Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

26 Σεπ 2021

Ήταν η κατάσταση “ώριμη” για το ΚΚΕ το 1946 για την ένοπλη αναμέτρηση και τον εμφύλιο;

 


Οι ενδοκομματικές του ΚΚΕ έχουν μια αθέλητη αλλά πολύτιμη συνέπεια. Φέρνουν στην επιφάνεια και αποκαλύπτουν στον ιστορικό και τον πολιτικό επιστήμονα τις άγνωστες εκείνες πτυχές της ιστορίας του κόμματος που δεν θα έρχονταν ίσως διαφορετικά στο φως. Τι σκέπτονταν οι Έλληνες κομουνιστές το 1946 καθώς ξεκινούσαν για την μοιραία περιπέτεια του Τρίτου Γύρου; Ο Ζαχαριάδης στο χρονικό του “Δέκα Χρόνια Πάλης”, μας έδωσε την ακόλουθη αποκαλυπτική μαρτυρία:

“Ποια ήταν η κατάσταση το 1946; Πρώτα απ’ όλα εσωτερικά. Σ’ αυτό δεν υπήρχε η παραμικρή διαφωνία. Όλοι συμφωνούσαμε πως η κατάσταση ήταν ώριμη, πως έπρεπε να πάρουμε τα όπλα και να πολεμήσουμε. Αλλά θα έπρεπε να κοιτάξουμε και τους εξωτερικούς παράγοντες. Τι υποστήριξη είχαμε; Οι Λαϊκές Δημοκρατίες ήταν στο πλευρό μας. Αλλά θα είχαμε να αρχίσουμε τον αγώνα κάτω από εγγλέζικη κατοχή. Γι’ αυτό θα έπρεπε να μην προκαλέσουμε τους εγγλέζους για να αντιδράσουν αμέσως. Η πολιτική μας θα έπρεπε να είναι φαινομενικά αμυντική για να ξεσκεπάσουμε την αντίδραση, να ξεσκεπάσουμε την εγγλέζικη πολιτική. Η προσπάθειά μας ήταν να απομονώσουμε τους Εγγλέζους να προλάβουμε την άμεση ένοπλη παρέμβασή τους, ενώ παράλληλα θα στηριζόμαστε στις Λαϊκές Δημοκρατίες – για να αρχίσουμε την επίθεση ενάντια στην εσωτερική αντίδραση” (βλ. Ζαχαριάδη, “Δέκα Χρόνια Πάλης”, σελ. 40).

Αυτά που γράφει ο Ζαχαριάδης είναι αρκετά σαφή ώστε να μην χρειάζονται μακρά επεξήγηση.

Το στρατηγικό σχέδιο του ΚΚΕ το 1946, δεν είναι δυσνόητο. Βασίζονταν ουσιαστικά επάνω σε θεμελιώδεις υπολογισμούς, πρώτον ότι το κίνημα θα είχε την υποστήριξη των κομμουνιστικών κρατών από το Βορρά και δεύτερον ότι το ΚΚΕ θα κατόρθωνε να κρατήσει τους Βρετανούς έξω από τον αγώνα ούτως ώστε το κόμμα να έχει ως αντίπαλο μόνο την “εσωτερική αντίδραση”.

Επιφανειακά τουλάχιστον οι συνθήκες στην Ελλάδα φαίνονταν να δικαιολογούν τον ισχυρισμό του Ζαχαριάδη ότι η “εσωτερική κατάσταση ήταν ώριμη” στα 1946. Τα αστικά πολιτικά κόμματα εξακολουθούσαν να διαφωνούν με μεγάλη οξύτητα επί του καθεστωτικού. Οι υπερβολές της άκρας δεξιάς έσπρωχναν πολλούς διατακτικούς και πάλι προς την κομμουνιστική περίπτυξη. Η οικονομία ήταν εξαρθρωμένη ύστερα από πέντε χρόνια πολέμου, κατοχής, επαναστάσεων. Τα όργανα της τάξης αμείβονταν γλίσχρα και η αποτελεσματικότητά τους ήταν ιδιαίτερα μειωμένη, λόγω του ότι στις τάξεις τους υπήρχαν πολλοί συνοδοιπόροι (σ.σ.: δηλαδή συμπαθούντες το ΚΚΕ). Ο στρατός είχε υποστεί τη διάβρωση κομμουνιστών πρακτόρων, ενώ αφ’ ετέρου δεν είχε ούτε οργάνωση ούτε τη στρατηγική πείρα για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων εναντίον ανταρτών.

Το ΚΚΕ, παρόλη την ήττα του στους δρόμους των Αθηνών στη Δεκεμβριανή επανάσταση, είχε πολλά σοβαρά πλεονεκτήματα το 1946. Και πρώτα – πρώτα αναγνωρίζονταν από τη συμφωνία της Βάρκιζας ως ένα από τα νόμιμα πολιτικά κόμματα. Είχε την δυνατότητα να διεξαγάγει την προπαγάνδα του με τις δικές του εφημερίδες και με πολυάριθμες άλλες εκδόσεις. Είχε αποκρύψει προσεκτικά μεγάλες ποσότητες όπλων σε ορεινά κρησφύγετα. Είχε ακόμη στη διάθεσή του πλέον των 3.000 φανατικών οπαδών, οι οποίοι παρέμεναν “στο βουνό” έτοιμοι να ξαναρχίσουν τον αγώνα. Τα στελέχη του είχαν εκπαιδευθεί στη διεξαγωγή του ανταρτοπόλεμου κατά την διάρκεια της κατοχής και, επιπλέον, το κόμμα είχε και την ενεργό υποστήριξη των γειτονικών δορυφόρων, της Αλβανίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας. Η υποστήριξη αυτή αποτέλεσε αποφασιστικό παράγοντα στους υπολογισμούς της κομμουνιστικής ηγεσίας. Το Μάρτιο του 1946, ο Ζαχαριάδης, επιστρέφοντας από μια κομμουνιστική διάσκεψη στη Πράγα, στάθμευσε στη Γιουγκοσλαβία για συνομιλίες. Του υποσχέθηκαν “αμέριστη υποστήριξη” (βλ. “Εισήγηση” Β. Μπαρτζώτα, 6η Ολομέλεια, 9 Οκτωβρίου 1949). Κατά την παραμονή του στη Γιουγκοσλαβία, ο Ζαχαριάδης επισκέφτηκε το Μπούλκες και εκφώνησε λόγο σ’ ένα στρατόπεδο Ελλήνων ανταρτών και προσφύγων που είχαν δραπετεύσει στη Γιουγκοσλαβία μετά από τη συμφωνία της Βάρκιζας. Στη σύντομη ομιλία του προφήτευσε απεριφράστως ότι ο Τρίτος γύρος πλησίαζε. Ένα μήνα αργότερα, με την υποστήριξη της Γιουγκοσλαβικής κυβερνήσεως, το Μπούλκες μετατράπηκε σε στρατόπεδο εκπαιδεύσεως Ελλήνων ανταρτών.

Τα πολλαπλά εσωτερικά προβλήματα και η υπόσχεση των Βορείων γειτόνων να παράσχουν “την πιο πλατειά βοήθεια”, φαίνονταν να δικαιολογούν την πεποίθηση της κομμουνιστικής ηγεσίας ότι η “κατάσταση ήταν ώριμη”. Πλην όμως κάτω από την επιφάνεια υπήρχαν εν σχηματισμώ δυνάμεις που εν καιρώ θα ανέτρεπαν τα κομμουνιστικά σχέδια. Με το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946, το ακανθώδες θέμα του καθεστωτικού, που διαιρούσε την εθνική ηγεσία, είχε πλέον παραμεριστεί. Η φιλοδημοκρατική πολιτική ηγεσία είχε αποδεχτεί τη λαϊκή ετυμηγορία, αφήνοντας έτσι το ΚΚΕ και τους συνοδοιπόρους του σε μια κάθε άλλο παρά άνετη απομόνωση. Είναι αλήθεια ότι τα πολιτικά κόμματα δεν έκλεισαν αμέσως τις γραμμές των σε μια ενωμένη φάλαγγα εναντίον των κομμουνιστικών σχεδίων, αλλά τουλάχιστον δεν σπαταλούσαν πλέον τον καιρό και την ενεργητικότητά τους γύρω από μια ιστορικώς παρωχημένη διαμάχη.

Ο Βασιλεύς Γεώργιος επέστρεψε στην Ελλάδα στις 27 Σεπτεμβρίου. Ο λαός των Αθηνών του επιφύλαξε μια σχεδόν υστερικά ενθουσιώδη υποδοχή. Πίστευαν όλοι ότι η επάνοδος του Βασιλέως σήμαινε πλέον το οριστικό τέλος του εφιάλτη, και την μετάβαση στην ομαλότητα και ασφάλεια.

Ο Γεώργιος δεν είχε προφανώς λησμονήσει τα σφάλματα του παρελθόντος και είχε διδαχτεί από την ιστορική του εμπειρία. Διότι αν είναι αληθές ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, είναι εξίσου αληθές ότι εκείνοι που δεν διδάσκονται από την ιστορία είναι πολύ πιθανόν να διαπράξουν υπό ανάλογες συνθήκες παρόμοια σφάλματα. Αμέσως, μετά την επιστροφή του, ο Βασιλεύς κατέβαλε σύντονες προσπάθειες για το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού παρά το γεγονός ότι το Λαϊκό κόμμα και οι συνεργάτες του στη Βουλή διέθεταν απόλυτη πλειοψηφία και τεχνικώς, τουλάχιστον, δεν ετίθετο θέμα κυβέρνησης συνασπισμού.

Στην αρχή οι προσπάθειες αυτές του Βασιλέως προσέκρουσαν στην άρνηση του Κ. Τσαλδάρη ο οποίος πιεζόμενος και από τα κύρια στελέχη του Λαϊκού κόμματος, δεν δέχονταν να εγκαταλείψει την πρωθυπουργία ή να παραδώσει στους Φιλελεύθερους τα υπουργεία Εξωτερικών, Στρατιωτικών και Οικονομικών, τα οποία ζητούσαν ως προϋπόθεση της συνεργασίας τους με τους Λαϊκούς σε μια κυβέρνηση συνασπισμού. Παρά τις διαφωνίες αυτές όμως, ήταν φανερό ότι με τον τερματισμό του καθεστωτικού, ο αστικός πολιτικός κόσμος θα συσπειρώνονταν σε περίπτωση που οι κομμουνιστικές απειλές για “νέο ένοπλο αγώνα” θα γίνονταν πραγματικότητα.

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο απαραίτητο για μια ορθή εκτίμηση της κατάστασης του 1946, ήταν η στάση των Βρετανών. Ο Ζαχαριάδης έδωσε επανειλημμένως ενδείξεις ότι δεν αγνοούσε τη σημασία αυτού του παράγοντα. Υπήρχαν ήδη συγκεκριμένες αποδείξεις ότι ο Ελληνικός στρατός θα ενισχύονταν σοβαρά από τους Βρετανούς ώστε να καταστεί μια πράγματι αξιόμαχος δύναμη. Περί το τέλος του 1946 οι Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είχαν ήδη φτάσει τον αριθμό των 90.000. Είναι αλήθεια ότι 40.000 περίπου υπηρετούσαν σε βοηθητικές μονάδες πάσης φύσεως και ότι στις τάξεις του στρατού υπήρχαν και αρκετοί συνοδοιπόροι ή και κομμουνιστές. Παρά ταύτα δεν έμεινε αμφιβολία ότι με επαρκή εφόδια και λελογισμένη στρατολογία, θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν σοβαρές εφεδρείες δεδομένου ότι η Ελληνική κυβέρνηση ήλεγχε επαρκώς τα αστικά κέντρα και το μεγαλύτερο μέρος της υπαίθρου.

Γενικώς, οι κομμουνιστές το 1946 είχαν ορισμένα πλεονεκτήματα αλλά το συμπέρασμά τους ότι η στιγμή ήταν “ώριμη” για μια ένοπλη αναμέτρηση, κάθε άλλο παρά βασίζονταν στην γενικότερη πραγματικότητα.


Παρατήρηση: Επειδή το παρόν άρθρο ήταν στην καθαρεύουσα το μετατρέψαμε στη δημοτική για καλύτερη και πληρέστερη κατανόηση

 

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΔΗΜ. Γ. ΚΟΥΣΟΥΛΑ «ΕΠΙΒΟΥΛΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΥΧΙΑ, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΚΕ 1918 – 1949», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΜΠΑΝΑ, 1971

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου