. Όταν έχουμε αυτογνωσία αποκτούμε πραγματική ταπεινοφροσύνη. «Ακολουθεί δε τη ταπεινοφροσύνη η επιείκεια»
για τους άλλους, όπως γράφει ο Ισαάκ ο Σύρος (Ιουστίνου Πόποβιτς, Η γνωσιολογία του αγίου Ισαάκ του Σύρου,
Αθωνικοί Διάλογοι, 71 – 72, Απρίλιος – Ιούνιος 1980, σελ. 9). Όταν η
ταπεινοφροσύνη δεν ακολουθείται από επιείκεια για τους άλλους, είναι
ταπεινολογία.
«Κάποτε
στη Σκήτη έπεσε αδελφός σε σφάλμα και έπειτα από συνεδρίαση έστειλαν πρόσκληση
στον αββά Μωϋσή. Αυτός όμως δεν ήθελε να έλθει. Απέστειλε λοιπόν προς αυτόν ο
πρεσβύτερος μήνυμα λέγοντας: Έλα, διότι σε περιμένει ο λαός. Αυτός δε ξεκίνησε
και ήλθε. Και αφού πήρε ένα τρυπημένο καλάθι, το εγέμισε άμμο και το εβάσταζε. Οι
δε αδελφοί, που εβγήκαν σε προϋπάντησή του, του λέγουν: Τι είναι τούτο πάτερ;
Τους
είπε δε ο γέρων: Οι αμαρτίες μου που είναι πίσω μου καταρρέουν και δεν τις
βλέπω˙ και ήλθα εγώ σήμερα να κρίνω ξένα αμαρτήματα;
Αυτοί
δε, καθώς άκουσαν, δεν είπαν τίποτε στον αδελφό και τον συγχώρησαν» Αποφθέγματα
Γερόντων, σελ. 446 – 447.
Τι γίνεται
όμως με το προφητικό λειτούργημα; Δεν επιβάλλεται να λέμε την αλήθεια; Ναι,
απαντάει ο Παύλος, αλλά όταν μπορούμε να τη λέμε με αγάπη. Μπορούμε να
καταδικάζουμε την πλάνη και το κακό και μπορούμε να επικρίνουμε τον άνθρωπο που
κάνει κάποιο σφάλμα, αλλά μόνο όταν είμαστε βέβαιοι ότι τον αγαπάμε. Αν δεν
είμαστε βέβαιοι γι’ αυτή την αγάπη, το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε, στο
όνομα του Ιησού Χριστού, είναι να σωπαίνουμε.
«Ήλθαν
κάποτε μερικοί αιρετικοί προς τον αββά Ποιμένα και άρχισαν να καταλαλούν τον
αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας, ότι τάχα έχει χειροτονία από πρεσβυτέρους. Ο δε
γέροντας, αφού εσιώπησε, εφώναξε τον αδελφό του και του είπε: Στρώσε το τραπέζι
και βάλε τους να φάγουν και απόστειλέ τους ειρηνικά» ό.π., σελ.
560 – 561.
Οι
προσωπικές επιθέσεις είναι σχεδόν πάντοτε συμπτώματα εμπάθειας. Στην ερώτηση «τι εστί το σημείον, και πότε γιγνώσκει ο
άνθρωπος ότι ήλθε η καρδία εις καθαρότητα;» ο Ισαάκ ο Σύρος απαντάει: «Όταν πάντας ανθρώπους καλούς θεωρή και ου
φαίνηται τις αυτώ ακάθαρτος ή βέβηλος» Ιουστίνου Πόποβιτς, ό.π., σελ. 12.
Αν κάποιος που αισθάνεται ότι έχει προφητικό καθήκον, διαβάζοντας αυτές τις
γραμμές σκεφθεί: «Ο Ιωάννης Χρυσόστομος
όμως …», θα ’πρεπε, μόνο γιατί συγκρίνει τον εαυτό του με ένα τόσο μεγάλο
άγιο, να ανησυχήσει για την πνευματική του κατάσταση.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ π. ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΦΑΡΟΥ «ΗΘΟΣ ΑΗΘΕΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΑΚΡΙΤΑΣ», Β΄ ΕΚΔΟΣΗ
1993 ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΜΕ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ «ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΑΘΕΙΑ».
π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΦΑΡΟΣ
Ο π. Φιλόθεος Φάρος γεννήθηκε
το 1930 στον Πειραιά. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες, νομικά και θεολογία. Έγινε
κληρικός το 1962 και συνέχισε σπουδές στην ποιμαντική ψυχολογία και την
ποιμαντική συμβουλευτική στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης στις ΗΠΑ. Δίδαξε
ποιμαντική ψυχολογία στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη και
εργάσθηκε ως Pastoral Counselor και Family Therapy Supervisor στην πρότυπη
ψυχιατρική θεραπευτική κοινότητα Human Resource Institute της Βοστώνης, όπου
απέκτησε μια σημαντική ψυχοθεραπευτική εμπειρία κάνοντας ατομική και ομαδική
ψυχοθεραπεία και κυρίως εργαζόμενος με οικογένειες και ζευγάρια. Μετά την επιστροφή
του στην Ελλάδα επεχείρησε να θέσει στην υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος την
εμπειρία του, οργανώνοντας ένα πρόγραμμα ποιμαντικής κλινικής εξασκήσεως για
κληρικούς σ' ένα νοσοκομείο της Αθήνας. Ταυτόχρονα οργάνωσε ένα κέντρο νεότητος
για την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, όπου καλλιεργείται και προάγεται η κοινοτική ζωή.
Έχει γράψει πολλά άρθρα, μελέτες και δεκατρία βιβλία που διαπραγματεύονται
άμεσα και καίρια για τη ζωή του ανθρώπου θέματα, όπως είναι το πένθος, ο γάμος,
η ανατροφή των παιδιών, ο έρωτας κτλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου