Edward J. Larson
Οι
αντιεξελικτιστές κέρδισαν την Δίκη του Σκόουπς· ωστόσο, κατά μία σημαντικότερη
έννοια, ηττήθηκαν, συντετριμμένοι από το ρεύμα του κοσμοπολιτισμού.
William E. Leuchtenburg
Από όλους τους
μύθους για την επιστήμη και τη θρησκεία που συζητούνται στον παρόντα τόμο,
μόνον ένας έχει γεννηθεί από ένα ιστορικό γεγονός το οποίο συνέβη στις Ηνωμένες
Πολιτείες. Το 1925, το Τενεσί κατέστησε παράνομη τη διδασκαλία της εξελικτικής
θεωρίας στα δημόσια σχολεία. Ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση της Ένωσης των
Αμερικανών για τις Πολιτικές Ελευθερίες [American
Civil
Liberties
Union], η οποία
εναντιωνόταν στο διάταγμα υπερασπιζόμενη την ελευθερία του λόγου, οι άρχοντες
της πόλης Ντέιτον, στο Τενεσί, αποφάσισαν να αμφισβητήσουν το εν λόγω διάταγμα
δικαστικώς κανονίζοντας μια φιλική παραπομπή ενός ντόπιου διδάσκοντος
επιστημονικά μαθήματα ονόματι Τζον Σκόουπς [John
Scopes]. Ό,τι κι
αν γινόταν, αυτό που ήθελαν ήταν δημοσιότητα για την κοινότητά τους. Ο Σκόουπς
συμφώνησε με το τέχνασμα και σε λίγο εκατοντάδες δημοσιογράφοι κατέφτασαν στο
Ντέιτον για να καλύψουν ένα γεγονός που οι γνώστες των δημοσιογραφικών κόλπων
πρωταγωνιστές του χαρακτήρισαν «αποφασιστική σύγκρουση ανάμεσα στη θρησκεία και
την επιστήμη.» Ο Γουίλιαμ Τζένινγκς Μπράιαν [William
Jennings
Bryan], τρεις
φορές προεδρικός υποψήφιος με το Δημοκρατικό Κόμμα και πρώην Υπουργός των
Εξωτερικών, ήδη θρυλικός αγορητής με φιλελεύθερες πολιτικές αντιλήψεις και
συντηρητικές θρησκευτικές πεποιθήσεις, προσφέρθηκε να συμβάλει ως κατήγορος. Ο
φημισμένος δικηγόρος και σταυροφόρος αντικληρικαλιστής Κλάρενς Ντάροου [Clarence Darrow] ανέλαβε την υπεράσπιση. Ως εδώ, γεγονότα: μετά ο
μύθος άνοιξε τα φτερά του και ξέφυγε από την πραγματικότητα.[2]
Αφ’ ης
στιγμής έθεσε τον τόνο ο συνδικαλιζόμενος σχολιογράφος Χ. Λ. Μένκεν [H. L. Mencken], οι δημοσιογράφοι που κάλυπταν τη δίκη άρχισαν να
παραφουσκώνουν τα γεγονότα ήδη καθώς ξεδιπλώνονταν. Σε πολλές δημοσιογραφικές
αναφορές, ο Σκόουπς έγινε το θύμα αμαθών ανθρώπων της κωμόπολης που σκοπό είχαν
να συντρίψουν τη θρησκευτική διαφωνία. Καίτοι έλεγαν μια ενδιαφέρουσα ιστορία,
οι αναφορές αυτές περιόριζαν ανάρμοστα το γεγονός στο ντόπιο και προσωπικό
στοιχείο. Οι νομοθέτες του Τενεσί είχαν απαγορεύσει τη διδασκαλία της
ανθρώπινης εξέλιξης ανταποκρινόμενοι σε μια εθνική σταυροφορία από τη μεριά των
συντηρητικών χριστιανών. Οι κάτοικοι του Ντέιτον δεν είχαν καμία ανάμιξη σε
αυτό το ευρύτερο επεισόδιο, και ο Σκόουπς δεν ήταν το άτυχο θύμα τους. Οι
αρχικές ανταποκρίσεις και ειδήσεις παρουσίασαν τουλάχιστον την ετυμηγορία ως
είχε. Ο Σκόουπς έχασε την δίκη βάσει του ότι, σύμφωνα με ακλόνητες μαρτυρίες
δίδασκε σχετικά με την ανθρώπινη εξέλιξη από ένα σχολικό εγχειρίδιο που του
είχε απαγορεύσει η πολιτεία, και του επιβλήθηκε πρόστιμο εκατό δολαρίων. Κάποια
άρθρα σημείωσαν, επίσης ορθά, ότι του έγιναν προτάσεις για συγγραφή βιβλίων,
προσκλήσεις για διαλέξεις, και μία υποτροφία στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Πέντε
ημέρες μετά τη νίκη του και έξι ημέρες αφότου είχε υποστεί μια αλλόκοτη εξέταση
ως μάρτυρας από τον Ντάροου, ο Μπράιαν πέθανε στο Ντέιτον από αποπληξία, μια
κατάσταση που πιθανόν προκλήθηκε από τις εντάσεις της δίκης, η οποία διεξαγόταν
σε συνθήκες τρομερού καύσωνα. Οι αφηγήσεις στα Μέσα Ενημέρωσης της εποχής
έλεγαν ότι η δίκη κυρίως συνέβαλε στο να ενταθεί το ενδιαφέρον και να
σκληρύνουν οι θέσεις των δύο πλευρών της δημόσιας διαμάχης σχετικά με τη
διδασκαλία της εξελικτικής θεωρίας. Αυτές οι αναφορές εκείνης της εποχής ήσαν
γενικώς ακριβείς· στο τέλος, ωστόσο, ο μύθος έμελλε να αποκλίνει μάλλον απότομα
από την πραγματικότητα.
Μία πρώιμη
επαναφήγηση της Δίκης του Σκόουπς εμφανίστηκε στο ευπώλητο βιβλίο Only Yesterday (1931), μια
ιστορία της δεκαετίας του 1920, γραμμένη από τον Φρέντερικ Λιούις Άλλεν [Frederic Lewis Allen]. Για την εξέταση
του Μπράιαν από τον Ντάροου, ο Άλεν έγραψε, «Ήταν μια βάναυση αντιπαράθεση, και
δη τραγική για τον πρώην Υπουργό Εξωτερικών. Υπερασπιζόταν ό,τι πιο προσφιλές
είχε … και τον εξευτέλισαν». Μιλώντας για την ίδια δίκη, ο Άλεν σημείωσε,
«Θεωρητικά ο φονταμενταλισμός είχε χάσει … Η πολιτισμένη γνώμη παντού είχε
παρακολουθήσει τη δίκη του Ντέιτον με κατάπληξη και διασκέδαση, και η αργή
απομάκρυνση από τη φονταμενταλιστική σιγουριά συνεχίστηκε». [3] Αυτά έγιναν τα δύο κύρια στοιχεία του μύθου του Σκόουπς.
Η δίκη είχε ατιμάσει τον Μπράιαν και είχε σταματήσει το ρεύμα κατά της
εξέλιξης. Αν και δεν ήταν αλήθεια για εκείνους που ανήκαν στην ολοένα και
μεγαλύτερη συντηρητική χριστιανική υποκουλτούρα του έθνους, έμοιαζε να είναι
έτσι για τους φιλελεύθερους της θρησκείας και τους αντικληρικαλιστές
Αμερικανούς, και το επαναλάμβαναν ξανά και ξανά στον εαυτό τους.
Στη δεκαετία
του 1960, ο μύθος είχε πια φτάσει να είναι στοιχείο του κυρίαρχου ρεύματος στα
εκπαιδευτικά εγχειρίδια της αμερικανικής ιστορίας. Στο The American Pageant, ο Τόμας Α.
Μπέιλι [Thomas
A. Bailey], ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ σχολίασε
σχετικά με τη Δίκη του Σκόουπς: «Οι φονταμενταλιστές στην καλύτερη περίπτωση
είχαν κερδίσει μια επιφανειακή νίκη, καθότι οι παραλογισμοί της δίκης
γελοιοποίησαν την υπόθεσή τους. Ολοένα και οι πιο πολλοί χριστιανοί
συνειδητοποιούσαν ότι είναι δυνατόν να συμφιλιώσουν τις πραγματικότητες της
θρησκείας με τις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης».[4]
Στο ρηξικέλευθο κολεγιακό πόνημα Ιστορία
της Αμερικανικής Δημοκρατίας [History of the American Republic], οι ιστορικοί Σάμιουελ Έλιοτ Μόρισον, Χένρι Στιλ
Κόμαγκερ, και Γουίλιαμ Ε. Λόιχτενμπουργκ [Samuel
Eliot
Morison, Henry Steele
Commager, William E. Leuchtenburg] διατείνονταν:
«Σε μερικές ημέρες μετά την δοκιμασία του, ο Μπράιαν ήταν νεκρός, και μαζί του
πέθανε μεγάλο μέρος από την παλαιά Αμερική … Η φονταμενταλιστική σταυροφορία,
μολονότι είχε πια ένα μάρτυρα, δεν είχε πλέον την ίδια δύναμη».[5] Στο έργο Η
Αμερικανική Δημοκρατία [Τhe American Republic], οι Ρίτσαρντ Χοφστάντερ, Γουίλιαμ Μίλερ, και Ντανιέλ
Άαρον [Richard
Hofstander, William Miller, Daniel Aaron]
υπογράμμισαν την «ανελέητη εξέταση» του Μπράιαν από τον Ντάροου. «Αυτή η
επαρχιακή γελοιοποίηση αφαίρεσε έκτοτε πολλή από την δριμύτητα των
φονταμενταλιστικών επιθέσεων», σημείωσαν.[6] Το
τιμημένο με βραβείο Πούλιτζερ βιβλίο ο Αντιδιανοουμενισμός
στην Αμερικανική Ζωή [Anti
– Intellectualism in
American Life] του
Ρίτσαρντ Χοφστάντερ, πρόσθετε, στα 1962: «Σήμερα η διαμάχη για την εξέλιξη
μοιάζει τόσο απόμακρη όσο η ομηρική εποχή για τους διανοούμενους στα
ανατολικά».[7]
Tο πολυπαιγμένο θεατρικό έργο του Μπρόντγουεϊ από το
1955, και κινηματογραφική ταινία από το 1960, Κληρονομώντας τον Άνεμο [Inherit the Wind] αποκρυστάλλωσε το μύθο του Σκόουπς. Στη
κινηματογραφική εκδοχή, οι αξιωματούχοι της πόλης καθοδηγούμενοι από έναν
φανατικό (αλλά εντελώς φανταστικό) φονταμενταλιστή πρεσβυτεριανό συλλαμβάνουν
τον Σκόουπς επειδή μίλησε στους σπουδαστές του σχετικά με την δαρβινική θεωρία
για την ανθρώπινη εξέλιξη. «Τον καταριόμαστε τον άνθρωπο που αρνείται τον Λόγο
του Θεού;» ρωτάει κάποια στιγμή τους κατοίκους της πόλης ο πρεσβυτεριανός
ιερωμένος. «Ναι» απαντούν εκείνοι ομόφωνα. «Τον εκδιώκουμε αυτόν τον αμαρτωλό
από την σύναξή μας;» προσθέτει, θέλοντας να εκμαιεύσει μια πιο ισχυρή
επιβεβαίωση από το πλήθος. Δεν στέλνουμε στης κόλασης το πυρ τον άνθρωπο που
κατά του Λόγου του Θεού αμάρτησε;» Ο όχλος βρυχάται συμφωνώντας.[8] Περιορισμένο σε ελάχιστους σκηνικούς χώρους, το
θεατρικό έργο αρχίζει με τον Σκόουπς να είναι κλεισμένος στη φυλακή και να
εξηγεί στην αγαπημένη του, «Ξέρεις γιατί το έκανα; Είχα το βιβλίο στο χέρι μου,
τη Βιολογία του Χάντερ. Το άνοιξα και
διάβασα στην τάξη, στους δευτεροετείς φοιτητές μου, το Κεφάλαιο 17 από την Καταγωγή των Ειδών.» Επειδή έκανε τη δουλειά του ο Σκόουπς «απειλείται
με πρόστιμο και φυλάκιση», σύμφωνα με το σενάριο.[9]
Η δίκη που ακολούθησε γίνεται κάτι σαν ιερά εξέταση, καθώς ο Μπράιαν τυραννάει
αλύπητα την επινοημένη αγαπημένη του κατηγορουμένου – η οποία συμβαίνει να
είναι «η χαριτωμένη, αλλά όχι και όμορφη» θυγατέρα του πρεσβυτεριανού[10] – ρωτώντας την εξαντλητικά για τις θρησκευτικές
αμφιβολίες του Σκόουπς. Τίποτε από όλα αυτά δεν είχε συμβεί στην αληθινή δίκη.
Οι τελευταίες σκηνές του Κληρονομώντας
τον Άνεμο βάζουν την τελευταία πινελιά στο μύθο του Σκόουπς: ο Μπράιαν
ξεσκεπάζεται και ο αντιεξελικτισμός πέφτει σε ανυποληψία.
Στο θεατρικό
έργο και στη ταινία, το ξεσκέπασμα του Μπράιαν φτάνει στο απόγειό του όταν τον
εξετάζει ο Ντάροου ως τελευταίο αναπάντεχο μάρτυρα που καλεί η υπεράσπιση. Ο Μπράιαν
δεν είναι αναγκασμένος να καταθέσει, φυσικά, αλλά το κάνει όντως και εδώ η
ιστορική αφήγηση είναι πολύ πιο πλούσια από την μυθιστορηματική. «Δεν ήρθαν εδώ
για να δικάσουν τούτη την υπόθεση», είπε ο Μπράιαν από την αρχή στην πραγματική του μαρτυρία. «Ήρθαν για να
δικάσουν την αποκεκαλυμμένη θρησκεία. Εγώ είμαι εδώ για να την υπερασπιστώ, και
μπορούν να μου κάνουν όποιες ερωτήσεις θέλουν».[11]
Το επεισόδιο πρόσφερε ένα έτοιμο όχημα προς τη λεωφόρο της μυθοποίησης.
Θεωρώντας τη
δίκη σχεδόν τελειωμένη, με την εξαίρεση της πολυαναμενόμενης τελικής
αγορεύσεως, και μαθαίνοντας ότι είχαν σχηματιστεί ρωγμές στο ταβάνι κάτω από
την κατάμεστη αίθουσα του δικαστηρίου του δευτέρου ορόφου, ο δικαστής είχε
μεταφέρει τη διαδικασία έξω, στον αυλόγυρο του δικαστηρίου. Όταν λοιπόν η
υπεράσπιση κάλεσε τον Μπράιαν ως μάρτυρα, το πλήθος δεν άργησε να διογκωθεί από
τους πεντακόσιους ανθρώπους που εκκένωσαν την αίθουσα σε περίπου τρεις χιλιάδες
κόσμο που κατέκλυσαν την πρασιά – σχεδόν διπλάσιοι από τον κανονικό πληθυσμό
της πόλης. «Τότε άρχισε μια εξέταση που έχει ελάχιστες, εάν έχει οποιαδήποτε,
όμοιές της στη δικαστική ιστορία», έγραψε μια εφημερίδα του Τενεσί. «Στην
πραγματικότητα, επρόκειτο για μια αναμέτρηση ανάμεσα στο Ντάροου και τον Μπράιαν
πάνω στη βιβλική ιστορία, τον αγνωστικισμό, και την πίστη στην αποκεκαλυμμένη
θρησκεία.»[12] Ο Ντάροου έκανε τις
πολυχρησιμοποιημένες ερωτήσεις του «Άπιστου Θωμά» του χωριού: Όντως έζησε ο
Ιωνάς μέσα στη φάλαινα τρεις ημέρες; Πως μπόρεσε ο Ιωνάς να επιμηκύνει τη μέρα
κάνοντας τον ήλιο (και όχι τη γη) να σταθεί ακίνητος; Πράγματι ο Θεός έπλασε
την Εύα από το πλευρό του Αδάμ; Τέτοιες ερωτήσεις, εξήγησε αργότερα ο Ντάροου,
εξανάγκαζαν τον Μπράιαν «να επιλέξει ανάμεσα στις χονδροειδείς πεποιθήσεις του
και στην κοινή νοημοσύνη των σύγχρονων καιρών.»[13]
Ο Ντάροου εξέτασε τον Μπράιαν σαν να
ήταν εχθρικός μάρτυρας, σφυροκοπώντας τον με ερωτήσεις και δίνοντάς του
ελάχιστες ευκαιρίες για εξηγήσεις. Πολλές φορές, ήταν λες και ο Μπράιαν να
βρίσκεται στη γραμμή του πυρός:
«Διατείνεστε
ότι τα πάντα στη Βίβλο θα πρέπει να ερμηνεύονται κατά γράμμα;»
«Πιστεύω ότι τα πάντα στη Βίβλο θα
πρέπει να γίνονται δεκτά όπως δίδονται εκεί· μερικά πράγματα στη Βίβλο δίδονται
εικονογραφικά …»
«Μα όταν διαβάζετε ότι … φάλαινα
κατάπιε τον Ιωνά … πως το ερμηνεύετε κατά γράμμα αυτό;»
«…Πιστεύω εις έναν Θεό που μπορεί να
δημιουργήσει μια φάλαινα και μπορεί να δημιουργήσει έναν άνθρωπο και να κάνει
αμφότερα τα πλάσματα αυτά ό,τι επιθυμεί …»
«Ναι, αλλά πιστεύετε ότι όντως τα
δημιούργησε – ότι έφτιαξε ένα τέτοιο ψάρι και ήταν τόσο μεγάλο ώστε να καταπιεί
τον Ιωνά;»
«Μάλιστα, κύριε. Και επιτρέψτε μου να
προσθέσω: το να πιστεύεις σε ένα θαύμα είναι εξίσου εύκολο με το να πιστεύεις
σε ένα άλλο».
«Για μένα … εξίσου δύσκολο».
«Δύσκολο για σας, αλλά εύκολο για μένα
…Όταν φτάσετε πέρα από όσα μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος, τότε εισέρχεστε στο
βασίλειο των θαυμάτων· και είναι εξίσου εύκολο να πιστέψετε στο θαύμα του Ιωνά
όπως οποιοδήποτε άλλο θαύμα στη Βίβλο.»[14]
Τέτοιες
δηλώσεις το δίχως άλλο έμοιαζαν με παλαιϊκές σε πολλούς Αμερικανούς του
εικοστού αιώνα, αλλά συνηχούσαν με την πίστη εκατομμυρίων. Ο Μπράιαν πράγματι
επιβεβαίωνε διάφορα σημεία βιβλικής ερμηνείας που ήσαν γενικώς αποδεκτά από
τους συντηρητικούς χριστιανούς των καιρών του. Σεβόμενος την κοπερνίκεια
αστρονομία, επί παραδείγματι, ο Μπράιαν είπε ότι ο Θεός επεξέτεινε την ημέρα
για τον Ιωσία με το να σταματήσει τη γη μάλλον παρά τον ήλιο. Παρομοίως,
ευθυγραμμιζόμενος με την ευαγγελική σκέψη του δέκατου ένατου αιώνα, ο Μπράιαν
δήλωσε ότι οι πρώτες ημέρες της Γενέσεως αντιπροσώπευαν παρατεταμένες χρονικές
περιόδους και ότι το σύμπαν έχει ηλικία ανείπωτα εκατομμυρίων ετών, οδηγώντας στην
ακόλουθη στιχομυθία όπου ο Ντάροου έκανε τις ερωτήσεις:
«Έχετε κάποια ιδέα για το μήκος των εν
λόγω περιόδων;»
«Όχι· δεν έχω»
«Πιστεύετε ότι ο ήλιος δημιουργήθηκε
την τέταρτη ημέρα;»
«Ναι».
«Και είχαν βράδυ και πρωί προηγουμένως
δίχως τον ήλιο;»
«Απλώς λέω ότι πρόκειται για χρονική
περίοδο».
«Πιστεύετε άρα ότι είχαν βράδυ και πρωί
επί τέσσερις περιόδους δίχως ήλιο;»
«Πιστεύω στη δημιουργία όπως έχει
ειπωθεί, και μολονότι δεν είμαι ικανός να την εξηγήσω θα την αποδεχτώ.»[15]
Ο Ντάροου
ποτέ δεν ρώτησε ευθέως τον Μπράιαν για τη θεωρία της εξέλιξης. Ήξερε ότι, εάν
του έδινε ευκαιρία, ο Μπράιαν θα απαντούσε με εύστροφες απαντήσεις σχετικά με
θεωρούμενα χάσματα στο ιστορικό των απολιθωμάτων και τις υποτιθέμενες δυσμενείς
κοινωνικές συνέπειες της δαρβινικής σκέψης. Πείτε στους φοιτητές ότι κατάγονται
από κατώτερα ζώα και θα αρχίσουν να φέρονται σαν πίθηκοι, θα έλεγε ο Μπράιαν.
Πείτε τους ότι κατ’ εικόνα Θεού είναι πλασμένοι, και δεν αποκλείεται να
συμπεριφερθούν σαν άγγελοι.
Όσο ο Ντάροου πίεζε με τις ερωτήσεις
του, τόσο ο Μπράιαν, ολοένα και πιο πολύ μάλιστα, παραδεχόταν ότι απλώς δεν
γνωρίζει τις απαντήσεις. Δεν είχε σταθερή ιδέα για το τι θα συνέβαινε στη γη
εάν αυτή σταματούσε για χάρη του Ιωσία, ή για το πόσο αρχαίος ήταν ο ανθρώπινος
πολιτισμός, ή ακόμα για το ποια ήταν η ηλικία της γης. «Ανακαλύψατε ποτέ που
βρήκε ο Κάιν τη γυναίκα του;» ρώτησε ο Ντάροου. «Όχι, κύριε· αφήνω τους
αγνωστικιστές να την κυνηγήσουν», απάντησε προκλητικά ο Μπράιαν.[16] Το πλήθος θερμά επευφήμησε τον Μπράιαν. Ο Ντάροου
απόλαυσε πιο λίγο χειροκρότημα, αλλά επέφερε τα πιο πολλά χτυπήματα. «Ο μοναδικός
σκοπός του κυρίου Ντάροου είναι να κακολογήσει τη Βίβλο, αλλά απαντώ στις
ερωτήσεις του», αναφώνησε κοντά στο τέλος. «Ενίσταμαι για τη δήλωση σας αυτή»,
αντέτεινε φωνάζοντας ο Ντάροου. «Ελέγχω τις ανόητες ιδέες σας τις οποίες ουδείς
νοήμων χριστιανός στη γη πιστεύει».[17] Ο
δικαστής είχε ακούσει αρκετά. Πάνω από δύο ώρες αφότου είχε πάρει το λόγο ο Μπράιαν,
ο δικαστής απότομα διέκοψε την διαδικασία, και δεν επέτρεψε ποτέ ξανά τη
συνέχιση της εξέτασης.
Το Κληρονομώντας τον Άνεμο αναπαρήγαγε
αυτή την καταγραμμένη αναμέτρηση. Στο θεατρικό έργο και στην κινηματογραφική
εκδοχή, ο Μπράιαν επιτίθεται στην εξέλιξη αποκλειστικά για στενά βιβλικούς
λόγους και αποκηρύσσει όλη την επιστήμη ως «Άθεη» και όχι μονάχα τη λεγόμενη
ψευδή επιστήμη της εξέλιξης.[18] Αντί να
αναγνωρίσει την ερμηνεία της αφήγησης της Γενέσεως περί «ημέρας – αιώνος», ο Μπράιαν
του Κληρονομώντας τον Άνεμο διατείνεται
επικαλούμενος την υποτιθέμενη βιβλική αυθεντία ότι ο Θεός δημιούργησε το σύμπαν
σε έξι ημέρες – εικοσιτετράωρα αρχίζοντας από την «23η Οκτωβρίου του
Έτους 4004 π.Χ., στις – ε, στις 9 το πρωί.»[19]
Στο τέλος της θεατρικής του καταθέσεως, ο Μπράιαν είναι εντελώς μπερδεμένος.
«Καλή μου», κάνει παρακλητικά στη σύζυγό του. «Γελάνε μαζί μου, καλή μου!»[20]
Οι
συγγραφείς δείχνουν τον Μπράιαν να χάνει βαθμιαία τη στήριξη του πλήθους κατά
τη διάρκεια της καταθέσεώς του, και μία μέρα μετά, όταν ενίσταται στο
δικαστήριο για το πόσο μικρή είναι η ποινή που επιβλήθηκε στο Σκόουπς, να τη
χάνει απότομα και ολωσδιόλου. Αν και ο αληθινός Μπράιαν στην πραγματικότητα είχε
τη γνώμη ότι το αντιεξελικτικό διάταγμα του Τενεσί δεν προβλέπει τιμωρία και
κάποια στιγμή προσφέρθηκε να πληρώσει ο ίδιος το πρόστιμο του Σκόουπ,
απεναντίας ο θεατρικός και κινηματογραφικός Μπράιαν διαμαρτύρεται, «Όταν το
διακύβευμα είναι τόσο κολοσσιαίο, το δικαστήριο πρέπει να επιβάλλει πιο
δραστική τιμωρία … Ποινή παραδειγματική, γι’ αυτόν τον παραβάτη!»[21] Οι άλλοι ηθοποιοί δεν δίνουν καμία σημασία στον Μπράιαν
όταν αυτός επιχειρεί, μετά τη δίκη, να αγορεύσει με κομπορρημοσύνη ενάντια στη
θεωρία της εξέλιξης, επισπεύδοντας την κατρακύλα προς την καταστροφή του.
Μιλάει ασυνάρτητα και σαν να εκφωνεί προεκλογικό λόγο. «Ο ισχυρός νόμος κατά
της εξέλιξης σκάει με το αχνό ξεφύσημα ενός μουσκεμένου βεγγαλικού», λένε οι
σκηνικές οδηγίες στο σενάριο.[22] Για να
σιγουρέψουν το ότι οι θεατές θα πιάσουν το νόημα, οι συγγραφείς βάζουν τον
Σκόουπς να ρωτήσει τον Ντάροου μετά την καταδικαστική ετυμηγορία των ενόρκων,
«Νίκησα ή έχασα;». Ο Ντάροου απαντάει «Νίκησες … Εκατομμύρια άνθρωποι θα πούνε
ότι νίκησες. Θα διαβάσουν στις εφημερίδες απόψε ότι τσάκισες έναν κακό νόμο.
Τον έκανες ρεζίλι!»[23] Όταν ο Ντάροου μαθαίνει
ότι ο Μπράιαν έχει πεθάνει, σύμφωνα με τούτη την εκδοχή του μύθου παραθέτει από
τη Βίβλο, «ο μή συμπεριφερόμενος τώ εαυτού οίκω κληρονομήσει άνεμον, δουλεύσει
δε άφρων φρονίμω».[24] Εντωμεταξύ, η δίκη έχει
ενθαρρύνει τη θυγατέρα του πρεσβυτεριανού να εγκαταλείψει τον πατέρα της και να
φύγει από την πόλη με τον Σκόουπς. Μόνος στην αίθουσα του δικαστηρίου στο
τέλος, ο Ντάροου παίρνει στα χέρια του το αντίτυπο της Καταγωγής των Ειδών του κατηγορούμενου και τη Βίβλο του δικαστή.
Αφού τα «ζυγιάζει σκεφτικά, θαρρείς και χέρια του να ήσαν ζυγαριά», σύμφωνα με
τις σκηνικές οδηγίες, «τα βάζει στον χαρτοφύλακά του πλάι – πλάι», και βγαίνει
αθόρυβα από την αίθουσα.[25] Το μήνυμα ήταν
ξεκάθαρο: Ακόμα και στο Ντέιτον, η δίκη του Σκόουπς[26]
κατέληξε με ήττα για τον Μπράιαν και για τον βασισμένο στη Βίβλο
αντιεξελικτισμό, και με θρίαμβο των καλλίστων στην επιστήμη και στη θρησκεία. Πράγματι, το Κληρονομώντας τον Άνεμο ανακατασκευάζει
τη δίκη μετατρέποντάς τη σε μια υπόθεση υπέρ της θρησκευτικής ανεκτικότητας και
παρουσιάζει την εξευγενισμένη επιστήμη και την πεφωτισμένη χριστιανοσύνη ως
λίαν ανέτως συμβατές.
Όταν
διεξήχθη η δίκη, οι άνθρωποι γενικά δεν την είδαν με αυτόν τον τρόπο. Αμέσως
μετά τη λήξη της, επί παραδείγματι, οι περισσότεροι συντάκτες εφημερίδων
παρουσίασαν τη δίκη ως μη αποφασιστική και προέβλεπαν ότι, ως αποτέλεσμα, η
αντιεξελικτικιστική διαμάχη θα ενταθεί. Όταν ο Μπράιαν πέθανε απροσδόκητα στο
Ντέιτον λίγο μετά τη δίκη, θεοποιήθηκε από εκατομμύρια ανθρώπους. Πλήθη συνέρρευσαν
πλάι στις σιδηροτροχιές όταν ένα ειδικό τρένο μετέφερε τη σορό του για ταφή στο
Εθνικό Κοιμητήριο του Άρλινγκτον. Χιλιάδες ακολούθησαν ένα ανοιχτό φέρετρο,
πρώτα στο Ντέιτον, μετά σε κάμποσες μεγάλες πόλεις στη διαδρομή του τρένου, και
τέλος στη πρωτεύουσα του έθνους. Η πολιτική ελίτ της Αμερικής παραβρέθηκε στη
κηδεία, ενώ γερουσιαστές και υπουργοί ήσαν ανάμεσα στους νεκροπομπούς. Πολλές
μπαλάντες της μουσικής κάντρι θρήνησαν για το χαμό του Μπράιαν, ενώ
φονταμενταλιστές ηγέτες συναγωνίζονταν για τη συνέχιση της σταυροφορίας του Μπράιαν
ενάντια στη διδασκαλία της εξέλιξης. Πολλές πολιτείες και αναρίθμητες τοπικές
σχολικές διοικήσεις ανταποκρίθηκαν στη δίκη και το θάνατο του Μπράιαν με το να
επιβάλλουν τους δικούς τους περιορισμούς στη διδασκαλία της εξέλιξης, ιδίως
μετά το 1927, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο του Τενεσί επικύρωσε τον πολιτειακό
νόμο ως συνταγματικό. Μήνες μετά το πέρας της δίκης, ο Μένκεν χλεύασε σχετικά
με τον Μπράιαν, «Η θέση του στην αγιοκρατία του Τενεσί είναι ασφαλής. Αν κάνας
μπαρμπέρης τον ξύρισε σε κάποιο χωριό εκεί πέρα, τώρα οι τρίχες του θεραπεύουνε
στους χολόλιθους του».[27] Ένα
αντιεξελικτικιστικό κολέγιο με το όνομα του Μπράιαν δεν άργησε να ιδρυθεί στο
Ντέιτον και να επεκταθεί με τα χρόνια.
Η ανάπτυξη
του Κολεγίου Μπράιαν ακολούθησε μετέπειτα εξελίξεις εντός της Αμερικανικής
Εκκλησίας. Η συντηρητική, αντιεξελικτικιστική πτέρυγα του προτεσταντισμού έχει
επεκταθεί εις βάρος της επικρατούσας κεντρώας και εκσυγχρονιστικής πτέρυγας. Η
επιστήμη της δημιουργίας, αφοσιωμένη στο να επεξεργάζεται επιστημονικά
επιχειρήματα για μια ανάγνωση της Γενέσεως ακόμα πιο κυριολεκτική από εκείνη
που ενέκρινε ο Μπράιαν, βρήκε ρίζες στους κόλπους των φονταμενταλιστών και των
πεντηκοστιανών. Στην αυγή του εικοστού πρώτου αιώνα, οι δημοσκοπήσεις έδειξαν
ότι το πενήντα τοις εκατό του συνόλου των Αμερικανών πιστεύουν ακλόνητα ότι ο
Θεός έπλασε τους πρώτους ανθρώπους μέσα στα τελευταία δέκα χιλιάδες χρόνια, ενώ
ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό από αυτούς υποστηρίζουν το να συμπεριληφθούν οι ιδέες
των δημιουργιστών στα μαθήματα βιολογίας στα δημόσια σχολεία. Τα χρόνια μετά τη
δίκη του Σκόουπς είναι εντόνως σημαδεμένα από τις προσπάθειες σε πολιτειακό και
τοπικό επίπεδο να περιοριστεί η διδασκαλία της εξέλιξης στα δημόσια σχολεία της
Αμερικής. Ο αντιεξελικτισμός δεν πέθανε στο Ντέιτον· η σταυροφορία του Μπράιαν
συνεχίζεται.
Σημειώσεις
1. William E. Leuchtenburg, The Perils of Prosperity, 1914 – 1932 (University of Chicago Press, Σικάγο 1958), σ. 223.
2. Για την πλήρη ιστορία, βλέπε Edward J. Larson, Summer for the Gods:
The Scopes Trial and American Continuing Debate over Science and Religion (Basic Books, Νέα Υόρκη, 1997).
3. Frederic Lewis Allen, Only Yesterday: An Informal History of the Nineteen –
Twenties (1931· Harper and Row, Νέα Υόρκη, 1964), σ. 171.
4. Thomas A. Bailey, The American Pageant: A History
of the Republic, 2η έκδοση (Heath, Βοστόνη,1961),
σ.795.
5. Samuel Eliot Morison, Henry Steele Commager, William E. Leuchtenburg, A History of the American Republic, 6η έκδοση, 2 τόμοι (Oxford
University Press, Νέα Υόρκη, 1969), τόμος 2, σ. 436.
6. Richard Hofstander και άλλοι, Τhe American
Republic, 2η έκδοση, 2 τόμοι (Prentice – Hall, Ίνγκλουντ Κλιφς, 1970), τόμος 2, σ. 389.
7. Richard Hofstander, Anti – Intellectualism in American Life (Random House, Νέα Υόρκη, 1962), σ. 129.
9. Ο.π., σ. 64.
Στο Inherit the Wind
χρησιμοποιούνται ψευδώνυμα που ομοιάζουν ηχητικά με τα ονόματα των
αληθινών πρωταγωνιστών στη δίκη του Σκόουπς. Για να αποφύγουμε την όποια
περιττή σύγχυση χρησιμοποιούμε στο παρόν άρθρο τα αληθινά ονόματα όταν
πραγματευόμαστε τις δράσεις των χαρακτήρων στο Inherit the Wind.
11. World’s Most Famous Court Case:Tennessee Evolution Case(Bryan College, Ντέιτον, Τενεσί, 1990), σ. 288 (ανατύπωση από τα πρακτικά της δίκης)
22. Ο.π.
Ο Edward J. Larson είναι Πανεπιστημιακός Καθηγητής
Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Pepperdine, όπου
διατηρεί με την Έδρα Darling
της Νομικής. Τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ ιστορίας για το βιβλίο του Summer
for the Gods: The Scopes Trial and American Continuing Debate over Science and
Religion. Το πιο πρόσφατο από τα πολλά βιβλία του είναι το A Magnificent Catastrophe: The Tumultuous
Election of 1800, America’ s First Presidential Campaign.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου