Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

29 Ιαν 2015

Η «ΕΙΣΒΟΛΗ» ΘΕΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ


Η πτώση της πόλεως επέφερε μια δεινή θρησκευτική κρίση. Ο Έλληνας δεν μπορούσε πια να σέβεται μια θρησκεία που υπηρετούσε το κλέος της σωριασμένης πόλεως. Δεν νοιαζόταν πια καθόλου για τη πόλη· το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν ο εαυτός του – οτιδήποτε και να σήμαινε αυτό. Έτσι, στράφηκε προς ξένους θεούς, και αναζήτησε διεξόδους στη δεισιδαιμονία, τον αποκρυφισμό, τη μαγεία.
Ήδη, στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου, εμφανίζονται στην Αθήνα καινούργιοι θεοί, άσχετοι με τη θρησκεία της πόλεως: η λατρεία της Βέντιδος, θεότητας της Θράκης, εγκαθιδρύεται τον 5ο αι. Ακολούθησε σειρά εισβολέων. [1] Οι θρησκευτικές ενώσεις, θίασοι κ.λ.π., πλήθαιναν, και μαζί πλήθαιναν τα ιερά τους. [2] Εμφανίζονται καινούργιοι θεοί, και λατρεύονται χωρίς να συναντούν αντίσταση ούτε από τους ολίγους που επιμένανε στη σημασία της θρησκείας της πόλεως. [3] Σύντομα, βλέπουμε τη λατρεία ξένων θεών, που εντάχθηκαν στη θρησκεία των Ελλήνων: Ο Αριστοφάνης μιλά για τον Σαβάζιο και την φρυγική Μεγάλη Μητέρα (Κυβέλη) χωρίς πρόβλημα. [4] Οι λατρείες του Άμμωνος, της Ίσιδος και του Σαβάζιου, εγκαθίστανται τον 4ο αι. Η λατρεία της Μεγάλης Μητέρας Θεάς, τον 3ο αι. [5]...

Στη Δήλο, το νησί του Απόλλωνα και ιερά καρδία των αρχαίων, τους ίδιους χρόνους ανεγείρονται μεγαλοπρεπείς ναοί του Σάραπι, της Ίσιδος, του Άνουβι, κ.α. Αιγυπτίων. [6] Ακόμη και τα Ελευσίνια μυστήρια, άλλοτε θρησκευτική σφραγίδα του αθηναϊκού άστεως, συνδέονται πλέον με τη λατρεία της Ίσιδος [7] – ψαλλόταν πλέον στα Ελευσίνια ύμνος της Ίσιδος! – και έγιναν ένα είδος φεστιβάλ, ανοιχτό στους πάντες. [8] Η Δήμητρα είχε οδηγηθεί στο περιθώριο: η ίδρυση των Ελευσινίων μυστηρίων αποδόθηκε στην Ίσιδα. [9]
Θα μπορούσε να λεχθεί ότι οι Ελληνιστικοί χρόνοι σηματοδοτούν την αιγυπτιοποίηση της ελληνικής θρησκείας. Αλλά, όταν μιλάμε για αιγυπτιοποίηση, να μη νομίζουμε ότι πρόκειται για απλή μεταφορά στην καρδιά του Έλληνα των αιγυπτίων θεών. Ερωτητέον είναι, π.χ., εάν πριν τους Ελληνιστικού χρόνους υπήρχαν οπουδήποτε μυστήρια της Ίσιδος. Διότι, όλα τα στοιχεία που έχουμε για τα μυστήρια αυτά, ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους ελληνορωμαϊκούς χρόνους. [10] Ακόμη και η λεγόμενη «Λειτουργία του Μίθρα», προφανώς έργο Έλληνα της Ελληνιστικής περιόδου, κατοίκου της Αιγύπτου, που όμως δεν γνώριζε την αιγυπτιακή γλώσσα και γραφή , μεταφέρει ιδέες της στωικής φιλοσοφίας. [11]
Η θρησκευτική πολιτική του Αλεξάνδρου και των Διαδόχων υπήρξε το μέγα όχημα για τη διάδοση της αντίληψης που ονομάστηκε συγκρητισμός. Η λέξη δεν προέρχεται από το συγκρίνω αλλά από το συγκρητίζω, και αρχικά σήμαινε την ενώπιον κοινού κινδύνου σύμπραξη όλων των Κρητών, παρά τις μεταξύ τους διαφορές. [12] Το φαινόμενο του συγκρητισμού παρουσιάζεται και καταγγέλλεται ήδη στην Παλαιά Διαθήκη [13] καθώς επίσης στην Καινή· ο Απόστολος Παύλος [14] ειδοποιεί για την ανάγκη αποφυγής του συγκρητισμού, αν και δεν χρησιμοποιεί τον όρο.
Ο συγκρητισμός, είναι η προσπάθεια αναζήτησης κοινών ή παρομοίων χαρακτηριστικών στις θρησκείες, και η κατασκευή από αυτά ενός κράματος, μιας [ανυπόστατης] ενότητας. Στο συγκρητισμό, οι διαφορές μεταξύ των θρησκειών, όσο θεμελιακές κι αν είναι, υποτιμώνται και παραθεωρούνται· τη θέση τους διαδέχεται ένα κυνήγι ομοιοτήτων, ή – ίσως ακριβέστερα – , η παρανάγνωση κάθε θεότητας και θρησκείας και παράδοσης, μέσα από μορφολογικούς παραλληλισμούς και συνακόλουθες ταυτίσεις. [15]
Έτσι, για παράδειγμα,  όταν η λατρεία της Ίσιδος ήλθε στην Αθήνα στους κλασικούς χρόνους για τις ανάγκες των Αιγυπτίων ξένων και των ναυτικών, κανείς Αθηναίος ή Αιγύπτιος δεν διανοήθηκε ότι υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα στην Ίσιδα και τη Δήμητρα. Αλλά με την αλλαγή των πνευμάτων που έφερε η μετάβαση από τον πολιτισμό της πόλεως στον πολιτισμό των Ελληνιστικών χρόνων, έγιναν παραλληλισμοί, αναζητήθηκαν ομοιότητες, και το αποτέλεσμα είναι πριν ακόμη τον 1ο αι. π.Χ., η ταύτιση Δήμητρας – Ίσιδος να είναι αποδεκτή από όλους. [16]
Ο συγκρητισμός δεν ήταν απλώς και μόνο υποπροϊόν της κρίσης στις σχέσεις του ανθρώπου με τη θρησκεία των προγόνων του. Όπως η ευσέβεια στους θεούς ήταν επιβεβλημένη από την πολιτεία, έτσι και η συγκρητιστική συσσωμάτωση ήταν κίνηση μεθοδευμένη από τους μονάρχες. Ο Αλέξανδρος εφάρμοσε τη σύγκραση των πολιτισμών, όταν μαζί με τους Μακεδόνες και τους Πέρσες και άλλους από άλλα έθνη, πρόσφερε θυσίες σε όλους τους θεούς όλων των φυλών, κι έκανε μαζί με όλους σπονδές όπου συλλειτουργούσαν Έλληνες ιερείς και Πέρσες μάγοι. [17]
Κάνοντας ένα βήμα πιο πέρα, ο διάδοχος του Αλεξάνδρου Πτολεμαίος ο Α΄, θέλησε να ενώσει την ελληνική με την αιγυπτιακή θρησκεία και να καθιερώσει ένα ενιαίο ιερατείο υπό την ηγεσία του. Κάλεσε στην Αλεξάνδρεια τον Αιγύπτιο ιερέα Μανέθωνα και τον ιερέα των Ελευσινίων μυστηρίων Τιμόθεο, με την εντολή να κατασκευάσουν μία νέα θεότητα, μία επιτομή όλων των μεγάλων θεών, της οποίας τα μυστήρια θα είναι
επίσης γενική έκφραση όλων των σημαντικών μυστηρίων. [18] Ο Σάραπις ήταν το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης, η συγκρητιστική έκφραση του Δία, Διόνυσου, Πλούτωνα, Ασκληπιού, Όσιρι, του Άπιδος και του Ηλίου. [19] Κατασκευάστηκε ως θεός – σύμβολο της πολυθρησκευτικής μοναρχίας του Πτολεμαίου.

Βέβαια, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ο συγκρητισμός λειτουργούσε με αυτόματο τρόπο, ούτε ότι κατόρθωσε το από πολλούς ποθούμενο,  να ενώσει δηλαδή λαούς και θρησκείες. Στην πραγματικότητα, οι διαδικασίες ήσαν αργές, και το αποτέλεσμα ενίοτε απρόβλεπτο. Ο Αλέξανδρος, ο οποίος κατά τον Πλούταρχο συγκέντρωσε τα πάντα σε ένα, και τα έβαλε σε «ποτήριον φιλότητος», όπου ανέμιξε τρόπους ζωής και ήθη και φυλές και συμπεριφορές, [20] δεν κατόρθωσε πράγματι να ενώσει τους λαούς, κι ούτε βέβαια τις θρησκείες και τις παραδόσεις τους. Άλλωστε, κι ο Πτολεμαίος με τον Σάραπι απέτυχε. Δεν υπήρξε ποτέ μία ελληνοαιγυπτιακή θρησκεία, ούτε ένας ελληνοαιγυπτιακός πολιτισμός.
Το φαινόμενο συνεχίστηκε και μετά την εμφάνιση του χριστιανισμού: ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ Αλέξανδρος Σεβήρος είχε στο θρησκευτικό χώρο του ανακτόρου του (το δικό μας εικονοστάσι) αγαλμάτια του Απολλωνίου Τυανέως, του Χριστού, του Αβραάμ και του Ορφέα. [21]  
Από τον συγκρητισμό δεν έμεινε ανεπηρέαστος ούτε ο ιουδαϊσμός, αν και ήταν ερμητικά κλειστή θρησκεία. Σε αυτή τη κατηγορία ανήκει και η θρησκεία του Υψίστου Θεού, σύγκραση ελληνικής ειδωλολατρίας και ιουδαϊκής τερατείας, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. [22]    

Σημειώσεις
1. Δες κατάλογο νέων θεών στην Αθήνα, από τη Μέση Ανατολή και άλλες ελληνικές πόλεις, στο JMikalsonReligion in Hellenistic Athens, 144 – 151 p.p.
2. Ακόμη και ο Πλάτων, μολονότι αντίθετος στην πολυθεΐα, ίδρυσε θίασο με λατρεία των Μουσών, άγνωστη έως τότε, στην Ακαδημία.
3. Χαρακτηριστική η αποδοχή που συναντά η θεά Βένδις από τον σωκρατικό κύκλο: Πλάτωνος Πολιτεία, 327a1 κ.ε.   
4. Λυσιστράτη 388, κ.α., Σφήκες 9 κ.α., Όρνιθες 873.
5. Δες αναλυτικά εις JMikalsonReligion in Hellenistic Athens, 32 ff
6. Mikalson, όπ.π., 212 ff
7. Burkert, Mystery Cults, 41 p.
8. Petra Pakkanen, Interpreting Early Hellenistic Religion, 29 p. ff
9. Burkert, Mystery Cults, 41 p.
10. Gehrke, 268 – 73 s.
11. H.D. Betz, The “Mithras Liturgy”, 34 – 35 pp.
12. Πλουτάρχου, Περί φιλαδελφίας, 490 b. Αιώνες αργότερα, τον χρησιμοποίησε με θετικό τρόπο, ως αντίστοιχο της καταλλαγής, ο Έρασμος, για να δηλώσει την προσπάθεια σύγκρασης των απόψεων Ρωμαϊκής Εκκλησίας και Λούθηρου. Μετά από αυτόν, ο George Calixtus προσπάθησε να ενώσει τις προτεσταντικές ομολογίες με βάση τα σημεία κοινής αποδοχής, στη Σύνοδο της Thorn (1645), προσπάθεια που ο Abraham Calovius χαρακτήρισε συγκρητισμό, με την αρνητική έννοια που περιγράφεται στην Καινή Διαθήκη. Έκτοτε, ο όρος πέρασε στη γλώσσα της θεολογίας και της θρησκειολογίας, για να δηλώνει τις μίξεις διαφορετικών θρησκειών.
13Έξοδ. 23, 23 – 33, Δευτ. 18, 10 – 14 κ.ά.
14. Α΄ Κορ. 10,20, Β΄ Κορ. 11, 13 – 15, Γαλ. 1, 6 – 9, Κολ. 2, 8 – 23 κ.ά.
15. Δεν είναι τυχαίο ότι στην επαιρομένη για τον «πολυπολιτισμό» της εποχής μας εμφανίστηκαν και οι υπερασπιστές αυτής της αντίληψης: ίδε Petra PakkanenInterpreting Early Hellenistic Religion87 ff . Σημερινός συγκρητισμός είναι η λεγόμενη «Νέα Εποχή», που βλέπει ομοιότητες και ταυτίσεις, ανάμεσα στον χριστιανισμό και σε άλλες θρησκείες ή και παραθρησκείες.
16. Pakkanen, όπ.π., 94 – 100 σ.
17. «και από του αυτού κρατήρος αυτός τε και οι αμφ’ αυτόν αρυόμενοι έσπενδον τας αυτάς σπονδάς καταρχομένων των τε Ελλήνων μάντεων και των Μάγων»: Αρριανού, Αλεξάνδρου Ανάβασις, 7.11.8
18. Πλουτάρχου, Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 5.361f – 362a.
19. Pakkanen, όπ.π., 93 – 4 σ.
20. «εις ταυτό συνενεγκών τα πανταχόθεν, ώσπερ εν κρατήρι φιλοτησίω μίξας τους βίους και τα ήθη και τους γάμους και τα διαίτας»: Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, 392 c.
21. Historia Augusta, Alexander Severus, 29.2 
22. «εκ δυοίν εναντιωτάτοιν συγκεκραμένης Ελληνικής τε πλάνης και νομικής τερατείας»:35.989.50 Βλέπε ανάλυση της θρησκείας των Υψισταρίων στο SMitchell, “The Cult of Theos Hypsistos”.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ  «ΕΛΗΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΗΛΥΤΟΣ», ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ 

1 σχόλιο: