Η ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΥΜΕ * ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΣΛΑ ΜΑΧΑΛΑ"

10 Νοε 2020

Ο Αραμπέλος

ο τσαγκάρης που άκουγε Μότσαρτ και άριες

Του Γιάννη Στέφ. Τσεκούρα

 


Κάπου εκεί στα χίλια εννιακόσια ογδόντα τρία, στα μέσα περίπου του μήνα Ιούνιου, είχα πάει να πάρω από τον τσαγκάρη τα πέδιλα τής κόρης μου· ήταν μια μικροεπισκευή. Το τσαγκάρικο ήταν στην αρχή τής οδού Οδυσσέα Ανδρούτσου, στο σημείο που τέμνει την Ροζάκη – Αγγελή, αμφότερες οδοί που βρίσκονται στο κέντρο τής πόλης τής Λαμίας. Τα λίγα μαγαζιά που βρίσκονταν σ’ αυτό το δρομάκι ήταν παλιές κατασκευές, οι οποίες βέβαια στο πέρασμα του χρόνου είχαν χάσει την ταυτότητά τους και το αρχικό τους ύφος λόγω ανανέωσης κάποιας πόρτας ή και προσθήκης άλλων υλικών μεταγενέστερων· όλα αυτά προσέδιδαν στην εικόνα τους ένα κιτς χαρακτήρα και θύμιζαν παραγκουπόλεις του Ρίο ντε Τζανέιρο, τις γνωστές “φαβέλες”...

Σε ένα από αυτά τα μικρομάγαζα, ήταν χωμένος ο τσαγκάρης, έχοντας μπροστά του ένα μικρό τραπεζάκι με μικρά χωρίσματα, όπου φώλιαζαν διάφορα μεγέθη καρφιών, αρκετά είδη σφυριών, κόλλες, σπάγκοι και άλλα αντικείμενα χρήσιμα για τη δουλειά του, αλλά και δέρματα τα οποία ήταν διάσπαρτα στο πάτωμα ή σε διάφορα σημεία τού τσαγκάρικου.

Δίπλα του, από τη μια πλευρά, ήταν πεταμένα ακατάστατα μπορώ να πω, παπούτσια για επιδιόρθωση και επιδιορθωμένα από την άλλη· αυτά βρίσκονταν πάνω στα ράφια έτοιμα, περιμένοντας τον ιδιοκτήτη τους. Οι μυρουδιές στο μαγαζί ήταν ανάκατες, αλλά υπερίσχυε αυτή του σπάγκου με το κερί.

Το υπέροχο αυτό σκηνικό συνοδεύονταν από μουσική. Ένα μικρό παλιό μαγνητόφωνο στις κασέτες τού οποίου ήταν γραμμένες Ιταλικές άριες, σκορπούσε μια μουσική πανδαισία που κάλυπτε κάθε σπιθαμή του μικρομάγαζου. Ψυχική ευφορία και συγκρατημένος ενθουσιασμός καθρεφτίζονταν στο πρόσωπο τού τσαγκάρη. Αραμπέλος ήταν το όνομά του. Έδειχνε χαρούμενος, σχεδόν ευτυχισμένος, ήταν δηλαδή ασορτί με τη μουσική ατμόσφαιρα.

Με την είσοδό μου στο τσαγκαράδικο αντίκρισα μια κυρία η οποία στεκόταν όρθια μπροστά στο τσαγκάρη, περιμένοντας να πάρει τα επιδιορθωμένα παπούτσια· ώσπου να εξυπηρετηθεί η κυρία, εγώ απολάμβανα τον Αμαντέους Μότσαρτ που ακούγονταν από το μικρό μαγνητόφωνο.

Ίσως ήταν ένας τρόπος για να μην δυσανασχετεί ο πελάτης που περιμένει, σκέφτηκα. Μόλις έφυγε η κυρία, μου ζήτησε με ευγένεια συγγνώμη για την καθυστέρηση και βάλθηκε αμέσως να εξυπηρετήσει εμένα. Τότε εγώ τον ρώτησα, πόσο απολαμβάνει αυτή την όπερα. Κοντοστάθηκε, με κοίταξε με ενδιαφέρον από την κορυφή ως τα νύχια και τύλιξε αργά τα παπούτσια τής κόρης μου.

Όταν ζήτησα να μου πει το ποσόν που του χρωστάω, μου απάντησε πως δεν κάνει τίποτα.

– Για ποιο λόγο, του είπα.

– Γιατί κύριέ μου, τόσα χρόνια που δουλεύω, κανείς δεν με ρώτησε για την μουσική που ακούω εδώ μέσα στο τσαγκαράδικο.

Πράγματι ήταν φανταστικό. Ο τσαγκάρης τής Λαμίας να ακούει τον «Κουρέα τής Σεβίλλης»!    

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου