Η νομοθεσία
του Κωνσταντίνου σχετικά με τον παγανισμό απλώς επαναλαμβάνει κάποια μέτρα που
ανάγονται στην εποχή του Τιβέριου, στις αρχές του πρώτου αι. μ.Χ., και
εμπνέονται από σκοπιμότητες πολιτικής και όχι θρησκευτικής φύσης. Αυτό είναι το
νόημα της απαγόρευσης των θυσιών και της μαντικής ερμηνείας τους σε ιδιωτικές
κατοικίες. Κατά τα άλλα, ο αυτοκράτορας έλεγε στους υπηκόους του: «πηγαίνετε
στους βωμούς και στα δημόσια ιερά και τελέστε τις τελετές κατά τις συνήθειές
σας»...
Ο ρωμαϊκός
νόμος, που απαγόρευε τη λατρεία «καινούργιων ή ξένων θεών, εφ’ όσον δεν έχουν
γίνει επίσημα αποδεκτοί» (Κικέρων, De
Legibus, II, 8), απηχούσε τις απόψεις του Πλάτωνα, που είχε ήδη
προτείνει την απαγόρευση των ιδιωτικών λατρειών, για να αποφευχθεί η προσφορά
θυσιών από πιστούς σε ακάθαρτη κατάσταση: «πιστεύουν ότι μπορούν να αποκτήσουν
κρυφά την εύνοια των θεών με θυσίες και προσευχές» (Νόμοι, Χ τέλος, 909a – 910d). Στη
Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του 4ου αιώνα, την ημέρα που οι παλαιοί θεοί θα
έχαναν κάθε επίσημη αναγνώριση, η λατρεία τους θα έφτανε εκ των πραγμάτων στα
πρόθυρα της πλήρους απαγόρευσης. Αυτό όμως δεν συνέβη παρά το 383. Προς το
παρόν, οι κωνσταντίνειοι νόμοι δεν είχαν σκοπό να περιορίσουν τον πολυθεϊσμό,
αλλά να ελέγξουν την μαντική και μαγική δύναμη ορισμένων ιερέων. Γίνεται έτσι
διάκριση μεταξύ της νόμιμης μαγείας, που έχει ως αντικείμενο την υγεία και τις
σοδειές, και της παράνομης, που στοχεύει στο θάνατο ή την αποπλάνηση κάποιου. Επιτρεπόταν
η επίσημη χρησμοδότηση των οιωνοσκόπων στην περίπτωση που έπεφτε κεραυνός στο
παλάτι ή σε δημόσιο κτίριο. Οι περιορισμοί αυτοί όντως απηχούν το δίκαιο της
Δωδεκαδέλτου και τη νομοθεσία της Πρώιμης Αυτοκρατορίας. Οι διατυπώσεις του
Κωνσταντίνου δείχνουν μια στάση πολύ πιο διακριτική από όσο θα ήθελε να μας
κάνει να πιστέψουμε ο υμνητής του Ευσέβιος, που θέλει να παραστήσει τον ήρωά
του σαν αδιάλλακτο μαχητή του Χριστού (Βίος Κωνσταντίνου, ΙΙ, 44).
Δύο
παραδείγματα φωτίζουν τον πραγματισμό του Κωνσταντίνου στα θρησκευτικά
ζητήματα. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για αποφάσεις του αυτοκράτορα υπέρ
πόλεων που ήθελαν να απαλλαγούν από την κυριαρχία μιας σημαντικότερης
γειτονικής πόλης. Στη Φρυγία, η μικρή πόλις Ορκιστός είχε προσαρτηθεί από τη
γειτονική Νακόλεια γύρω στο 260/261, επί Γαλλιανού, και υποβιβάστηκε – από πόλις σε κώμη – , ενώ η Νακόλεια επέκτεινε τα εδάφη της νοτιοανατολικά, κατά
μήκος της δεξιάς όχθης του Σαγγάριου, αποκτώντας μια γόνιμη περιοχή με
πολυσύχναστα σταυροδρόμια και με άφθονα νερά που κινούσαν αλευρόμυλους. Γύρω
στο 325, η Ορκιστός ζήτησε την ανάκτηση της ανεξαρτησίας της. Ένα συνηθισμένο
φαινόμενο στην αρχαιότητα, τότε που οι συγχωνεύσεις πόλεων κατέληγαν συχνά σε
αποσχιστικά κινήματα εκ μέρους των πιο αδυνάμων. Ο Κωνσταντίνος δέχτηκε το
αίτημα και αποκατέστησε όλους τους θεσμούς μιας άρτιας οργανωμένης πόλης στην
Ορκιστό˙ επιπλέον, αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι οι κάτοικοι ήταν όλοι «πιστοί
της αγιότατης θρησκείας», τους απάλλαξε από τους φόρους των παγανιστικών
λατρειών. Όσο για την αντίπαλη Νακόλεια, παρέμεινε πιστή στην εθνική θρησκεία,
όπως δείχνει μια κατοπινή επιγραφή προς τιμήν του Ιουλιανού. Το 331 η Ορκιστός
χρειάστηκε να στείλει καινούργιο αίτημα στον Κωνσταντίνο, όταν η Νακόλεια της
ζήτησε συνεισφορά.
Το 333 οι κάτοικοι
του Ίσπελλου (Hispellum) στην
Ουμβρία ζήτησαν από τον Κωνσταντίνο, αυτοκράτορα της Φλαβιανής δυναστείας, την
άδεια να μετονομάσουν την πόλη τους σε Flavia
Constans, να
ιδρύσουν ναό της αυτοκρατορικής οικογένειας και να διοργανώσουν θεατρικές
παραστάσεις και μονομαχικούς αγώνες προς τιμήν του. Ο Κωνσταντίνος δέχτηκε την
προσφορά τους με προθυμία, με την προϋπόθεση ότι η νέα λατρεία δεν θα
συνοδευόταν από αιματηρές θυσίες. Οι κάτοικοι συμφώνησαν˙ κύριος σκοπός τους – που υπαγορεύτηκε από το
συμφέρον όσο και από τοπικισμό – ήταν να αποφύγουν να επιχορηγούν, κάθε δύο
χρόνια, τις εορτές της γειτονικής πόλις Ουολσίνιον (Volsiniae). Στη Ρώμη, ο Κωνσταντίνος θα
απαγόρευε τις θυσίες στην διάρκεια των δημοσίων αγωνισμάτων, αλλά σε καμία άλλη
περίπτωση.
Ο Κωνσταντίνος
αναγνώρισε μια βασική ιδιαιτερότητα της χριστιανικής θρησκείας: την
αποκλειστικότητά της. Το 323 απαγόρεψε να εξαναγκάζονται οι Χριστιανοί να
θυσιάσουν˙ απαγόρεψε, επιπλέον, και την εθελοντική συμμετοχή τους σε θυσίες.
Έτσι θα πρέπει να κατανοηθεί και η καταστροφή του παγανιστικού βωμού στη Μαμβρή
(στη Παλαιστίνη, κοντά στη Χεβρώνα): η βελανιδιά κάτω από την οποία
εμφανίστηκαν στον Αβραάμ οι τρεις άγγελοι – ή μάλλον ο ίδιος ο Θεός,
συνοδευόμενος από δύο αγγέλους – αποτελούσε, όπως και πολλά άλλα ιερά δέντρα,
αντικείμενο λατρείας τόσο για τους Εθνικούς, όσο και για τους Εβραίους και τους
Χριστιανούς. Ο Κωνσταντίνος διέταξε να ισοπεδωθεί ο παγανιστικός βωμός και να
καούν τα είδωλα που βεβήλωναν το χώρο.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ
PIERRE CHUVIN «ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΕΘΝΙΚΟΙ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΥΡΑΘΕΝ,
2003
PIERRE CHUVIN
Γεννήθηκε το 1943, και
είναι καθηγητής της Κλασσικής Ελληνικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Paris X Nanterre. Έχει υπηρετήσει ως
διευθύνων σύμβουλος του Institute francais d’ Etudes sur l’ Asie centrale, που ιδρύθηκε στην
Τασκένδη (1993 – 1998). Από το 2003 υπηρετεί ως διευθυντής του Γαλλικού
Ινστιτούτου Ανατολικών Σπουδών George Dumezil που
εδρεύει στην Κων/πολη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου