Του Ταξιάρχη (Μάκη) Δημητρίου
Η Ελληνίδα μάνα, η δική μου, υπερπροστατευτική
ακόμα και τώρα που έχω βγει στη σύνταξη: «δεν
ξέρεις εσύ» μου λέει, με τον ίδιο τρόπο, όπως όταν ήμουν έξι χρονών.
Πότε θα μάθω
εγώ ρε μάνα; Παλιά μου έλεγες θα μάθεις όταν μεγαλώσεις. Όταν μεγάλωσα μου
έλεγες θα μάθεις όταν κάνεις δικά σου παιδιά. Έκανα παιδιά, μεγάλωσαν σε λίγο
θα έχω εγγόνια κι ακόμα να μάθω; Τελικά το πήρα απόφαση: Για τη μάνα μου δεν θα
μάθω ποτέ...
Τη βρίσκω
στο μισοσκόταδο να προσπαθεί να ράψει μαύρο κουμπί σε μαύρο ρούχο. Επειδή ξέρει
ότι αυτό που κάνει είναι παράλογο χαζογελάει και μου λέει αφοπλιστικά «δεν ανάβω φως για να μη με βλέπουν απέξω».
Τη ρωτάω γιατί δεν κάθεται πιο μέσα να μη φαίνεται και η απάντηση με
αποστομώνει «γιατί δεν θα μπορώ να βλέπω
έξω, άστο, δεν ξέρεις εσύ».
Έτσι είναι η
μάνα μου. Έχει τη δική της λογική που δεν κινείται σε ευθεία αλλά κάνει
δαιδαλώδεις ελιγμούς. Ίδια με τη σκέψη και η εκφορά του λόγου της. Διά της “πλαγίας”
οδού που λένε κι άντε να καταλάβω εγώ τι θέλει να πει η ποιήτρια και τι
πραγματικά χρειάζεται.
Στην
ηλικιωμένη Ελληνίδα μάνα και ιδιαίτερα στη δική μου, είναι αφιερωμένο το
σημερινό άρθρο.
Το
σπίτι μια χρονοκάψουλα
αντικειμένων και επίπλων να ιστορούν τη ζωή της. Το κρεβάτι που κοιμόταν
με τον πατέρα μου και που δεν το ξαναπλησίασε μετά το θάνατό του, το σερβάν με
τα λεπτεπίλεπτα μικροσκοπικά φλιτζάνια του καφέ στρωμένα με τα απαραίτητα για
κάθε σπίτι σεμεδάκια. (Τα περιβόητα
σεμεδάκια κεντητά ή πλεκτά με βελονάκι θεωρώ ότι είναι άξια αναφοράς
γιατί βρίσκονται παντού,δεσπόζουν στο χώρο και είναι έτοιμη για μάχη απέναντι
σε όποιον τη συμβουλεύει να μη παιδεύεται με δαύτα “μεγάλη γυναίκα’’. Είναι
αδύνατον να φανταστεί τη ζωή της χωρίς αυτά. «Γυμνό θα τ’ αφήσω το σπίτι;» απορεί και μου κόβει κάθε διάθεση για
περαιτέρω συζήτηση. Βέβαια σε κάποιο φιλικό σπίτι είδα πλεκτό κάλυμμα και στο
καζανάκι της τουαλέτας προσαρμοσμένο ακριβώς στο μέγεθος του και με την
απαραίτητη τρυπούλα στη θέση του μπουτόν. Δεν της το είπα ποτέ για να μη της
βάλω ιδέες ).
Στα δωμάτια
παρατεταγμένες καρέκλες από τη παλιά τραπεζαρία. Και από τη “καινούρια’’. Και
κάποιες ψάθινες, που τις αγόρασε για την αυλή όπου δεν τις έβγαλε ποτέ για να
μη χαλάσουν. Και δυο τραπέζια στην αποθήκη. Και σόμπες, πολλές σόμπες: η παλιά,
η καινούρια και η αμεταχείριστη. Τηλεοράσεις όλων των εποχών μεταξύ των οποίων
και η πρώτη μας ασπρόμαυρη. Μουσειακά αμεταχείριστα
σεντόνια “Πειραϊκή – Πατραϊκή’’ προίκα για τις εγγόνες της, άπειρα ταψιά τα
περισσότερα τεράστια για οποιονδήποτε σπιτικό φούρνο. Και για ότι καινούριο
αγοράζει πάντα κρατάει και το παλιό.
Εκατό
τετραγωνικά σπίτι και δεν την χωράει. Αυτή είναι η απόλυτη οπτικοποίηση της
λογικής του “δεν πετάω τίποτα – δεν δίνω τίποτα’’ για τις γενιές που
βίωσαν τη στέρηση και τις δυσκολίες της μεταπολεμικής Ελλάδας, κοινό γνώρισμα
σχεδόν όλων των ηλικιωμένων και αδύνατον να αλλάξει.
Το κατοχικό
σύνδρομο συνοψίζεται στη φράση «τρώγε όλα
σου τα ρεβύθια γιατί στην κατοχή …».
Μπαμπούλας πραγματικός η κατοχή για όσους την έζησαν. Τον κληροδότησαν και στις
επόμενες γενιές με τη μορφή του καταψύκτη, όπου αποθηκεύουμε τρόφιμα για την
επόμενη διετία τουλάχιστον. Η κατοχή τελικά πέρασε στο DNA μας ως χοληστερίνη, τριγλυκερίδια και τάσεις για
παχυσαρκία.
Αλλά τα πιο
ενδιαφέροντα εκθέματα είναι τα φάρμακα. Εκτός από τα απαραίτητα
συνταγογραφούμενα από τον γιατρό της, υπάρχουν αυτά που πήρε μετά από συμβουλή
κάποιου φαρμακοποιού, επειδή της τα συνέστησε μια γειτόνισσα, τα είδε στην
τηλεόραση κ.λ.π. Τα αγοράζει όμως δεν τα χρησιμοποιεί γιατί φοβάται μήπως πάθει
αλλεργία. Διάφορα σακουλάκια και τσάντες με φάρμακα, καινούρια, πρόσφατα
ληγμένα, από καιρό ληγμένα τα οποία ξεδιαλέγουμε, πετάμε κάποια αλλά ο
ανεφοδιασμός συνεχίζεται. Άμα μπει στο φαρμακείο κάτι θα πάρει «να φύγω με άδεια χέρια;» ρωτάει. Ουδέν
σχόλιο.
Έτσι είναι η
μάνα μου. Έχει τους δικούς της κώδικες και τους δικούς της τρόπους. Με αυτούς
πορεύτηκε τόσα χρόνια. Να προσπαθήσω να την αλλάξω; Δεν υπάρχει περίπτωση. Μου
αρέσει όπως ακριβώς είναι.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Δεν μπήκα
στη συνήθη λογική να γράψω για την προσφορά της, την αμέριστη αγάπη της και τις
θυσίες που έκανε για να μας μεγαλώσει. Προσπάθησα απλά να αποδώσω κάποια
στοιχεία του χαρακτήρα και της νοοτροπίας της.
Γεια σας,
ΑπάντησηΔιαγραφήΛέγομαι Λάμπρος Μπαλτσιώτης και με ενδιαφέρει ερευνητικά το ζήτημα των Ρομά στον Μεσοπόλεμο. Γνωρίζετε που μπορώ να βρώ το βιβλίο της κας Λυμπεροπούλου ή πώς θα επικοινωνήσω με την ίδια; Υπάρχει κάτι άλλο σχετικά με τους (παλαιούς)Ρομά της Λαμίας που να έχει εκδοθεί τοπικά;
Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων
ΛΜ
balts@otenet.gr
6977314501