Στην πολιορκία της
Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ., έγιναν φρικιαστικά και ανείπωτα
γεγονότα!
Μια γυνή από
τους κατοικούντας πέραν του Ιορδάνου, καλουμένη Μαρία, θυγάτηρ του Ελεαζάρου,
από την κώμην Βαθεζώρ – το όνομα σημαίνει οίκος υσσώπου –, επίσημος δια το
γένος και τον πλούτον, καταφυγούσα εις τα Ιεροσόλυμα με το άλλο πλήθος
συνεπολιορκείτο και αυτή. Τα άλλα αγαθά αυτής, όσα είχε συσκευάσει και
μετέφερεν από την Περαίαν εις την πόλιν, διήρπασαν οι τύραννοι, τα δε λείψανα
της περιουσίας και οσάκις εύρισκε κάτι διά τροφήν εισβάλλοντες καθημερινώς οι
ένοπλοι ήρπαζον. Δεινή δε αγανάκτησις κατέλαβε την γυναίκα, η οποία, λοιδορούσα
και καταρωμένη τους άρπαγας, τους εξηρέθιζεν εναντίον της.
Επειδή δε
δεν την εφόνευε κανείς είτε από οργήν είτε από οίκτον, και όταν εύρισκε κάποιαν
τροφήν, εκοπίαζε δι’ άλλους, ενώ ήτο από πάσης πλευράς ήδη αδύνατον και να
εύρη, ο δε λιμός διεπέρα τα σπλάχνα και τους μυελούς, και ο θυμός της έκαιε
περισσότερον από τον λιμόν, λαβούσα σύμβουλον την οργήν και την ανάγκην,
επροχώρησε κατά του φυσικού νόμου˙ αρπάσασα το τέκνον – είχε δε υιόν θηλάζοντα
–, είπε˙ “βρέφος άθλιον, διά ποίον σε διατηρώ εις τον πόλεμον, τον λιμόν και
την επανάστασιν; Από τους Ρωμαίους δουλείαν θα έχωμεν, και αν ζήσωμεν υπ’
αυτούς, την δουλείαν δε υπερβάλλει ο λιμός, οι δε συμμορίται είναι χειρότεροι
και από τους δύο. Εμπρός, γίνε εις εμέ τροφή, εις τους συμμορίτας ερινύς και
εις τον κόσμον μύθος, ο μόνος που λείπει από τας συμφοράς των Ιουδαίων”.
Και με
αυτούς τους λόγους, φονεύει τον υιό, έπειτα δε, αφού τον έψησε, τρώγει το ήμισυ
και φυλάττει το υπόλοιπον καλυμμένον. Αμέσως δε έφθασαν οι συμμορίται, οι
οποίοι αισθανόμενοι την μυρωδιάν της αθεμίτου κνίσης, ηπείλησαν ότι, εάν δεν
τους εδείκνυε το παρασκευασθέν, θα την έσφαζον αμέσως. Αυτή τότε, ειπούσα ότι
τους εκράτησε καλήν μερίδα, εξεσκέπασε τα λείψανα του τέκνου. Τους κατέλαβεν
αμέσως φρίκη και έκστασις φρενών, και απελιθώθησαν ενώπιον της θέας.
Αυτή όμως
είπεν, “ιδικόν μου γνήσιον τέκνον είναι τούτο, και το έργον είναι ιδικόν μου˙
φάγετε διότι και εγώ έχω φάγει˙ μη γίνετε ούτε μαλακώτεροι από γυναίκα ούτε
στοργικώτεροι από μητέρα. Εάν δε εσείς είσθε ευσεβείς και αποστρέφεσθε την
θυσίαν μου, ό,τι έφαγον, ήτο το μερίδιόν σας, και το υπόλοιπον ας μείνη δι’ εμέ”.
Μετά ταύτα
εκείνοι εξήλθον τρέμοντες, δειχθέντες δειλοί αυτήν την μοναδικήν φοράν και μετά
δυσκολίας παραχωρήσαντες την τροφήν ταύτην εις τη μητέρα. Εγέμισε δε αμέσως όλη
η πόλις από το βδέλυμα τούτο και έκαστος φέρων προ των οφθαλμών του το
ανοσιούργημα, ωσάν να το είχε διαπράξει ο ίδιος, έφριττεν. Οι δε πεινασμένοι
κατελήφθησαν από πόθον προς τον θάνατον και εμακάριζον τους προφθάσαντας ν’
αποθάνουν, πριν ακούσουν και ίδουν τόσον τρομερά κακά. (Ευσέβιος Καισαρείας,
Εκκλησιαστική Ιστορία Γ΄ 6, 21 – 26)
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Το παρόν απόσπασμα του Ευσέβιου, είναι παραπομπή από τον «Ιουδαϊκό
Πόλεμο» του Ιουδαίου ιστορικού Ιώσηπου
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ
ΙΣΤΟΡΙΑ, ΤΟΜΟΣ 1», ΤΟΥ ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, ΕΚΔΟΣΗ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
1977
ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ
Ο Ευσέβιος ο Καισαρείας, ή Ευσέβιος της Καισάρειας, (265 – 340), (εναλλακτικά: Ευσέβιος
ο Παμφίλου, λατινικά: Eusebius
Pamphili), υπήρξε επίσκοπος της Καισάρειας της Παλαιστίνης, εξηγητής και ιστορικός. Συνήθως αναφέρεται ως ο πατέρας της εκκλησιαστικής ιστορίας λόγω του έργου του, της καταγραφής της
ιστορίας στις απαρχές της Χριστιανικής εκκλησίας, που είναι γνωστό ως Εκκλησιαστική Ιστορία, ενώ είχε συντάξει
και δίτομο ιστορικό χρονικό με τον τίτλο Παντοδαπή
Ιστορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου